Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πλήγμα για τη Θεσσαλία ο νέος Οργανισμός Υδάτων - (Τάσος Μπαρμπούτης)


 

Κατατέθηκε τις ημέρες αυτές προς ψήφιση στη Βουλή το πολυσυζητημένο νομοσχέδιο για την δημιουργία «Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας (Ο.Δ.Υ.Θ.) ΑΕ», προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις και σχόλια. Σε όλα αυτά θα προσθέσω και εγώ τις δικές μου παρατηρήσεις, σημειώνοντας εξαρχής πως οι απόψεις αυτές είναι εντελώς προσωπικές και δεν δεσμεύουν τις συλλογικότητες στις οποίες συμμετέχω (ΕΔΥΘΕ, ΕΘΕΜ).

1. Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη αποτελεί συνέχεια προηγούμενων προσπαθειών της να μεταβάλει σταδιακά το status στον τομέα των υδάτων, είτε με την άμεση εμπλοκή ισχυρών ιδιωτικών συμφερόντων, είτε με την δημιουργία προϋποθέσεων ώστε κάτι τέτοιο να συμβεί σε επόμενη φάση.

Ως παράδειγμα άμεσης ιδιωτικοποίησης θα αναφέρω ενδεικτικά την προσπάθεια να εκχωρηθεί σε ιδιώτες το Εξωτερικό Υδροδοτικό Σύστημα της Αττικής, του πιο μεγάλου αντίστοιχου συστήματος στη χώρα μας. 

Η αντισυνταγματική αυτή απόφαση «κόλλησε» τελικά στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Ως παράδειγμα προσπάθειας μελλοντικής ιδιωτικοποίησης του τομέα υδάτων θα αναφέρω την απόφαση να υπαχθούν οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) στην εποπτεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), παρά τις έντονες αντιδράσεις εργαζόμενων και Δήμων και παρότι από τον ιδρυτικό τους νόμο ΔΕΝ λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον (όπως πχ. συμβαίνει με τις ιδιωτικές εταιρείες ενέργειας).

Πρακτικά η κυβέρνηση επιδιώκει, δια της πλαγίας οδού, να διαμορφώσει προϋποθέσεις ανατροπής του κοινωνικού χαρακτήρα των ΔΕΥΑ, με πρόσχημα υπαρκτά προβλήματα λειτουργίας τους, τα οποία οι ίδιες οι κυβερνήσεις δημιούργησαν με τις πολιτικές τους. 

Αποκορύφωμα αποτελεί η συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης να μην στηρίξει τις ΔΕΥΑ στην κατακόρυφη αύξηση των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας (προς όφελος προφανώς συγκεκριμένων ενεργειακών ομίλων), δημιουργώντας συνθήκες οικονομικού εκτροχιασμού στο σύνολο σχεδόν των επιχειρήσεων αυτών, που η μόνη διαθέσιμη επιλογή τους είναι η μεγάλη επιβάρυνση των δημοτών.

Χαρακτηριστική επίσης είναι η επιμονή της κυβέρνησης και για υποχρεωτικές συνενώσεις τους, θέμα που προς το παρόν βρίσκεται σε «διαβούλευση». 

Στην Ένωση των ΔΕΥΑ θεωρούν «νομικά έωλη και λειτουργικά ανεφάρμοστη» μια τέτοια απόφαση και αρνούνται κατηγορηματικά να την αποδεχθούν, ισχυριζόμενοι πως «θα αποξενώνει την Τοπική Αυτοδιοίκηση από την παροχή των υπηρεσιών ύδρευσης- αποχέτευσης …… και θα αφαιρεί τη διαχείριση του νερού από τις τοπικές κοινωνίες».

Θα υπενθυμίσουμε τέλος πως σε ότι αφορά στον άλλο σημαντικό τομέα που συνδέεται με τα νερά, αυτόν της υδροηλεκτρικής ενέργειας, οι ιδιωτικοποιήσεις και η «απελευθέρωση» έχουν συντελεστεί από παλαιότερες κυβερνήσεις, με τις γνωστές συνέπειες.

2. Σε παρόμοια λογική κινείται, κατά την άποψή μου, και η πρωτοβουλία για τον ΟΔΥΘ ΑΕ, ο οποίος συστήνεται ως «ενιαίος φορέας άσκησης πολιτικής για την προστασία και τη διαχείριση των υδάτων του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας» και θα λειτουργεί «χάριν του δημόσιου συμφέροντος σύμφωνα µε τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας».

Παρατηρώ όμως πως, ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη προχωρήσει στην πλήρη αποζημίωση των πλημμυροπαθών, στην οριστικοποίηση του σχεδιασμού (masterplan) ανασυγκρότησης της πληγωμένης Θεσσαλίας ,στην δρομολόγηση της αποκατάστασης όλων των ζημιών, στην αντιπλημμυρική της θωράκιση.

Αντί λοιπόν κυρίως να επικεντρωθεί, μαζί με τους θεσσαλικούς φορείς και την Αυτοδιοίκηση, στις επιτακτικού χαρακτήρα προτεραιότητες της περιοχής μας, επέλεξε να αξιοποιήσει τις καταστροφικές πλημμύρες ώστε να προωθήσει την δημιουργία του ΟΔΥΘ ΑΕ. 

Εκτιμώ πως η πραγματική επιδίωξή της είναι να υλοποιήσει το πρώτο κρίσιμο στάδιο των ενεργειών που απαιτούνται έως την επίτευξη του τελικού στόχου της για ιδιωτικοποίηση των υδάτων, παρότι η πρωτοβουλία αυτή αντικειμενικά θα διχάσει την τοπική κοινωνία και τους φορείς της.

Θα περίμενε επίσης κανείς πως η κυβέρνηση, σε μια τέτοιας σημασίας πολιτική απόφαση , θα μεριμνούσε ώστε, με άνεση χρόνου, να ξεκινήσει ένας καλόπιστος και εποικοδομητικός διάλογος με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. 

Δυστυχώς ,οι όποιες δημοκρατικές ευαισθησίες παραμερίστηκαν και η κυβέρνηση, εντελώς προσχηματικά, πριν αποστείλει το ν/σχ στη Βουλή έδωσε ως περιθώριο για διαβούλευση τον εκπληκτικό χρόνο των εννέα ημερών ! 

Η στάση αυτή κατά την άποψη μου συνιστά πρόκληση και συνάμα περιφρόνησή στις απόψεις των θεσσαλών πολιτών και φορέων τους.

Τελικά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αξιοποιώντας την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία, αναμένεται να «περάσει» εύκολα το επίμαχο ν/σχ και μέσω αυτής της Ανώνυμης Εταιρίας, θα εξασφαλίσει τελικά τον απόλυτο έλεγχο στο αρδευτικό νερό (δηλαδή το 95% των υδάτων που καταναλώνονται στη Θεσσαλία), με ότι κινδύνους αυτό συνεπάγεται για τις μελλοντικές τιμές χρέωσης και συνολικά την τύχη του ευαίσθητου αυτού τομέα.

Στο πλαίσιο της διαβούλευσης, παράγοντες τού χώρου των ΟΕΒ ανέπτυξαν τα επιχειρήματα τους απέναντι στην «σαρωτική» λογική του ΥΠΕΝ. 

