Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άρθρα - Επιστολές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άρθρα - Επιστολές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Προοπτικές και προβλήματα δέσμευσης οργανικού άνθρακα στα γεωργικά εδάφη - (Θόδωρος Καρυώτης)*



Η Συμφωνία του Παρισιού (2015) προβλέπει τη σταδιακή κατάργηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από τους 2oC, με απώτερο στόχο περιορισμού στους 1,5oC. 

Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να μειώσει τις καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου τουλάχιστον 55% έως το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. 

Σύμφωνα με το νομοθέτημα για το κλίμα (Καν. 2021/1119), θεσπίσθηκε το πλαίσιο για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως το 2050.

Οι αυξανόμενες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα μπορούν να δεσμεύονται και να απορροφώνται από την ατμόσφαιρα μέσω δραστηριοτήτων, όπως η ανθρακοδεσμευτική γεωργία. Η δέσμευση του εδαφικού οργανικού άνθρακα είναι μια σημαντική διεργασία για τη βελτίωση της ποιότητας των εδαφικών πόρων, επειδή αυξάνεται η οργανική ουσία και μειώνεται ο κίνδυνος διάβρωσης των εδαφών. 
Τα αποθέματα άνθρακα στα εδάφη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπολογίζονται σε 34 δισεκατομμύρια τόνους σε βάθος 0-20 εκ. από την επιφάνεια. Η κατανομή άνθρακα διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών της Ευρώπης. Υπολογίσθηκε ότι για τα καλλιεργούμενα ελληνικά εδάφη που βρίσκονται σε υψόμετρο 0-500 μ., η συνολική ποσότητα του δεσμευμένου οργανικού άνθρακα (Καρυώτης και συνεργάτες, 2017) σε βάθος 0-30 εκατοστά ανέρχεται σε 171,3 εκατομμύρια τόνους (6.293 δείγματα, ΕΛΓΟ-«ΔΗΜΗΤΡΑ»).
Η έκθεση του ΥΠΕΝ (2023) προς την Ευρωπαϊκή Ένωση αναφέρει ότι οι εκπομπές από τη γεωργία που αντιστοιχούσαν στο 10,38% των συνολικών εκπομπών το 2021 μειώθηκαν σημαντικά, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Η μείωση των εκπομπών από τα γεωργικά εδάφη οφείλεται κυρίως στον περιορισμό των αζωτούχων λιπασμάτων και στη συρρίκνωση της κτηνοτροφίας.
Λόγω του σημαντικού δυναμικού ανθρακοδέσμευσης στα γεωργικά εδάφη, υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον στον παραπάνω τομέα, ενώ οι απόψεις αρκετών ειδικών συγκλίνουν στην παροχή κινήτρων στους αγρότες προκειμένου να εφαρμόσουν καλλιεργητικές πρακτικές για την ενίσχυση της ανθρακοδέσμευσης στα εδάφη. Όμως, λόγω της ανομοιομορφίας των εδαφών και των κλιματικών συνθηκών μεταξύ των γεωργικών περιοχών της Ευρωπαϊκή Ένωσης, διαφέρουν οι ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα που δεσμεύονται. 
Η αποθήκευση άνθρακα στο έδαφος δεν είναι απεριόριστη, επειδή τα εδάφη έχουν ένα συγκεκριμένο επίπεδο κορεσμού άνθρακα (Paustian et al., 2019). H ικανότητα δέσμευσης των εδαφών σε διοξείδιο του άνθρακα εξαρτάται από τις φυσικοχημικές ιδιότητες, το κλίμα και τις γεωργικές πρακτικές που εφαρμόζονται. Τα αργιλώδη εδάφη έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες αποθήκευσης οργανικής ύλης. 
Στα αργιλώδη εδάφη με ευνοϊκές συνθήκες δραστηριότητας των μικροοργανισμών διευκολύνεται η αποσύνθεση της οργανικής ύλης, η οποία συμβάλλει στην αποθήκευση άνθρακα. Αντίθετα, τα αμμώδη έχουν χαμηλότερο δυναμικό δέσμευσης άνθρακα σε σύγκριση με τα πηλώδη και αργιλώδη εδάφη.
Οι αγορές άνθρακα που αποθηκεύεται στα γεωργικά εδάφη απαιτούν ακριβείς μετρήσεις ή υπολογισμό της ποσότητας που δεσμεύεται. Η ανάγκη για αξιόπιστες και ακριβείς μεθοδολογίες μέτρησης του άνθρακα του εδάφους δεσμεύεται σε διαφορετικές συνθήκες και περιβάλλοντα, είναι σοβαρό εμπόδιο για την ευρεία εφαρμογή των πολιτικών για την ανθρακοδέσμευση. Διάφορες μελέτες έδειξαν ότι τα προγράμματα δέσμευσης άνθρακα πρέπει να χαρακτηρίζονται από διαφάνεια και αποδεκτές μεθοδολογίες για επαλήθευση και πιστοποίηση μείωσης ή αντιστάθμισης εκπομπών άνθρακα. 
Οι μηχανισμοί κινήτρων για τη δέσμευση άνθρακα μάλλον πρέπει να επανασχεδιαστούν, ώστε να διασφαλιστεί εκτός από τη βιωσιμότητα των αγροοικοσυστημάτων και ένα λογικό κέρδος των αγροτών. Οι αγρότες εκφράζουν ανησυχίες για τον περίπλοκο μηχανισμό που προτείνεται, τις δυσκολίες εφαρμογής διαφόρων γεωργικών πρακτικών και το ύψος των οικονομικών κινήτρων (Barbato and Strong, 2023).
Τα αποτελέσματα πρέπει να συνοδεύονται από αποδεκτούς επιστημονικά δείκτες και σύστημα παρακολούθησης, ενώ για την επαλήθευση υπολογισμού της δέσμευσης οργανικού άνθρακα στα εδάφη χρειάζεται ένα αξιόπιστο σύστημα εδαφολογικής έρευνας. Η επιτυχία της ανθρακοδέσμευσης εξαρτάται σε έναν βαθμό και από την απλούστευση των γραφειοκρατικών εμποδίων, την προώθηση μακροχρόνιων συμβολαίων και τη λειτουργία συστημάτων παρακολούθησης (monitoring) και επαλήθευσης, τα οποία πρέπει να ελέγχονται από δημόσιο φορέα. Για να αξιοποιηθεί αυτή η δυνατότητα του γεωργικού τομέα, απαιτείται ένα πακέτο πολιτικών που πρέπει να περιλαμβάνει πρωτόκολλα και κανονισμούς για την αντιμετώπιση της απώλειας άνθρακα του εδάφους, αξιόπιστες μεθοδολογίες υπολογισμού της δέσμευσης ανά καλλιέργεια, κλιματική ζώνη και εδαφικό τύπο και μακροχρόνια κίνητρα που πρέπει να παρέχονται στους αγρότες.
Οι πολιτικές για το κλίμα σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο σε πολλές χώρες άρχισαν να περιλαμβάνουν ολοένα και περισσότερο προγράμματα κινήτρων για την ενθάρρυνση των αγροτών προκειμένου να αναλάβουν δραστηριότητες στο αγρόκτημα που δεσμεύουν τον άνθρακα στα εδάφη (Newell-Price et al., 2022). Η αναθεώρηση της αγροτικής πολιτικής πρέπει να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη διατήρηση των αποθεμάτων άνθρακα στο έδαφος. Οι μακροχρόνιες συμβάσεις μπορούν να περιλαμβάνουν συγκεκριμένους όρους για την προστασία των αποθεμάτων άνθρακα του εδάφους από αστάθεια, ώστε να μην υπάρχουν «παραθυράκια» για την εύκολη επιστροφή των ιδιοκτητών γης στις συμβατικές γεωργικές πρακτικές. Το πρόσφατο ενδιαφέρον για την ανθρακοδέσμευση ίσως ανοίγει νέες προοπτικές για τους αγρότες να εφαρμόσουν οικολογικά σχήματα και να επωφεληθούν από οικονομικά κίνητρα. Όμως, υπάρχει πολύς δρόμος και αρκετές δυσκολίες που πρέπει να ξεπερασθούν. Οι διάφορες προσπάθειες για τη βελτίωση της ανθρακοδέσμευσης στο εδαφικό σύστημα δεν έχουν ακόμη ευρεία αποδοχή, ούτε υπάρχει η αναμενόμενη ευαισθητοποίηση, ειδικά από τους υπεύθυνους χάραξης της περιβαλλοντικής πολιτικής.

* Θόδωρος Καρυώτης, γεωπόνος- εδαφολόγος, συντ. τακτικός ερευνητής ΕΛΓΟ-«ΔΗΜΗΤΡΑ», υπηρέτησε ως σύμβουλος στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog


Χρήση νέων τεχνολογιών για μείωση του κόστους παραγωγής - (Φάνης Γέμτος)*

 




Πολλές νέες τεχνολογίες αναπτύσσονται και μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και στη μείωση του κόστους παραγωγής. 

Γενετική βελτίωση φυτών και ζώων, γεωργία συντηρήσεως, συστήματα μεταφοράς και διανομής αρδευτικού νερού είναι κάποιες από αυτές.

Εκεί, όμως, που γίνεται μια επανάσταση είναι στην εφαρμογή των τεχνολογιών πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών που μπορούν να δώσουν σημαντικά βελτιωμένα αποτελέσματα.

Θα μπορούσαμε να ομαδοποιήσουμε τις εφαρμογές σε τέσσερις τομείς :

1. Την κατεύθυνση των κινήσεων του μηχανικού εξοπλισμού στο χωράφι που βελτιώνει ουσιαστικά την ακρίβεια των εφαρμογών μέχρι την ανάπτυξη αυτόνομων συστημάτων που θα λειτουργούν χωρίς χειριστές. Η ακρίβεια στις κινήσεις των μηχανημάτων έχει σημαντικές δυνατότητες εξοικονόμησης εισροών. Ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται και με δυνατότητες διακοπής λειτουργίας μέρους των μηχανημάτων σε σημεία του χωραφιού που έχουν ήδη περάσει. Για παράδειγμα, δεν έχουμε διπλά περάσματα των σπαρτικών, λιπασματοδιανομέων, ψεκαστικών από σημεία του χωραφιού ή/και διακοπή ροής σπόρου, λιπασμάτων και ψεκαστικού υγρού σε σημεία που έχουν ήδη καλυφθεί με αντίστοιχη εξοικονόμηση πόρων. Η μείωση των επικαλύψεων εξοικονομεί και καύσιμα που είναι ιδιαίτερα σημαντικά στο κόστος παραγωγής και στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