Ενδεικτικά, από τον ΤΟΕΒ Ταυρωπού αναφέρουν πως οι οργανισμοί αυτοί «έχουν αναπτύξει μια ιδιαίτερη τεχνογνωσία, η οποία σε συνδυασμό με…..την γνώση της μορφολογίας της περιοχής στην οποία δραστηριοποιούνται, έχουν οδηγήσει στην….αποτελεσματική επίλυση των καθημερινών προβλημάτων….. (Έτσι),σε περίπτωση διάλυσης των οργανισμών θα υπάρξουν ανυπέρβλητα κωλύματα στην άρδευση των χωραφιών, …..βλάβες στην λειτουργία του δικτύου,….. ανεπανόρθωτες καταστροφές στις καλλιέργειες….». Επισημαίνουν επίσης πως «Ανυπέρβλητα προβλήματα θα δημιουργηθούν από την τυχόν κατάργηση των οικονομικά εύρωστων Οργανισμών, καθώς η συνεισφορά των Μελών και η εξοικονόμηση πόρων που έχει γίνει όλα αυτά τα χρόνια δημιούργησε ένα κεφάλαιο (αποθεματικό, πάγια στοιχεία, μηχανήματα), που εν τοις πράγμασι ανήκουν στα ίδια τα Μέλη».

Σοβαρές επιφυλάξεις για το ίδιο θέμα διατυπώνονται και από την ολλανδική εταιρία HVA,η οποία «…εκφράζει τις ανησυχίες της» και συνιστά «…..να αποφεύγεται η λήψη μιας βιαστικής και ριζοσπαστικής απόφασης εξ ολοκλήρου ……. (δεδομένου πως)… οι ΤΟΕΒ φαίνεται να επιτελούν σημαντική λειτουργία για τη διαχείριση και τη λειτουργία των αρδευτικών υποδομών. …(και) η ύπαρξη αυτού του είδους οργάνωσης αποτελεί πραγματικό πλεονέκτημα. …. Έτσι, μια σημαντική αναμόρφωση αυτού του συστήματος θα μπορούσε να …..αυξήσει την απόσταση μεταξύ του φορέα διαχείρισης και των τελικών χρηστών…..».

Τώρα τις τεκμηριωμένες αυτές παρατηρήσεις των ΟΕΒ και της HVA η κυβέρνηση αναμένεται να πετάξει στον κάλαθο των αχρήστων. Ειδικά οι θέσεις της HVA για τον οργανισμό ήταν προαποφασισμένο να αγνοηθούν, δεδομένου πως η εκπόνηση του ν/σχ είχε γίνει πολλούς μήνες νωρίτερα ! 

Προφανής η σπουδή αλλά και το έλλειμμα υπευθυνότητας των αρμοδίων.

3. Λίγα λόγια για όσους καλοπροαίρετα αμφισβητούν εάν πράγματι όλα οσα προανέφερα αποτελούν επαρκή στοιχεία ώστε να αποδώσει κανείς στους κυβερνώντες προθέσεις ιδιωτικοποίησης των υδάτων.

Για να αξιολογήσουν την κατάσταση θα πρότεινα να αναζητήσουν αναλογίες η ομοιότητες με την θλιβερή ιστορία της ιδιωτικοποίησης άλλων βασικών δημόσιων αγαθών. 

Ας θυμηθούν το παράδειγμα της ΔΕΗ και τα βήματα που μεθοδικά προηγήθηκαν ώστε να μετατραπεί σε Ανώνυμη Εταιρία και να λειτουργεί τελικά με αποκλειστικό στόχο την παραγωγή όλο και περισσότερων κερδών, επιλέγοντας την κατακόρυφη αύξηση των τιμολογίων της με τεράστιες επιπτώσεις στον οικογενειακό προϋπολογισμό των μεσαίων και των χαμηλότερων εισοδηματικά στρωμάτων. 

Ας σκεφθούν ακόμη τα τεράστια κέρδη και σε άλλους κλάδους που «απελευθερώθηκαν», όπως πχ των τηλεπικοινωνιών και του φυσικού αερίου και ας βγάλουν τα συμπεράσματά τους.

4. Χρήσιμη θεωρώ πως θα είναι μία αναφορά σε γεγονότα του πρόσφατου παρελθόντος που επέτρεψαν ουσιαστικά αυτήν την άνετη εκπόρθηση του τομέα των υδάτων με όπλο τις νεοφιλελεύθερες απόψεις της σημερινής κυβέρνησης.

Είναι γνωστό πως η ευρωπαϊκή οδηγία 2000/60 για τα νερά εφαρμόστηκε ουσιαστικά με την θέσπιση του πρώτου Σχεδίου Υδάτων (ΣΔΛΑΠ) τον Σεπτέμβριο του 2014 (κυβέρνηση Σαμαρά).

Τότε πολλοί αιθεροβάμονες, μεταξύ των οποίων και ο υπογράφων, ελπίζαμε και προεξοφλούσαμε πως θα δημιουργηθεί ένας ενιαίος αποκεντρωμένος κρατικός φορέας ΔΥ σε κάθε Υδατικό Διαμέρισμα, με την συμμετοχή των χρηστών νερού και της Αυτοδιοίκησης, δεδομένης και της σημασίας του, τόσο για την προστασία του περιβάλλοντος όσο και για την βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής μας.

Τρία στοιχεία ήταν τότε απολύτως ενθαρρυντικά στις προσδοκίες μας.

Το πρώτο ήταν πως στη χώρα μας ήδη από το 1987, επί υπουργίας Α. Πεπονη, είχε θεσπισθεί ο Ν.1739 για τα νερά. Έστω και εάν ο νόμος αυτός ουδέποτε έτυχε ουσιαστικής εφαρμογής, είχε ήδη θέσει τις αρχές για την ορθολογική χρήση των υδάτων, προσφέροντας σημαντική βάση εκκίνησης σε μία επόμενη κυβέρνηση.

Το δεύτερο ελπιδοφόρο στοιχείο ήταν η σταθερή επί δεκαετίες στήριξη του αιτήματος αυτού από όλους, χωρίς εξαίρεση, τους πρωτοβάθμιους και δευτεροβάθμιους φορείς Αυτοδιοίκησης στη Θεσσαλία, που επί τέσσερις δεκαετίες είχαν ανεπιφύλακτα ενσωματώσει στις διεκδικήσεις τους τις σχετικές προτάσεις και επεξεργασίες επιστημονικών φορέων και Επιμελητηρίων.

Το τρίτο στοιχείο αισιοδοξίας ήταν η κυβερνητική αλλαγή εκείνης της περιόδου, όπου η κυβέρνηση Τσίπρα προσέφερε άφθονες υποσχέσεις για μεταρρυθμίσεις και φιλοπεριβαλλοντικές πολιτικές, καθώς μάλιστα η κατάσταση στα υδάτινα οικοσυστήματα είχε επιδεινωθεί δραματικά.

Δυστυχώς και παρά τις παραινέσεις ΟΛΩΝ των φορέων της Θεσσαλίας, τα αλλεπάλληλα υπομνήματα, τα συμπεράσματα συνεδρίων (πχ. ΠΕΔ/Θ με πρόεδρο τον Γ. Κωτσό, ΓΕΩΤΕΕ/ΚΕ, ΤΕΕ/ΚΔΘ,ΕΘΕΜ κα) τα οποία υποβάλλαμε αρμοδίως, τις παραστάσεις μας στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, τις παραστάσεις μας σε κυβερνητικά στελέχη (πχ. Κόκκαλης, υφυπουργός Γεωργίας) και άλλες σχετικές ενέργειες, καμία ανταπόκριση δεν υπήρξε από την κυβέρνηση Τσίπρα στο κρίσιμο και συνάμα υπερώριμο αυτό ζήτημα, ούτε βεβαίως από τους αρμόδιους υπουργούς, οι οποίοι σημειωτέον ήταν στελέχη «πρώτης γραμμής» (πχ Σκουρλέτης, Σταθάκης και Φάμελλος από τον ΣΥΡΙΖΑ, Τσιρώνης και Δημαράς από οικολόγους-πράσινους).

Είμαι σε θέση να ισχυριστώ πως έστω και ένα μικρό ποσοστό από την προσπάθεια που με τόση επιμονή όλοι οι προαναφερθέντες κατέβαλαν για την «ακύρωση» των έργων Αχελώου, θα ήταν ίσως αρκετή ωστε να δημιουργηθεί ένας τέτοιος φορέας και να τεθούν ισχυρά εμπόδια ώστε να αποφευχθεί αυτό που συμβαίνει σήμερα.

Τώρα στη Βουλή εξαπολύουν τα πυρά τους εναντίον της κυβέρνησης Μητσοτάκη, χωρίς όμως να κάνουν κάποια αναδρομή στην απουσία δικής τους αντίστοιχης πρωτοβουλίας στα τεσσεράμιση χρόνια διακυβέρνησης. 

Την αξιοπιστία λοιπόν του αντιπολιτευτικού τους λόγου, σε συνδυασμό με το προφανές έλλειμμα της αυτοκριτικής τους διάθεσης, το αφήνω στην κρίση των αναγνωστών.

5. Κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω πως το υπό ψήφιση ν/σχ δημιουργεί βάσιμες αμφιβολίες για την τόσο αναγκαία ολιστική και αποτελεσματική ΔΥ. 

Εξάλλου, όπως επισημαίνεται και από την ΗVA, η ολοκληρωμένη προσέγγιση είναι το κλειδί τόσο για τη διαχείριση των υδάτων όσο και για τη διαχείριση των πλημμυρών.

Για όλους τους λόγους όμως που προαναφέρθηκαν διατηρώ ζωηρές ανησυχίες ως προς την επιτυχία του εγχειρήματος, είτε πρόκειται για την οικονομική βιωσιμότητα του πρωτογενούς (και όχι μόνο) τομέα, είτε για την περιβαλλοντική προστασία και αναβάθμιση των υδάτινων οικοσυστημάτων. Μακάρι οι εξελίξεις να με διαψεύσουν.

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Στοιχεία και στατιστικά για την υδροδότηση της Αττικής - (Γιώργος Τσαβδάρης)*

 


ΝΕΡΟ.

Ένας άρρηκτος δεσμός ζωής δένει τον άνθρωπο με το νερό. Δεν είναι μόνο το στοιχειώδες αγαθό για την επιβίωσή του πάνω στον πλανήτη μας. Το νερό είναι και σύμμαχός του στον αγώνα για συνεχή βελτίωση της ποιότητας της ζωής του.

Η Αττική ήταν πάντα μια περιοχή φτωχή σε βροχοπτώσεις γι΄ αυτό και τα υδάτινα αποθέματά της ποτέ δεν ήταν αρκετά. Από πολύ νωρίς λοιπόν οι κάτοικοί της αναγκάστηκαν να αναπτύξουν πρωτογενή συστήματα συλλογής και διαχείρισης του νερού για την υδροδότηση της πόλης, τα οποία εξελίχθηκαν με το πέρασμα του χρόνου και την πρόοδο της τεχνολογίας. Υδραγωγεία, κρήνες, φρεάτια, δεξαμενές αποθήκευσης νερού, δίκτυα διανομής και μεταγενέστερα κατασκευή φραγμάτων, εγκαταστάσεων επεξεργασίας του νερού και εργαστηρίων ποιοτικού του ελέγχου, αλλά και έργα αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων, αρδευτικά και αντιπλημμυρικά είναι μερικές πτυχές από την ιστορική πορεία των έργων που εδώ και χιλιάδες χρόνια αναπτύσσονται για την εξασφάλιση της υδροδότησης, της υγιεινής και της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Αττικής γης.

Η Αθήνα δέχεται περίπου 400 χιλιοστά ανά έτος, ποσό από τα μικρότερα στην χώρα. Το δε έτος 1989 ήταν όπου το Θησείο στο κέντρο της πόλης, κατέγραψε 150.2 χιλιοστά μόνο, σε ολόκληρο το έτος και το Ελληνικό 159 mm. Αν και αυτό δεν είναι το επίσημο ελάχιστο του Θησείου αφού το 1898 καταγράφηκαν 115.7 χιλιοστά για όλο το έτος!

Προϊστορία - Κλασική Eποχή

Ο Ποσειδώνας και η Αθηνά ήταν οι δύο Ολύμπιοι θεοί, που σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία διεκδίκησαν να δώσουν ο καθένας το όνομά του στην πόλη που είχε ιδρύσει ο Θησέας στο Λεκανοπέδιο

της Αττικής. Στον μεταξύ τους αγώνα ο Ποσειδώνας πρόσφερε ως δώρο για την πόλη το Νερό, ενώ η Αθηνά πρόσφερε το Ελαιόδεντρο. Οι κάτοικοι της πόλης απέρριψαν το δώρο και το όνομα του Ποσειδώνα και προτίμησαν εκείνα της Αθηνάς, γεγονός που εξόργισε το θεό του Νερού. Την πόλη λοιπόν που υποτίμησε την αξία του δικού του δώρου, ο Ποσειδώνας την τιμώρησε καταδικάζοντάς την να ταλαιπωρείται στο διηνεκές από το πρόβλημα της λειψυδρίας. Έτσι, σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία η Αθήνα «πλήρωνε» και «πληρώνει» ακριβά, ακόμα και στη σύγχρονη εποχή, την αχαριστία που έδειξε στον εύθικτο θεό.

Ο μύθος αυτός βέβαια δεν αποτελεί παρά μια μεταφυσική ερμηνεία του προβλήματος των λιγοστών υδάτινων πηγών της Αττικής, αποδίδοντάς το στην κατάρα του Ποσειδώνα. Αποτυπώνει ωστόσο και

την παλαιότητα του προβλήματος άρα και το μέγεθος της ταλαιπωρίας που έχουν υποστεί μέσα στο χρόνο οι Αθηναίοι.