Τα αυτόνομα συστήματα έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται και η χρήση τους επεκτείνεται. Η χρήση συστημάτων αυτόματης οδήγησης σε συνδυασμό με αυτόματη διακοπή λειτουργίας του μηχανήματος, όπου έχει ήδη γίνει εφαρμογή εξοικονομούν 4-7% του σπόρου κατά τη σπορά, 10-15% των φυτοφαρμάκων κατά τους ψεκασμούς, 5-10% κατά την εφαρμογή αζωτούχων και λοιπών λιπασμάτων.
2. Την ανάπτυξη αισθητήρων που να καταγράφουν την κατάσταση των χωραφιών και να κατευθύνουν τους αγρότες στη λήψη αποφάσεων για τις καλλιέργειές τους. Οι αισθητήρες υπόγειοι, επίγειοι, υπέργειοι και σε δορυφόρους μπορούν να δώσουν εικόνα του χωραφιού και σημεία που χρειάζονται επεμβάσεις. Μια από τις πρώτες εφαρμογές είναι η μέτρηση της ανάκλασης του ηλιακού φωτός από τα φυτά. Δημιουργούμε δείκτες βλάστησης που μας βοηθούν να καταλάβουμε διαφορές σε σημεία του χωραφιού. Ουσιαστικά εκτιμούμε το χρώμα των φυτών που σχετίζεται με την κατάσταση της φυτείας π.χ. της επάρκειας του αζώτου. Σε δενδρώδεις καλλιέργειες η μέτρηση της κόμης των δέντρων μπορεί να είναι η βάση διαφοροποίησης της εφαρμογής λιπασμάτων ή φυτοφαρμάκων. Νεότεροι αισθητήρες μπορούν να κάνουν έγκαιρη διάγνωση ασθενειών των φυτών ή προσβολών. Μπορούν να ξεχωρίζουν τα χρήσιμα φυτά από τα ζιζάνια και να μπορούν να τα καταπολεμούν. Οι εφαρμογές πληθαίνουν και αναπτύσσονται συνεχώς. Άλλοι αισθητήρες μετρούν την υγρασία του εδάφους και να μας καθοδηγούν να ποτίζουμε όταν και όσο πρέπει, επιτυγχάνοντας εξοικονόμηση νερού και ενέργειας. Αισθητήρες χαρτογράφησης της παραγωγής στις μηχανές συγκομιδής είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι, καθώς έχουμε εικόνα του χωραφιού μας με πραγματικά στοιχεία και μπορούμε να αξιολογούμε τις πρακτικές που εφαρμόσαμε την προηγούμενη χρονιά και να τις συνδέσουμε με τις καιρικές συνθήκες.
3. Την ανάπτυξη συστημάτων διαφοροποιημένων εφαρμογών των εισροών, στηριζόμενα στις μετρήσεις των αισθητήρων, που ταιριάζουν με τις ανάγκες των καλλιεργειών και από τη μια πλευρά να εξοικονομούν πόρους και εισροές και από την άλλη να μεγιστοποιούν τις αποδόσεις. Με βάση αισθητήρες μέτρησης του χρώματος των φυτών μπορούμε να κάνουμε διαφοροποιημένη λίπανση των φυτών μας. Κάποια συστήματα χρησιμοποιούν αισθητήρες σε εναέρια μέσα, δημιουργούν χάρτες εφαρμογής και εφαρμόζουν τις σωστές ποσότητες λιπάσματος ή φυτοφαρμάκων, όπως π.χ. ρυθμιστών ανάπτυξης σύμφωνα με την εικόνα των φυτών. Άλλα συστήματα έχουν τους αισθητήρες πάνω στα τρακτέρ ή στα μηχανήματα και αυτόματα αυξάνουν ή μειώνουν τη δόση του λιπάσματος ή του ψεκαστικού υγρού. Εφαρμογές εντοπίζουν τα ζιζάνια, τα ξεχωρίζουν από τα φυτά μας και μπορούν να τα καταστρέψουν είτε με εντοπισμένο ψεκασμό είτε με καταστροφή μηχανική είτε με laser. Οι διαφοροποιημένοι ψεκασμοί μπορούν να μειώσουν σημαντικά τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούμε μειώνοντας τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η εξοικονόμηση λιπασμάτων από διαφοροποιημένη εφαρμογή με βάση τους δείκτες βλάστησης φτάνει μέχρι το 25%. Η μείωση ζιζανιοκτόνων με εντοπισμό των ζιζανίων και ατομικό ψεκασμό τους εξοικονομεί μέχρι 90% του φαρμάκου. Η εφαρμογή αισθητήρων υγρασίας μειώνει ουσιαστικά τη χρήση νερού, έναν φυσικό πόρο που δεν υπάρχει σε αφθονία. Καθώς σήμερα η άρδευση είναι εμπειρική, εκτιμάται ότι μια μείωση νερού και ενέργειας του 15% και πάνω είναι δυνατή.

4. Μια άλλη δυνατότητα δίνεται στους αγρότες από τα λογισμικά που τους βοηθούν στη λήψη αποφάσεων. Τα συστήματα αυτά είναι συνδεδεμένα με μετεωρολογικούς σταθμούς για να έχουν στοιχεία καιρού. Ο παραγωγός τροφοδοτεί το σύστημα με στοιχεία για το χωράφι του (τύπος εδάφους, ανάλυση εδάφους προηγούμενη καλλιέργεια), ποικιλία που σπέρνει, χρόνο σποράς. Το πρόγραμμα αναλύει την ανάπτυξη της φυτείας και συμβουλεύει τον αγρότη για την ποσότητα σπόρου για τη σπορά, χρόνο και ποσότητα λίπανσης, χρόνο άρδευσης, ψεκασμούς κ.λπ. Υπάρχουν πολλά πετυχημένα προγράμματα. Εμπειρία μου με το λογισμικό granoduro.net για το σκληρό σιτάρι μού έδειξε ότι οι συμβουλές που έδινε στους αγρότες ήταν πολύ σωστές. Στο τέλος υπολόγιζε και τις επιπτώσεις στο περιβάλλον με ανάλυση κύκλου ζωής, σημαντικό στοιχείο για τις εταιρείες παραγωγής ζυμαρικών.
Η ωφέλεια που έχουμε από τη χρήση των νέων τεχνολογιών είναι αναμφισβήτητή. Γι’ αυτό πολλές εφαρμογές έχουν επικρατήσει σε χώρες όπως οι ΗΠΑ. Έρευνα έδειξε ότι το 90% των αγροτών έχει υιοθετήσει συστήματα καθοδήγησης των μηχανημάτων και 50% συστήματα διαφοροποιημένης λίπανσης. Βεβαίως, κάθε νέο σύστημα έχει ένα κόστος αγοράς, αλλά και εκμάθησης της ορθής λειτουργίας του. Για παράδειγμα, ένας λιπασματοδιανομέας για διαφοροποιημένη λίπανση με αισθητήρα στο τρακτέρ της AUGMENTA που τοποθετείται πάνω σε υπάρχοντα λιπασματοδιανομέα ή ψεκαστικό κόστιζε 10.000 ευρώ, ενώ ο αντίστοιχος με χάρτες εφαρμογής από δορυφόρους 25.000 ευρώ. Αν το μηχάνημα πρέπει να αποσβεστεί σε 8 χρόνια και με επιτόκιο 5%, τότε το πρώτο μηχάνημα έχει ετήσια απόσβεση 1.500 ευρώ με επιπλέον το κόστος του λιπασματοδιανομέα και το δεύτερο 2.750 ευρώ. Κόστος που μπορεί να αποσβεστεί εύκολα από τη μείωση του λιπάσματος σε ένα αγρόκτημα 1.000 στρ., αλλά δύσκολα σε ένα 100 στρ. Για τα μικρά ελληνικά αγροκτήματα τίθεται θέμα ομαδικής χρήσης ή εφαρμογής από επαγγελματίες με μηχανήματα για να υπάρξει ουσιαστική ωφέλεια από τη χρήση αυτής της τεχνολογίας.
Για τους αισθητήρες υγρασίας και συστήματα καθορισμού του χρόνου έναρξης και διακοπής της άρδευσης το κόστος είναι σε ύψος 1.000 ευρώ. Για ένα αγροτεμάχιο 50 στρεμμάτων και απόσβεση σε 5 χρόνια το κόστος καλύπτεται εύκολα για περιοχές με άρδευση από γεωτρήσεις με κόστος 60-100 ευρώ/στρ. Ακόμη και με εξοικονόμηση 10% το κόστος υπερκαλύπτεται με σημαντική ωφέλεια για τον παραγωγό και το περιβάλλον. Τα λογισμικά για υποβοήθηση αποφάσεων διατίθενται με ένα κόστος της τάξεως το 0,5 -1 ευρώ/στρ., που επίσης εύκολα αποσβένεται από σημαντικές μειώσεις στις εισροές σπόρου, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων κ.λπ.