Ποτάμια

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι από τα ποτάμια που έρρεαν στην επιφάνεια της Αττικής γης, μόνο ο Ιλισός και ο Κηφισός μπορούν να θεωρηθούν ποτάμια με την ευρύτερη έννοια. Παρά τις βαθιές γραμμές τους τα νερά τους ήταν λιγοστά. Ο Ηριδανός, ο Κυκλόβορος και ο Ποδονίφτης περισσότερο ως χείμαρροι μπορούν να χαρακτηριστούν, καθώς γέμιζαν μόνο κατά τις βροχερές ημέρες. Τα λιγοστά ωστόσο νερά του Λεκανοπεδίου ήταν άριστης ποιότητας και οι Αθηναίοι που τα έπιναν χαρακτηρίζονταν «εύφωνοι», «ευ-μνήμονες» και «προσηνείς».

Πηγές

Έτσι, λόγω της ανεπάρκειας άλλων πηγών υδροληψίας η ύδρευση της Αθήνας γινόταν κυρίως από πηγές και πηγάδια. Περίφημη ήταν η πηγή της Καλλιρρόης (πηγή Ιλισού). Πηγές ανάβλυζαν και από το λόφο της Ακρόπολης, όπως η Κλεψύδρα, η ʼγλαυρος, οι Πηγές του Ασκληπιείου, η Ερεχθηίδα Θάλασσα.

Από την αρχαιότητα έως την τουρκοκρατία.

Η Αθήνα αντιμετώπιζε έντονα προβλήματα λειψυδρίας από την αρχαιότητα. Τα επιφανειακά νερά ήταν πάντα λιγοστά και η υδροδότηση της πόλης γινόταν συνήθως από πηγές και πηγάδια. Παράλληλα, υπήρχαν πολλές κρήνες διάσπαρτες μέσα στην πόλη, όπως και πλήθος δεξαμενών, στις οποίες συγκεντρωνόταν βρόχινο νερό.

Από τα γνωστότερα αρχαία υδραγωγεία ήταν το Πεισιστράτειο, που κατασκευάστηκε από τον τύραννο Πεισίστρατο το 530 π.Χ. και αντλούσε νερό από τις πηγές του Υμηττού. Όμως, το σημαντικότερο έργο για την υδροδότηση της Αθήνας ήταν το Αδριάνειο Υδραγωγείο(Εικονα 3) που κατασκευάστηκε από το 134 μ.Χ. έως και το 140 μ.Χ. από τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Ανδριανό. Το Αδριάνειο Υδραγωγείο ξεκινούσε από τους πρόποδες της Πάρνηθας και κατέληγε στο Λυκαβηττό, όπου και κατασκευάστηκε η Αδριάνειος Δεξαμενή.

Το Αδριάνειο Υδραγωγείο και η Δεξαμενή λειτούργησαν, υδροδοτώντας την περιοχή της Αθήνας μέχρι την εποχή της Τουρκοκρατίας. Τότε πια το Υδραγωγείο εγκαταλείφτηκε, με αποτέλεσμα να πέσουν τα σαθρά τοιχώματά του. Υπο αυτές τις συνθήκες, οι Αθηναίοι κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας στράφηκαν στην κατασκευή πηγαδιών στα σπίτια τους.

1833 - 1925

Κατά τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα σημειώθηκαν πολλές καταστροφές στην υδροδοτική υποδομή της πόλης. Συνεπώς, μετά την απελευθέρωση, το υδροδοτικό πρόβλημα της Αθήνας ήταν οξύτατο. Με πρωτοβουλία της εκάστοτε δημοτικής αρχής έγιναν σημαντικά έργα, όπως επισκευές και καθαρισμοί του Αδριάνειου Υδραγωγείου, το οποίο τέθηκε και πάλι σε λειτουργία το 1840.

Το 1870 ανακαλύφτηκε και η Αδριάνειος Δεξαμενή, η οποία ανακατασκευάστηκε και λειτούργησε μέχρι το 1940.

Σημαντική ήταν και η κατασκευή άλλων μικρών υδραγωγείων, χωρίς ωστόσο τα έργα αυτά να έχουν κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση της λειψυδρίας. Εντελώς ανεπαρκείς ήταν και οι 55 περίπου δημοτικές βρύσες που υπήρχαν στην Αθήνα, οι οποίες συνεισέφεραν ελάχιστα, έως και καθόλου, στις καθημερινές ανάγκες της κατανάλωσης νερού. Για αυτό έκαναν χρυσές δουλειές οι νερουλάδες που μετέφεραν και πουλούσαν νερό στην Αθήνα από τις πηγές γειτονικών χωριών, όπως της Κηφισιάς και του Αμαρουσίου.

1925 - Σήμερα

Η αύξηση του πληθυσμού της Αθήνας, κυρίως μετά τη μικρασιατική καταστροφή, δημιούργησε νέες ανάγκες.




Το 1925 ξεκίνησε η κατασκευή των πρώτων σύγχρονων έργων ύδρευσης στην περιοχή της Πρωτεύουσας, με την υπογραφή της σύμβασης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, της Αμερικανικής Εταιρίας ULEN και της Τράπεζας Αθηνών. Το πρώτο μεγάλο έργο ήταν η κατασκευή του φράγματος του Μαραθώνα (Εικονα 4 και 5).

Για την κατασκευή του φράγματος (1926 - 1929) εργάστηκαν περίπου 900 άνθρωποι. Το φράγμα είναι επενδεδυμένο με πεντελικό μάρμαρο, ιδιαιτερότητα που το καθιστά μοναδικό σε παγκόσμιο επίπεδο! Για τη μεταφορά του νερού στην Αθήνα κατασκευάστηκε η σήραγγα Μπογιατίου, μήκους 13,4 χλμ. Το 1956 λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης του πληθυσμού της Αθήνας χρησιμοποιήθηκαν τα νερά της φυσικής λίμνης Υλίκης, στη Βοιωτία. Η Υλίκη έχει την ιδιαιτερότητα να βρίσκεται σε περιοχή χαμηλού υψομέτρου. Έτσι, για να γίνει εφικτή η άντληση του νερού, λειτουργούν πλωτά και χερσαία αντλιοστάσια. Το κεντρικό αντλιοστάσιο της Υλίκης είναι σήμερα το μεγαλύτερο στην Ευρώπη.

Μείζονος σημασίας για την υδροδότηση της Αθήνας είναι το τεχνικό έργο που έγινε στον ποταμό Μόρνο το 1981. Το φράγμα που βρίσκεται επί του ποταμού Μόρνου, είναι το ψηλότερο χωμάτινο φράγμα της Ευρώπης, ύψους 126 μέτρων. Το νερό φτάνει στην Αθήνα διαμέσου του υδραγωγείου του Μόρνου, του δεύτερου μεγαλύτερου υδραγωγείου στην Ευρώπη.

Ένα άλλο μεγάλο έργο που ενισχύει την υδροδότηση της Αθήνας είναι η εκτροπή του ποταμού Ευήνου προς τον ταμιευτήρα του Μόρνου με την κατασκευή φράγματος και σήραγγας, έργο που ολοκληρώθηκε το 2001. Η ενωτική σήραγγα προσαγωγής που μεταφέρει τα νερά του Ευήνου στον ταμιευτήρα του Μόρνου, μήκους 29,4 χλμ., ολοκληρώθηκε σε διάστημα λιγότερο των δύο ετών, γεγονός που αποτελεί παγκόσμιο επίτευγμα για την ολοκλήρωση σήραγγας μεγάλου μήκους.