Οι νέες τεχνολογίες και ιδιαίτερα οι τεχνολογίες της Πληροφορικής και των Τηλεπικοινωνιών μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στη μείωση του κόστους παραγωγής της Ελληνικής Γεωργίας και στην αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της.

Προφανώς πρέπει να προωθήσουμε τη χρήση τους για να μη βρεθούμε στο περιθώριο. Πώς ; Το κρίσιμο ερώτημα.

*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.


ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Λίπανση, φυτοπροστασία, άρδευση και κόστος παραγωγής - (Φάνης Γέμτος)*

 


Η λίπανση είναι ένα άλλο στοιχείο του μεγάλου κόστους παραγωγής. Είναι του επιπέδου κατεργασίας του εδάφους.

Κανονικά θα έπρεπε η λίπανση φωσφόρου και καλίου να στηρίζεται σε αναλύσεις εδάφους, κάτι που κατά κανόνα δεν γίνεται. 
Όσες αναλύσεις κάναμε σε χωράφια αγροτών, συνήθως είχαμε περισσότερο φώσφορο από όσο χρειάζονταν οι καλλιέργειες, επομένως θα μπορούσαμε να αποφύγουμε την εφαρμογή για 1-2 χρονιές. 
Η άποψη ότι φώσφορος και κάλιο δεν χάνονται είναι σωστή μέχρι κάποιο σημείο. Αλλά κάθε απώλεια εδάφους, π.χ. από διάβρωση, παίρνει και στα στοιχεία αυτά μαζί του, αλλά και κάποιες ποσότητες αδρανοποιούνται. Το άζωτο είναι το μεγαλύτερο μέρος του κόστους λίπανσης, αλλά και η βάση των μεγάλων αποδόσεων της γεωργίας μας. 
Επομένως, ορθή εφαρμογή δίνει τα καλύτερα αποτελέσματα. Το άζωτο σε όποια μορφή κι αν το εφαρμόσουμε, τελικά μετατρέπεται σε νιτρικό, που είναι και πιο εύληπτο από τα φυτά. 
Τα νιτρικά είναι ευδιάλυτα στο νερό και εκπλύνονται με τη βαθιά διήθηση είτε από βροχή είτε από εφαρμογή μεγαλύτερης ποσότητας αρδευτικού νερού. Επομένως, ο κίνδυνος απώλειας είναι μεγάλος. 
Το αμμωνιακό άζωτο ως θετικά φορτισμένο συγκρατείται από το έδαφος που είναι αρνητικά φορτισμένο. Επομένως, όταν θέλουμε άμεση χρήση του αζώτου, προσθέτουμε νιτρική μορφή, όταν θέλουμε η απορρόφηση να γίνει σε μεγαλύτερο χρόνο, εφαρμόζουμε αμμωνιακή μορφή. Δεδομένου ότι και το αμμωνιακό άζωτο μετατρέπεται από τους μικροοργανισμούς του εδάφους σε νιτρικό, είναι προφανές ότι πρέπει να εφαρμόζουμε το άζωτο όταν τα φυτά το χρειάζονται, δηλαδή σε περισσότερες δόσεις, ώστε να έχουμε ελάχιστες απώλειες. 
Κάθε πέρασμα στο χωράφι έχει κόστος, επομένως πρέπει να γίνει ένας συγκερασμός των δόσεων με τις απώλειες. 
Γι’ αυτό στα σιτηρά προτείνουμε δύο και ακόμα τρεις δόσεις εφαρμογής (σε υγρές χρονιές και όταν πρόκειται να ποτίσουμε), αλλά και στις σκαλιστικές καλλιέργειες οι περισσότερες δόσεις δίνουν καλύτερη απόδοση του αζωτούχου λιμάσματος. Σε αντίθεση με τον φωσφόρο και το κάλιο που μπορούν να εφαρμοστούν κατά τη σπορά σε μία δόση. 
Η ποσότητα που θα εφαρμόσουμε σχετίζεται με πολλούς παράγοντες, όπως η προηγούμενη καλλιέργεια (π.χ. ένα ψυχανθές αφήνει άζωτο στο έδαφος), αλλά και τον στόχο της παραγωγής που έχουμε. Επομένως, δεν εφαρμόζουμε τις ίδιες ποσότητες κάθε χρόνο, αλλά κάνουμε τους λογαριασμούς μας και αποφασίζουμε.
Η φυτοπροστασία είναι ένα σημαντικό στοιχείο του κόστους παραγωγής, αλλά και επιπτώσεων στο περιβάλλον. 
Η πολιτική από το αγρόκτημα στο πιάτο του καταναλωτή και η νέα ΚΑΠ προβλέπουν μείωση των δραστικών ουσιών, αλλά και των εφαρμοζόμενων ποσοτήτων κατά 50%. 
Κάτι εξωπραγματικό, αλλά δεν είναι και το μόνο στη νέα ΚΑΠ, κάτι που φαίνεται να προκαλεί ισχυρές αντιδράσεις των αγροτών. Ανεξάρτητα από την ΚΑΠ, η ορθή εφαρμογή της φυτοπροστασίας είναι κρίσιμη τόσο για το κόστος παραγωγής όσο και για την υγεία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος. 
Γι’ αυτό οι ψεκασμοί πρέπει να γίνονται μόνο όταν χρειάζονται και με τους κανόνες που ορίζονται από τους κατασκευαστές και τις καλές γεωργικές πρακτικές. Αμειψισπορές και καλλιέργειες φυτοκάλυψης περιορίζουν τόσο τα ζιζάνια όσο και τα παράσιτα των φυτών μας. 
Η μονοκαλλιέργεια, μια πρακτική που ενισχύθηκε από τις επιλεκτικές επιδοτήσεις της ΚΑΠ (βαμβάκι, σκληρό σιτάρι) οδήγησε σε αύξηση των εχθρών. Οι συνεχείς ψεκασμοί με τα ίδια φυτοφάρμακα άρχισε να δημιουργεί ανθεκτικότητες των εχθρών των φυτών μας σε φυτοφάρμακα. Ιδιαίτερα πολλά ζιζάνια έχουν αποκτήσει ανθεκτικότητες σε ζιζανιοκτόνα. Επομένως, αμειψισπορές και χρήση διαφόρων δραστικών ουσιών για την καταπολέμηση των εχθρών συμβάλλουν στη μείωση των παρασίτων και του κόστους καταπολέμησης. Ψεκασμοί μόνο όταν είναι πραγματικά αναγκαίοι είναι το κρίσιμο στοιχείο. Ποτέ προληπτικοί ψεκασμοί και ποτέ ψεκασμοί ακολουθώντας τον γείτονα. Πάντα διαπιστώνουμε με επιτόπια εξέταση την προσβολή και μετά επεμβαίνουμε. 
Το ίδιο ισχύει για τα ζιζάνια που πρέπει να τα καταγράφουμε για να εφαρμόζουμε τα ζιζανιοκτόνα που ταιριάζουν. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την εφαρμογή των οδηγιών των παραγωγών των φυτοφαρμάκων και την καλή ποιότητα, συντήρηση και ρύθμιση των ψεκαστικών θα οδηγήσουν σε μειωμένο κόστος και μεγαλύτερες αποδόσεις υψηλής ποιότητας προϊόντων.
Το κόστος άρδευσης είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της Θεσσαλίας. Υπάρχουν δύο περιοχές. 
Εκεί που ποτίζουν με επιφανειακά νερά με κόστος 10-30 ευρώ/στρ. και εκεί που ποτίζουν με υπόγεια νερά που αντλούνται από βάθη 100 και πλέον μέτρων που το κόστος φτάνει τα 80-100 ευρώ/στρ. 
Και εδώ δεν είναι μόνο το κόστος της ενέργειας, αλλά και η απόσβεση της γεώτρησης που ανέρχεται σε δεκάδες χιλιάδες ευρώ και πρέπει να ανανεώνεται σε μικρά χρονικά διαστήματα, καθώς η στάθμη των υδάτων χαμηλώνει. Η εφαρμογή του νερού γίνεται εμπειρικά ως προς την ποσότητα και με μεθόδους που δεν έχουν υψηλό βαθμό απόδοσης (ποσότητα που καταλήγει στα φυτά προς το εφαρμοζόμενο νερό) του νερού. 
Πρώτο μέλημά μας πρέπει να είναι η επέκταση της χρήσης επιφανειακών νερών σε αντικατάσταση των γεωτρήσεων. 
Προφανώς χρειαζόμαστε να αποθηκεύουμε τα χειμερινά νερά των βροχοπτώσεων σε ταμιευτήρες νερού στα ορεινά για να έχουμε το καλοκαίρι να ποτίζουμε με καθαρό και φθηνό νερό. 
Αυτό θα αποκαταστήσει σταδιακά τους υπόγειους υδροφορείς και θα σταματήσει ή αναστρέψει τη διαρκή ταπείνωση της στάθμης. Δεύτερο μέσο μείωσης του κόστους η εφαρμογή συστημάτων στάγδην άρδευσης που έχουν τον μεγαλύτερο βαθμό απόδοσης και τη μικρότερη πίεση λειτουργίας, επομένως και κόστος ενέργειας. Υπάρχει το κόστος των σταλλακτηφόρων σωλήνων και εξαρτημάτων που πρέπει να αποσβεστούν, αλλά μειώνει σημαντικά και το κόστος εφαρμογής και παρακολούθησης. 
Πόση δόση νερού πρέπει να εφαρμόζουμε και σε ποια χρονικά διαστήματα είναι δύσκολα ερωτήματα. Ο χρόνος εφαρμογής μας δίνεται από την εικόνα των φυτών μας. Στο βαμβάκι ποτίζουμε όταν αλλάζουν χρώμα τα φύλλα το μεσημέρι, ενώ σε άλλες καλλιέργειες ποτίζουμε ανά τακτά διαστήματα. Το πόσο νερό εφαρμόζουμε και αυτό είναι εμπειρικό. Όταν εφαρμόζουμε περισσότερο νερό από όσο χρειάζεται, εκτός από τη σπατάλη νερού και ενέργειας προκαλούμε και έκπλυση των ευδιάλυτων στοιχείων, όπως το άζωτο, προσθέτοντας στο κόστος παραγωγής. Υπάρχει μεγάλος χώρος μείωσης του κόστους άρδευσης και η δυνατότητα χρήσης νέων τεχνολογιών θα αναλυθεί στο επόμενο σημείωμα.

*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Μήπως να ξαναδούν τα αιτήματά τους οι αγρότες ; (Γιώργος Νάνος)*

 



Να ξεκαθαρίσουμε ότι είμαι από αγροτική οικογένεια και θεωρώ ότι γνωρίζω αρκετά τι θα πει πρωτογενής φυτική παραγωγή. 

Κάθε χρόνο ακούμε τα ίδια σχετικά με το κόστος παραγωγής των αγροτικών προϊόντων, με τις χαμηλές τιμές αυτών στον παραγωγό και τις υψηλές τιμές αυτών στον καταναλωτή.