Για τη μεταφορά του ακατέργαστου νερού, από τους ταμιευτήρες προς στην Αττική κατασκευάστηκαν δύο μεγάλα υδραγωγεία, του Μόρνου και της Υλίκης, καθώς και ενωτικά υδραγωγεία, μέσω των οποίων επικοινωνούν μεταξύ τους τα δύο κύρια υδραγωγεία. Μέσω των υδραγωγείων του Μόρνου και της Υλίκης το ακατέργαστο νερό μεταφέρεται στις τέσσερις Μονάδες Επεξεργασίας Νερού (ΜΕΝ) του Γαλατσίου, τoυ Πολυδενδρίου, των Αχαρνών και του Ασπροπύργου.

Να αναφέρουμε τώρα ότι η τεχνητή λίμνη του Μαραθώνα που χωράει περίπου έως 28 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερό, είναι συνδεδεμένη με πλωτά και χερσαία αντλιοστάσια με την φυσική λίμνη Υλική στην Βοιωτία που περιέχει περίπου 430-435 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερό (με μέγιστη τιμή 594 εκατομμύρια κυβικά μέτρα περίπου), αλλά και συνδεδεμένη με την τεχνητή λίμνη του Μόρνου που προέρχεται από το ποτάμι Μόρνος στην Φωκίδα, που έχει χωρητικότητα έως 780 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερό. Ενώ το φράγμα στον ποτάμι του Μόρνου που δημιουργεί την τεχνητή λίμνη του Μόρνου είναι το ψηλότερο χωμάτινο φράγμα της Ευρώπης ύψους 126 μέτρων.

Μια τεχνητή λίμνη του Μόρνου, όπου παίρνει νερό και από τον ποταμό Εύηνο στην Αιτωλοακαρνανία με όγκο νερού 60-70 εκατομμύρια κυβικά μέτρα.

Οπότε στην πραγματικότητα το πόσιμο νερό της Αττικής δεν προέρχεται από την Αττική αλλά από την Αιτωλοακαρνανία, την Βοιωτία και την Φωκίδα, ενώ συνολικά το υδροδοτικό σύστημα της Αθήνας αναπτύσσεται σε μια περιοχή 4000 km² και περιλαμβάνει 4 φράγματα, περισσότερες από 100 γεωτρήσεις σε τρεις κύριους υπόγειους υδροφορείς, 350 km κύρια υδραγωγεία, 15 αντλητικά συγκροτήματα για τη μεταφορά νερού και 4 διυλιστήρια.

Ενώ η Αττική έχει κατανάλωση το καλοκαίρι από 2.000.000 m³ έως 2.500.000 m³ ανά ημέρα και το υπόλοιπο διάστημα 1.500.000 m³ έως 2.000.000 m³ ανά ημέρα.

Ενώ αυτή τη στιγμή τα αποθέματα είναι :

Εύηνος 62.517.000 m³

Μαραθώνας 22.357.000 m³

Μόρνος 482.620.000 m³

Υλίκη 351.064.000 m³

ΣΥΝΟΛΟ 918.558.000 m³

Για αυτήν την στιγμή λοιπόν, τα αποθέματα είναι μακράν τα χειρότερα της τελευταίας 15ετιας.




Στην 1η εικόνα δίνονται σε γράφημα τα αποθέματα των ταμιευτήρων για διάφορα έτη και στην 2η εικόνα ανα μήνα απο το 1985 έως και τον Μάρτιο του 2024.

Φαίνεται καθαρά η μεγάλη ξηρασία που έπληξε την Αττική (καθώς και άλλους νομούς) την περίοδο 1988 - 1994 με τα ελάχιστα αποθέματα που έχουν καταγραφεί να σημειώνονται το 1993 με μόλις 105.307.000 κυβικά μέτρα νερού που υπήρχαν στους ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ στις 13 Νοέμβριου 1993.

Κατά τη συγκεκριμένη επταετία η χρονική κατανομή της βροχόπτωσης στις περιοχες μέσα στη διάρκεια του υδρολογικού έτους είναι αισθητά διαφοροποιημένη, σε σχέση με το μέσο καθεστώς της.

Το μήνα Ιανουάριο έχουμε σχεδόν μηδενικές βροχοπτώσεις κατά τα έτη 1988-89 και 1989-90 στις λεκάνες απορροης, ενώ και κατά τα υπόλοιπα έτη η βροχόπτωση το μήνα αυτό παρουσιάζεται ιδιαίτερα μειωμένη.

Το μήνα Φεβρουάριο οι βροχοπτώσεις στις λεκάνες απορροης είναι αρκετά μικρότερες από τις αναμενόμενες σχεδόν και για τα επτά υδρολογικά έτη.

Τους μήνες Οκτώβριο, Δεκέμβριο και Μάρτιο στα περισσότερα υδρολογικά έτη στις λεκάνες απορροής, οι βροχοπτώσεις είναι μικρότερες από τις αναμενόμενες. 

Όμως τους μήνες Μάιο, Ιούλιο και Αύγουστο οι βροχοπτώσεις είναι κατά ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ από τις αναμενόμενες στα περισσότερα υδρολογικά έτη στις λεκάνες απορροής.

Παράδοξο ; Οχι ακριβώς.

Αν εξετάσουμε τις βροχοπτώσεις σε σχέση με τις απορροές στις λεκάνες το παράδοξο μεγαλώνει :

Ενω δηλαδή ίσχυε :

►Συνολικά στην επταετία οι βροχοπτώσεις στις λεκάνες απορροής αντιστοιχούσαν στο 92 % και 83 % των κλιματικών δεδομένων

►Συνολικά στην επταετία οι απορροές των ποταμών αντιστοιχούσαν στο 41 % και 62 % των μεσων τιμων με βάση τα ιστορικά δεδομένα

Έτσι ενώ οι ετήσιες βροχοπτώσεις στις λεκάνες του υδροσυστήματος μειώθηκαν κατά περίπου 10 %, οι απορροές μειώθηκαν κατά περίπου 50 %.Το φαινομενικο αυτο παραδοξο της μη συσχετισης βροχοπτωσεων και επιφανειακων απορροων εξηγειται ευκολα αφου ο μετασχηματισμός της βροχόπτωσης σε επιφανειακή απορροή είναι μη γραμμικός και επηρεάζεται από παράγοντες οπως η δίαιτα της εδαφικής υγρασίας, η συσσώρευση/τήξη χιονιού, η εξατμοδιαπνοή και η κατάσταση των υπογείων υδροφορέων.

Κύριος παράγοντας είναι προφανώς ότι οι θερινές βροχές, που γίνονται υπό μορφή ως επί το πλείστον καταιγίδας, άρα έχουμε και μεγάλα ποσά υετού σε μικρό χρονικό διάστημα, προσφέρουν πολύ μικρότερες επιφανειακές απορροές τελικά, από ότι οι πιο ήπιες ως προς την ραγδαιότητα βροχές στο υπόλοιπο χρονικό διάστημα. Επιπροσθέτως ο χειμερινός υετός με την μορφή χιονιού, προσφέρει ακόμα αποδοτικότερη επιφανειακή απορροή και από τις χειμερινές βροχές.

ΠΗΓΗ : fb - Ανάρτηση Γιώργου Τσαβδάρη στο Wether Analysis Greece

Πηγη στοιχειων και στατιστικων : ΕΥΔΑΠ (Εταιρεία Ύδρευσης και Αποχέτευσης Πρωτευούσης) - Διαχείριση Ξηρασιών - Η Έμμονη Ξηρασία των Ετών 1987-94, Αθανάσιος Οικονόμου, Δημήτριος Παπαλέξης

 


Ανακοίνωση Ε.Δ.Υ.ΘΕ σχετικά με την επικείμενη δημιουργία Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων στη Θεσσαλία

 


1. Την 1η Δεκεμβρίου 2023 ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης κ. Π. Μαρινάκης ανακοίνωσε  πως από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) προτείνεται νομοσχέδιο με αντικείμενο (μεταξύ άλλων) την «προστασία του περιβάλλοντος» και την «προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή», μέσω του οποίου «συστήνεται ενιαίος φορέας άσκησης πολιτικής για την προστασία και τη διαχείριση των υδάτων του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας, με την επωνυμία Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας (Ο.Δ.Υ.Θ.), ο οποίος θα συγκεντρώνει την ευθύνη, την πληροφορία, τον συντονισμό και τις σχετικές αρμοδιότητες διαχείρισης των υδάτων του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας, υπό την εποπτεία των Υπουργείων Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υποδομών και Μεταφορών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και με τη συμμετοχή των φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού».

Σύμφωνα με την ίδια κυβερνητική ανακοίνωση «Ενισχύεται η αντιπλημμυρική προστασία και η αποτελεσματική άσκηση πολιτικής για την προστασία και τη διαχείριση των υδάτων στο κρίσιμο αυτό γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας, που επλήγη προσφάτως από τις καταστροφικές πλημμύρες».

Μετά όμως από αυτή την ανακοίνωση δεν δόθηκε στην δημοσιότητα κάποιο σχέδιο νόμου και κατά συνέπεια δεν ακολούθησε μια περίοδος διαβούλευσης σχετικά με την πρωτοβουλία της κυβέρνησης.

Αντίθετα, έγινε γνωστό πως παράλληλα, το ίδιο ακριβώς αντικείμενο (Φορέας Διαχείρισης Υδάτων), είχε ήδη ανατεθεί προς εξέταση και στην Ολλανδική εταιρεία HVA, η οποία πριν δυο εβδομάδες παρουσίασε τις προτάσεις της στην κυβέρνηση και προσωπικά στον πρωθυπουργό, χωρίς όμως να δοθεί στην δημοσιότητα στην Ελληνική γλώσσα το σχετικό κείμενο και χωρίς οι φορείς της περιοχής και οι επιστήμονες να έχουν την δυνατότητα να εκφέρουν άποψη.

Παρόλα αυτά, έστω και χωρίς να γίνουν γνωστά τα δύο επίδικα κείμενα, η κυβέρνηση έθεσε σε «διαβούλευση»  το θέμα του ΦΟΡΕΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΔΑΤΩΝ (ΦΔΥ) και μάλιστα με καταληκτική ημερομηνία την 29η Μαρτίου 2024, κάτι που πρακτικά θα μπορούσε να ερμηνευτεί και ως  απουσία διάθεσης να ληφθούν υπόψη οι θέσεις των θεσσαλικών οργανώσεων, μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και οργανωμένο διάλογο. Θέλουμε να ελπίζουμε πως πρόκειται απλά για κακό συντονισμό και τίποτε περισσότερο.

Σε κάθε περίπτωση, λόγω της μεγάλης σπουδαιότητας του θέματος και αφού προηγηθεί η δημοσιοποίηση των δυο «παράλληλων» κυβερνητικών προτάσεων, ΖΗΤΟΥΜΕ να προσδιοριστεί ένα διάστημα τριών μηνών ως ο ελάχιστος χρόνος διαβούλευσης και με ημερομηνία λήξης οπωσδήποτε μετά τις ευρωεκλογές.

Αναμένουμε επίσης και από την Περιφέρεια Θεσσαλίας, την Ένωση Δήμων (ΠΕΔ),τις οργανώσεις αγροτών - αρδευτών, τα Επιμελητήρια καθώς και τα κόμματα να στηρίξουν την εύλογη αυτή πρόταση.

Θα υπενθυμίσουμε πάντως πως η Ε.Δ.Υ.ΘΕ και οι φορείς που στηρίζουν την δράση της (ΓΕΩΤΕΕ/ΚΕ, Οικονομικό Επιμελητήριο Θεσσαλίας, Γεωπονικοί Σύλλογοι, Συνεταιρισμοί, ΤΟΕΒ κα), εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα και σίγουρα ΠΡΙΝ από τις αλλεπάλληλες καταστροφικές πλημμύρες των τελευταίων ετών, είχαν αναδείξει το θέμα αυτό, ενώ στελέχη της παρουσίασαν με ομιλίες στη Βουλή (14 Δεκ. 2022) την τεράστια περιβαλλοντική σημασία και την αδήριτη ανάγκη δημιουργίας ΦΔΥ σε όλη τη χώρα, ενώνοντας τη φωνή μας με πολλές άλλες που είχαν προηγηθεί.[Π1]

2. Στα επόμενα θα παρουσιάσουμε συνοπτικά ένα γενικό περίγραμμα καθώς και τους βασικούς στόχους και τις αρμοδιότητες ενός ΦΔΥ σύμφωνα με την δική μας αντίληψη.

Θεωρούμε τον ΦΔΥ ως ένα επιτελικό συντονιστικό όργανο που θα ασκεί πολιτική υδάτων στα όρια του κάθε ΥΔ, με κριτήρια δημοσίου συμφέροντος, εφαρμόζοντας τις γενικές κατευθύνσεις του αρμόδιου υπουργείου (ΥΠΕΝ) υπό την εποπτεία της ενταγμένης σε αυτό Γραμματείας Υδάτων.

Βασικό πλαίσιο για τους ΦΔΥ θα πρέπει να αποτελούν οι δυο βασικές Ευρωπαϊκές Οδηγίες που σχετίζονται με τα νερά και συγκεκριμένα : α) η 2000/60/ΕΕ για την ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΩΝ στις Λεκάνες Απορροής Ποταμών - ΛΑΠ και για την επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων και β) η 2007/60/ΕΕ για την ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ.

Επίσης, «οδηγός» για τους ΦΔΥ θα είναι τα αντίστοιχα ΣΧΕΔΙΑ που εκπονούνται (ΣΔΛΑΠ, ΣΔΚΠ) στο πλαίσιο των δυο αυτών οδηγιών.

Η ευθύνη για τα Σχέδια αυτά που σήμερα εκπονούνται από την Γραμματεία Υδάτων του ΥΠΕΝ, θα πρέπει να μεταφερθεί στους ΦΔΥ, καθώς μόνο με αυτή την προϋπόθεση τα Σχέδια που θα καταρτιστούν θα πάψουν να έχουν θεωρητική αξία όπως, σε μεγάλο βαθμό, συμβαίνει έως σήμερα.