Αυτό μπορεί να αλλάξει μόνο με ισχυρές Ομάδες Παραγωγών και με τη διαφοροποίηση του προϊόντος και της αγοράς στόχου.
Δεν θα μείνω, όμως, εκεί. Η πραγματικότητα είναι ότι το κόστος καλλιέργειας των αγροτικών προϊόντων στην Ελλάδα είναι υψηλό. 
Αυτό μπορεί να μειωθεί ; Ναι, κατηγορηματικά ναι.
Είναι υψηλό το κόστος του ρεύματος. Μπορούμε να το μειώσουμε ; Φυσικά, αν ξέραμε πόσο νερό πρέπει να αρδεύσουμε σε κάθε καλλιέργεια κάθε εβδομάδα, θα μειώναμε σχεδόν πάντα το κόστος λειτουργίας της πομόνας, καθώς στη δενδροκομία που γνωρίζω η κατανάλωση αρδευτικού νερού (άρα και ρεύματος) είναι υπερβολική (και νερό δεν περισσεύει στη Θεσσαλία, και το υπερβολικό νερό καταλήγει σε πολλά αρνητικά για το έδαφος και την καλλιέργεια). 
Τι πιο λογικό θα ήταν ένα αίτημα να δημιουργηθεί ένα δίκτυο μετεωρολογικών σταθμών και με την κατάλληλη υποδομή και ελάχιστο προσωπικό να γνωρίζουν οι αγρότες κάθε εβδομάδα πόσο νερό πρέπει να εφαρμόσουν στην καλλιέργειά τους. Σίγουρα θα πλήρωναν λιγότερα χρήματα στο ηλεκτρικό ρεύμα. Η Καλιφόρνια το κάνει αυτό. Η Κρήτη το κάνει για ελιά, εσπεριδοειδή και αβοκάντο. Η Άρτα το κάνει για τα εσπεριδοειδή. 
Στην εποχή της τεχνολογίας αυτά είναι απλά πράγματα. Εμείς το κάναμε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις παραγωγών στον Τύρναβο και την Αγιά. Και εκεί σοκαρίστηκα με τη σπατάλη και τα αρνητικά επακόλουθα της υπερβολικής άρδευσης. Αλλά, κανένας δεν ήθελε να αλλάξει, να μειώσει το νερό και το κόστος ηλεκτρικού ρεύματος.
Είναι τεράστια η κατανάλωση καυσίμων από τους παραγωγούς και θέλουν να μειωθεί η τιμή του πετρελαίου. Λογικό είναι, στην τιμή του έχει ενσωματωθεί πολύς φόρος. Αλλά υπάρχει τρόπος να μειώσουμε τη χρήση πετρελαίου που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της κατανάλωσής του και τη μείωση του κόστους καλλιέργειας ; 
Ένας μεγάλος παραγωγός μου είπε ότι ξοδεύει σε πετρέλαιο πάνω από 50.000 ευρώ το έτος. Φυσικά, μπορεί να μειωθεί αυτή η κατανάλωση. 
Πόσες φορές πηγαίνει το όχημα στο χωράφι για να ποτίσουμε το καλοκαίρι ; Μήπως θα μπορούσαμε να κάνουμε το άνοιγμα και κλείσιμο της πομόνας σε πολλές περιπτώσεις αυτόματα, με το κινητό μας ; 
Φυσικά, μπορούμε. Μήπως μπορούσαμε να παρατηρούμε την καλλιέργεια από το σπίτι μας με το κινητό ; Φυσικά, μπορούμε με την τεχνολογία. 
Μήπως έπρεπε να αναμοχλεύουμε το έδαφος λιγότερο (ή και καθόλου) για να σπείρουμε ; 
Φυσικά, το γνωρίζουμε, απαιτεί άλλο εξοπλισμό, αλλά είναι αποδεδειγμένο στη Θεσσαλία και σε όλον τον κόσμο : Μειώνει πάρα πολύ την κατανάλωση καυσίμων, χωρίς να επηρεάζει τη συγκομιζόμενη παραγωγή, αλλά, ως θαύμα (δεν είναι θαύμα, είναι φυσιολογικό και λογικό), βελτιώνει τη γονιμότητα των εδαφών ! 
Και κάνει μερικά ακόμα καλά, που θα τα βρούμε μπροστά μας τα επόμενα χρόνια.
Μήπως είναι υπερβολικές οι εισροές λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών ; Ναι, σίγουρα είναι. Σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και γεωπόνοι δεν είναι ολοκληρωμένα καταρτισμένοι για κάθε καλλιέργεια που υπάρχει σε μια περιοχή. Δεν έχουν και την κατάλληλη υποστήριξη είναι η αλήθεια. Οι εταιρείες διάθεσης των λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών δίνουν οδηγίες που πρώτα από όλα συμφέρουν τις εταιρείες. Οι γεωπόνοι δίνουν πολλές φορές τα πάντα για να είναι ευχαριστημένος/-η ο/η παραγωγός και να μην πάθει κάποια απώλεια παραγωγής και δυσφημίσει τον/τη γεωπόνο. 
Γεωπόνοι-σύμβουλοι γίνονται με ελάχιστη εμπειρία και επιπλέον κατάρτιση. Όλα κινούνται γύρω από τη γνώση : Ποιος πραγματικά γνωρίζει τι και πώς με μια καλλιέργεια ; Όχι τι έμαθε εμπειρικά από εδώ και από εκεί. 
Πραγματικά τι γνωρίζει από όλο το φάσμα των δημιουργών γνώσης. Φανταστείτε να μειώναμε τη χρήση λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών με 30% λιγότερο λίπασμα (είναι και στόχος της Πράσινης Συμφωνίας) και με λιγότερους ψεκασμούς. Πόσα θα είχαμε εξοικονομήσει. Λυπάμαι, αλλά πολλά πράγματα τα ξέρουμε και δεν μπορούμε να τα φτάσουμε σε εσάς, ή, δυστυχώς, δεν θέλετε να τα μάθετε ή να αλλάξετε την πεπατημένη που δεν σας βγάζει πουθενά: Το κόστος καλλιέργεια είναι πολύ υψηλό.
Ανέφερα μερικούς στόχους που έπρεπε να έχει ο/η παραγωγός για να μειώσει το κόστος της καλλιέργειας και να απαιτήσει από τους κυβερνώντες να του/της εκχωρήσουν αυτές τις δυνατότητες. 
Να του/της δώσει εξοπλισμό και γνώσεις για να κάνει καλύτερα τη δουλειά του/της. Δεν είναι η μόνη λύση (εγώ σκεπτόμενος α-κομματικά) να απειλεί ότι θα κλείσει τους δρόμους ή, ακόμα χειρότερα, να παρακαλάει για κάποιες παροχές την Κυβέρνηση. Αλλά ας αναλογιστούμε όλοι : Θέλουμε πραγματικά να κάνουμε κάτι διαφορετικό ;

*Γιώργος Νάνος, καθηγητής Δενδροκομίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Εισόδημα αγροτών : Από τι εξαρτάται και πως μπορεί να βελτιωθεί ; (Φάνης Γέμτος)*

 


Σε πολλές περιπτώσεις οι αγρότες διαμαρτύρονται τόσο για τις τιμές των προϊόντων τους όσο και για το κόστος παραγωγής, ζητώντας ουσιαστικά βελτίωση των εισοδημάτων τους. 

Αναμφίβολα προβάλλουν το πρόβλημα της επιβίωσής τους και της αποφυγής ερημοποίησης περιοχών της χώρας.

Η προβολή των αιτημάτων γίνεται με διάφορους τρόπους, με αποκορύφωμα τις διαδηλώσεις και τα μπλόκα στους δρόμους.
Ένα ακραίο μέτρο που προβάλλει σε όλη την κοινωνία τα προβλήματα, αλλά και τους φέρνει σε αντίθεση με το κοινωνικό σύνολο που υφίσταται τις επιπτώσεις της διακοπής της κυκλοφορίας δρόμων. 
Αυτό που δεν γίνεται, είναι μια σοβαρή συζήτηση για τα προβλήματα και τις δυνατές λύσεις. Μια συζήτηση που θα επεκταθεί τόσο στο πολιτικό σύστημα της χώρας για να αποφασίσει κοινούς στόχους εθνικής γεωργικής πολιτικής που θα ακολουθηθούν για πολλά χρόνια για να πετύχουν, αλλά και στους ίδιους τους αγρότες και τα μέτρα που πρέπει να λάβουν για να ξεπεράσουν τα προβλήματα.
Κατ’ αρχάς να ξεκαθαρίσουμε ότι το εισόδημα του παραγωγού είναι η διαφορά των εισπράξεων από την πώληση των προϊόντων μείον το κόστος παραγωγής. Οι εισπράξεις είναι η παραγόμενη ποσότητα επί την τιμή του προϊόντος. 
Σε μια ελεύθερη οικονομία σαν την ελληνική, η τιμή καθορίζεται από την παγκόσμια προσφορά και ζήτηση. Η λογική των εγγυημένων τιμών που ίσχυε πριν από 40 χρόνια δεν υπάρχει πια.
Τι μπορεί να επηρεάσει την τιμή εκτός από την προσφορά και τη ζήτηση ; 
Η ποιότητα του προϊόντος. Αν παράγουμε σκληρό σιτάρι με υψηλή πρωτεΐνη, καλό χρώμα και υψηλό ειδικό βάρος, τότε εμπορευόμαστε και εξάγουμε προϊόν υψηλής ποιότητας και αξίας. 
Έχουμε αυτήν την ποιότητα ; Όχι. Μπορούμε να την πετύχουμε ; Ναι, με κατάλληλες ποικιλίες και καλλιεργητικές πρακτικές. 
Κάτι ανάλογο ισχύει για το βαμβάκι όπου ανακατεύουμε ποικιλίες με διαφορετικά χαρακτηριστικά που δίνουν εκκοκκισμένο βαμβάκι χαμηλότερης ποιότητας. 
Ένα νέο στοιχείο που προκύπτει από την πολιτική της Ε.Ε. από το αγρόκτημα στο πιάτο του καταναλωτή είναι η χρήση μεθόδων βιώσιμης παραγωγής για την παραγωγή προϊόντων που θα επιτρέπει την πώλησή τους σε υψηλότερες τιμές. Ήδη συζητούνται συστήματα σήμανσης των προϊόντων και προώθηση των πωλήσεων μέσω ενημέρωσης των καταναλωτών. 
Μια συντονισμένη προσπάθεια παραγωγών και μεταποιητών θα μπορούσε να το επιτύχει αυξάνοντας τις τιμές πώλησης των προϊόντων. Δεύτερο στοιχείο είναι ποιο μέρος της τιμής λιανικής πώλησης καταλήγει στον παραγωγό και ποιο στους ενδιάμεσους. 
Εδώ υπάρχει ένας τεράστιος χώρος βελτίωσης εάν οι αγρότες οργανωθούν σε συνεταιρισμούς ή ομάδες παραγωγών, ώστε να αυξήσουν τη διαπραγματευτική τους δύναμη σχετικά με τους μεσάζοντες, επιτυγχάνοντας να καρπωθούν μεγαλύτερο μέρος της λιανικής τιμής. 
Όλα αυτά τα στοιχεία πρέπει να τα συζητήσουμε και να βρούμε λύσεις και πολιτικές για να τα προωθήσουμε για να αυξήσουμε τα εισοδήματα των αγροτών. 
Οι αγρότες έχουν κύριο ρόλο και πρέπει να συζητήσουν τι πρέπει να αλλάξει για να βελτιωθούν οι συνθήκες εμπορίας των προϊόντων τους και η Πολιτεία να βοηθήσει στην υλοποίηση των αλλαγών. 
Δυστυχώς, δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη λύση και η άρνηση των αγροτών να συνεργαστούν (ένα χαρακτηριστικό όλων μας) δεν βοηθά στη βελτίωση της κατάστασης.
Δεύτερη δυνατότητα είναι η αύξηση της παραγωγικότητας. Η γενετική βελτίωση των φυτών και των ζώων μας δίνει αυξημένες παραγωγές που αυξάνουν τις εισπράξεις των παραγωγών. Αλλά και κατάλληλες καλλιεργητικές πρακτικές μπορούν να αυξήσουν τις αποδόσεις και τα εισοδήματα. 
Η χώρα μας έχει μείνει πίσω στην αξιοποίηση αυτής της δυνατότητας. Σχεδόν όλες οι ποικιλίες που καλλιεργούμε είναι πλέον εισαγόμενες. Δεν έχουμε ούτε κάποιον οργανισμό ή ερευνητικό ίδρυμα να δοκιμάζει τις νέες ποικιλίες και να ενημερώνει για τις δυνατότητές τους τους αγρότες. 
Παλαιότερα είχαμε ερευνητικά ιδρύματα που δημιουργούσαν ποικιλίες προσαρμοσμένες στις συνθήκες μας. Πλέον έχουν μείνει ελάχιστα τέτοια, όπως το Ι.Κ.Φ. στην περιοχή μας. 
Δεν ξέρω τι ποσοστό των καλλιεργούμενων ποικιλιών καλύπτουν οι ελληνικές ποικιλίες, αλλά σίγουρα πολύ μικρό. 
Ιδιαίτερα στις δενδρώδεις καλλιέργειες που οι δοκιμές είναι μακροχρόνιες και κοστίζουν η έλλειψη στοιχειώδους βοήθειας στους αγρότες είναι τεράστια. 
Τώρα με τις ζημιές σε δέντρα από τις πλημμύρες οι αγρότες που θα εγκαταστήσουν νέες φυτείες, αλλά και όσοι αποφασίσουν να καλλιεργήσουν δέντρα δεν έχουν καμία βοήθεια για το τι είδη ή ποικιλίες θα πρέπει να προτιμήσουν, από πού θα προμηθευτούν τα δέντρα τους, πώς θα ελεγχθεί η ποιότητα των δενδρυλλίων κ.λπ. Πλήρης απουσία συμβουλευτικών υπηρεσιών από την πλευρά της Πολιτείας.
Το δεύτερο σκέλος της εξίσωσης είναι το κόστος παραγωγής. Εδώ έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα. 
Οι αγρότες μας κατά κανόνα διαχειρίζονται τα χωράφια τους εμπειρικά. Δηλαδή είτε με τη λογική έτσι τα κάναμε πάντα ή όπως τα βρήκαμε θα τα αφήσουμε, είτε όπως τα κάνει ο γείτονας. Οργώνουμε γιατί έτσι κάναμε για 3.000 χρόνια. Ρίχνουμε λιπάσματα γιατί έτσι συνηθίσαμε. 
Θα ήταν ενδιαφέρουσα μια έρευνα να βρούμε πόσοι αγρότες εφαρμόζουν φωσφορικά και καλιούχα λιπάσματα μετά από αναλύσεις εδάφους. 
Το ίδιο ισχύει για τα αζωτούχα λιπάσματα, αλλά και για πολλούς ψεκασμούς. Παρόμοιο πρόβλημα με την εφαρμογή του αρδευτικού νερού που κανείς δεν γνωρίζει αν εφαρμόζει περισσότερο από ό,τι χρειάζεται, αυξάνοντας το κόστος άρδευσης, αλλά και την έκπλυση ευδιάλυτων θρεπτικών στοιχείων. 
Και εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα αδυναμίας συνεργασίας. Τόσο από την πλευρά της προμήθειας των εισροών που θα μπορούσαν να είναι φθηνότερα από μαζικές αγορές, αλλά κυρίως τεράστιο πρόβλημα από το κόστος αποσβέσεων του εξοπλισμού που επιβαρύνει υπερβολικά το κόστος παραγωγής των μικρών αγροτικών εκμεταλλεύσεων. 
Στο σκέλος αυτό υπάρχει μια τεράστια δυνατότητα εξοικονόμησης πόρων με ορθές καλλιεργητικές πρακτικές και χρήση νέων τεχνολογικών που συνεχώς εμφανίζονται στην αγορά. 
Όλα αυτά πρέπει να τα προωθήσουμε για να επιτύχουμε μείωση του κόστους παραγωγής, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα τόσο μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον, αλλά και επιτυγχάνοντας τους στόχους βιώσιμης παραγωγής υγιεινών προϊόντων για τους καταναλωτές. 
Θα προσπαθήσω σε επόμενα σημειώματα να δώσω μια εικόνα των δυνατοτήτων που έχουμε, αλλά και το κενό που υπάρχει στην καθοδήγηση των αγροτών στην επιτυχία τους.