Οι ΦΔΥ θα ασκούν εποπτεία στην λειτουργία των επί μέρους οργανισμών και επιχειρήσεων που διαχειρίζονται το νερό και επεξεργάζονται τα λύματα (ΔΕΥΑ, ΓΟΕΒ/ΤΟΕΒ, Βιομηχανίες κλπ.), καθώς και των χρηστών νερού με ατομικά συστήματα (γεωτρήσεις).

Σε μια τέτοια επιλογή, θεωρείται δεδομένη η διατήρηση της ανεξαρτησίας και του αυτοδιοικητικού χαρακτήρα των ΔΕΥΑ και των ΓΟΕΒ/ΤΟΕΒ, με την προϋπόθεση φυσικά της αυστηροποίησης των κανόνων λειτουργίας και αξιολόγησης, την επιβεβλημένη εξυγίανση και τις ενδεδειγμένες συνενώσεις, όπου βεβαίως αυτό κριθεί αναγκαίο.[Π2]

Με βάση το γενικό αυτό πλαίσιο, βασική στρατηγική επιδίωξη των ΦΔΥ θα είναι η επίτευξη  στόχων, όπως : 

• αντιπληµµυρική  προστασία σε όλη την έκταση του Υδατικού Διαμερίσματος (ΥΔ), εφαρμογή και τήρηση όσων προβλέπονται στο (εγκεκριμένο από το ΥΠΕΝ)  ΣΔΚΠ, προγραμματισμός και εποπτεία υλοποίησης αντίστοιχων έργων και δράσεων,

• εφαρμογή του εγκεκριμένου ΣΔΛΑΠ,  ορθολογική διαχείριση των διατιθέµενων υδατικών πόρων, τόσο από ποσοτικής όσο και ποιοτικής  πλευράς, µε γνώμονα την αειφορία τους,

•  σχεδιασμός ανάπτυξης νέων δραστηριοτήτων στο ΥΔ, μέριμνα για την εξασφάλιση των αναγκαίων  οικονομικών πόρων, σε συνεργασία με κεντρική διοίκηση και Περιφέρεια

 

• παρακολούθηση του προγράμματος εξοικονόμησης νερού και υλοποίησης των προβλεπόμενων έργων (σύγχρονα αρδευτικά δίκτυα κλπ.), προσδιορισμός των υδρευτικών και αρδευτικών αναγκών του ΥΔ και παρακολούθηση υλοποίησης του προγράμματος των αντίστοιχων έργων (νέοι ταμιευτήρες, αγωγοί μεταφοράς νερού κλπ.) και δράσεων, εποπτεία στην καλή διοίκηση και λειτουργία των έργων

 

  τήρηση των περιβαλλοντικών όρων λειτουργίας του συνόλου των έργων, αλλά και η μέριμνα για την αναβάθμιση του περιβάλλοντος στην περιοχή  του ΥΔ

 

• παροχή επιστημονικής υποστήριξης στις τοπικές αρχές για τη διαχείριση του υδατικού δυναμικού του ΥΔ, ομοίως για την διαχείριση των υγρών αποβλήτων

 

• διαρκής παρακολούθηση της κατάστασης των υδροφορέων στην περιοχή (σύμφωνα με την κωδικοποίηση της σχετικής οδηγίας), συλλογή και καταγραφή στοιχείων καθώς και δημιουργία βάσης δεδομένων για την διαχείριση και την προστασία του υδατικού δυναμικού

 

• παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης σε όλα τα ζητήματα που συνδέονται με την οργάνωση και λειτουργία  των φορέων των χρηστών νερού (ΔΕΥΑ,ΤΟΕΒ).

 

3. Το 2021 η Ε.Δ.Υ.ΘΕ, με σχετική ΑΝΑΦΟΡΑ που κατέθεσε στη Βουλή και στα κόμματα, ζητούσε (μεταξύ άλλων) «εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου διαχείρισης υδάτων, δημιουργία κρατικού φορέα διαχείρισης σε κάθε υδατικό διαμέρισμα με την συμμετοχή όλων των χρηστών νερού, ενίσχυση των δομών και υπηρεσιών στον τομέα υδάτων».

Θεωρούμε πως η θέση αυτή για τον χαρακτήρα του ΦΔΥ είναι απολύτως συμβατή, αφενός με τον αδιαμφισβήτητο ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ και ταυτόχρονα ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ χαρακτήρα του νερού, αφετέρου με τις διακηρυγμένες απόψεις του συνόλου σχεδόν των πολιτικών και αυτοδιοικητικών παραγόντων που εξέφρασαν δημόσια τις θέσεις τους.[Π3]

Και με την ευκαιρία αυτή θα σχολιάσουμε τα όσα αποσπασματικά ανακοινώθηκαν για την προτεινόμενη (από το ΥΠΕΝ) Ανώνυμη Εταιρία (ΑΕ), η οποία θα προκύψει εάν πράγματι η κυβέρνηση προχωρήσει στην υποχρεωτική συνένωση του συνόλου των Οργανισμών άρδευσης της Θεσσαλίας.

Είναι προφανές ότι ο επιτελικός χαρακτήρας που εμείς προτείνουμε για τους ΦΔΥ και το καθήκον τους για εφαρμογή των κανόνων των Ευρωπαϊκών Οδηγιών που έχουν ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία, βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με την υποκατάσταση του ρόλου των ΤΟΕΒ (υπηρεσίες άρδευσης) από τον ΟΔΥΘ ΑΕ.

Κατά την άποψη μας ένα «επιτελείο» ΟΦΕΙΛΕΙ να επικεντρώνεται στον συντονιστικό του ρόλο, στην εφαρμογή της εγκεκριμένης από το ΥΠΕΝ πολιτικής υδάτων και όχι να αποσπάται σε επιμέρους αντικείμενα, όπως πχ. οι αρδεύσεις, στα οποία άλλωστε οι υφιστάμενοι οργανισμοί έχουν αποκτήσει μεγάλη εμπειρία και εξειδίκευση.

Φυσικά, για την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών οι οργανισμοί αυτοί θα πρέπει να ενισχυθούν με κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό και να υπάρξει ουσιαστική μείωση των παραμέτρων του κόστους, με κύριο στόχο την ηλεκτρική ενέργεια.

Σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα η κακή λειτουργία και τα χρέη κάποιων από τους  ΤΟΕΒ για την εντελώς άστοχη μετατροπή των (συνενωμένων) ΤΟΕΒ σε επιτελείο άσκησης πολιτικής υδάτων.

Σε ότι αφορά στην διοικητική  μορφή και οργάνωση, ο (κοινωνικού χαρακτήρα)  ΦΔΥ θα διοικείται από ένα Διοικητικό Συμβούλιο, του οποίου ο Πρόεδρος και τα μέλη θα ορίζονται  όπως θα προβλέπεται από τον ιδρυτικό τους νόμο και με συγκεκριμένο αριθμό εκπροσώπων φορέων (ενδεικτικά : εκπρόσωποι Κεντρικής διοίκησης, Περιφέρειας, Δήμων - ΔΕΥΑ, αγροτικών φορέων, συνεταιρισμών, Συνδέσμων Βιομηχανίας, Επιμελητήρια, επιστημονικές οργανώσεις κλπ.).

Ειδικά οι εκπρόσωποι των χρηστών, εναλλακτικά, θα μπορούν να εκλέγονται από ένα ειδικό όργανο (αντιπροσωπεία) που θα αποτελείται με προσδιορισμένη αναλογία από εκπροσώπους των φορέων.[Π4]

Η Ε.Δ.Υ.ΘΕ θεωρεί ότι ο φορέας διαχείρισης των υδάτων πρέπει να διατηρεί ένα κοινωνό χαρακτήρα καθώς διαχειρίζεται ένα μονοπωλιακό είδος  κρίσιμο για τη ζωή των πολιτών.

 

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Π1 : Με την ευκαιρία της παρούσας ανακοίνωσης της ΕΔΥΘΕ θα ήταν χρήσιμο να αναφέρουμε λίγα στοιχεία για την ιστορία του θέματος.

Τον Μάιο του 1982, κατά την διάρκεια ημερίδας που διοργανώθηκε στην αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου Λάρισας από τους Δήμους των μεγάλων πόλεων της Θεσσαλίας (Λάρισα, Τρίκαλα, Καρδίτσα), το ΤΕΕ/ΚΔΘ κλπ. (με την ευκαιρία του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Περιβάλλοντος), παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Θεσσαλία από ειδικούς επιστήμονες και πανεπιστημιακούς η πρόταση για την δημιουργία ΦΔΥ.

Τα συμπεράσματα της ημερίδας αυτής  αποτέλεσαν στην συνέχεια βασικό αίτημα των εκπροσώπων της Αυτοδιοίκησης στην Θεσσαλία (Νομάρχες, Δήμαρχοι), των Επιμελητηρίων κλπ.

Οι προτάσεις εκείνης της ημερίδας προστέθηκαν σε αρκετές άλλες επιστημονικές προσπάθειες που αναπτύχθηκαν σε όλη τη χώρα από Πανεπιστήμια, Πολυτεχνεία, Επιμελητήρια, Επιστημονικά Συνέδρια κοκ.

Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1987 επί υπουργίας  Α. Πεπονή, οι προτάσεις αυτές βρήκαν μερική ανταπόκριση με την θέσπιση του Ν.1739/87, ενός νομοθετήματος πολύ πιο μπροστά από την εποχή του και αρκετά χρόνια πριν την σχετική οδηγία της ΕΕ (2000/60) για τα νερά.

Για πρώτη φορά τέθηκαν αρχές για την ορθολογική χρήση των υδάτων και κανόνες επιστημονικής διαχείρισης.

Δυστυχώς όμως, δεδομένου πως η εφαρμογή του νόμου αυτού «χαλούσε» διαμορφωμένες από χρόνια ισορροπίες και προκαλούσε πολιτικό κόστος, ούτε οι ΦΔΥ δημιουργήθηκαν, ούτε τελικά εφαρμόστηκε ο νόμος αυτός.

Από τότε έως και σήμερα η ελληνική πολιτεία και το σύνολο των εντεταλμένων οργάνων της για την ΔΥ, παραδομένοι σε ένα καθεστώς απίστευτης πολυδιάσπασης και επικάλυψης αρμοδιοτήτων, κατέληξαν να παρακολουθούν τα σχετικά θέματα «από απόσταση» και να παρεμβαίνουν αποσπασματικά και περιστασιακά, χωρίς σχέδιο και στόχους, την ίδια ώρα που η κατάσταση στο περιβάλλον και στα υδάτινα οικοσυστήματα, κατά κοινή ομολογία, επιδεινώθηκε δραματικά.

Θα σημειώσουμε πως ο Ν.1739/87 ήταν προσαρμοσμένος στην Ελληνική πραγματικότητα και πρόβλεπε την συμμετοχή των χρηστών στην διαχείριση των υδάτων.

Οπωσδήποτε θα είχε πραγματικά αξία αυτός ο «ξεχασμένος» νόμος να ληφθεί υπόψη από τους αρμόδιους φορείς (ΥΠΕΝ, Περιφέρεια κλπ.) στην τελική διαμόρφωση του ΦΔΥ, από κοινού με τα αναμενόμενα κυβερνητικά σχέδια και προτάσεις.

Π2 : Κρίνουμε πως, μεταξύ άλλων, οι ΤΟΕΒ θα πρέπει να τύχουν επαρκούς τεχνικής και επιστημονικής υποστήριξης ώστε να είναι σε θέση να λειτουργούν και να συντηρούν τα αρδευτικά τους έργα και να διαχειρίζονται με τον βέλτιστο τρόπο τους διαθέσιμους υδατικούς πόρους.

Επιπλέον οι διοικήσεις τους, μέσω αλλαγών στο θεσμικό τους πλαίσιο, θα πρέπει να πλαισιωθούν με εξειδικευμένους τεχνικούς και επιστήμονες, έτσι ώστε σταδιακά οι οργανισμοί αυτοί αφενός να αποκτήσουν την απαραίτητη λειτουργική επάρκεια, αφετέρου να περιοριστεί η εξάρτηση των διοικήσεων από τους αρδευτές-μέλη των ΤΟΕΒ.

Π3 : Χαρακτηριστική είναι η σχεδόν ομόφωνη αντίδραση του Δημοτικού Συμβουλίου Λάρισας, συμπεριλαμβανόμενης της παράταξης που σήμερα διοικεί το Δήμο Λαρισαίων, μετά την κυβερνητική απόφαση για  ένταξη των υπηρεσιών ύδρευσης στην εποπτεία της ΡΑΕ (δες ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, 12 Μαρτίου 2023).

Στην ανακοίνωση αναφέρεται πως η απόφαση αυτή της κυβέρνησης «αποσκοπεί στη σταδιακή ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης» και πως «αντιβαίνει στο Σύνταγμα κάθε προσπάθεια αλλοίωσης του κοινωνικού και δημόσιου χαρακτήρα διαχείρισης του ύδατος και έρχεται σε αντίθεση με αποφάσεις του ΣτΕ υπέρ της δημόσιας διαχείρισης του νερού».

Ανάλογες αντιδράσεις υπήρξαν και από φορείς και οργανώσεις εργαζομένων, από κόμματα κλπ. μετά την εξαγγελία για δημιουργία του ΟΔΥΘ ΑΕ.

Π4 : Η «Βουλή των υδάτων» στο κάθε ΥΔ, στη λογική του γαλλικού μοντέλου ΔΥ.

Για  την Ε.Δ.Υ.ΘΕ

Γέμτος Φάνης, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας,

Γιαννακός Κώστας, πρόεδρος Γεωπονικού Συλλόγου Λάρισας,

Ντογκούλης Δημήτρης, πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας,

Σοφολόγης Δημήτρης, πρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Γεωπόνων

 Eνημερωθείτε για τα νέα του blog


Δημοφιλέστερες Αναρτήσεις