*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Μεσοχώρα και Ουκρανία - Κώστας Μεζάρης

 



Περίεργος ο τίτλος του άρθρου, συνδέει δύο κατά τα φαινόμενα άσχετα μεταξύ τους μέρη. Δεν είναι όμως, δυστυχώς, έτσι.

Στην περιοχή Μεσοχώρας Τρικάλων έχει κατασκευαστεί εδώ και δεκαετίες ένα φράγμα για την ταμίευση νερού στον ποταμό Αχελώο και στην περιοχή Γλύστρας ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εκμεταλλευόμενο τα νερά του ταμιευτήρα Μεσοχώρας. 
Το συνολικό αυτό έργο ουδεμία σχέση έχει με την σχεδιασμένη «εκτροπή του Αχελώου» δηλαδή τη μεταφορά μέρους της ροής του άνω (θεσσαλικού) Αχελώου στη λεκάνη του Πηνειού με τα έργα του φράγματος Συκιάς και της σήραγγας Πευκόφυτου. Το μοναδικό κοινό στοιχείο των έργων Μεσοχώρας και «εκτροπής» είναι το ότι αμφότερα βρίσκονται στον Αχελώο.
Σχετικό είναι το απόσπασμα από άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στην «Ελευθερία» στις 15-12-2009 με τον τίτλο «Μήπως δεν έπρεπε να γίνει ούτε το φράγμα Ταυρωπού;» :
1) Δεν υπάρχει οποιαδήποτε σχέση του φράγματος στη Μεσοχώρα με τα έργα μερικής εκτροπής του Αχελώου στη Θεσσαλία . Δεν υπάρχουν έργα εκτροπής στο φράγμα Μεσοχώρας, ο ρόλος του οποίου είναι αντιπλημμυρικός και ενεργειακός (όπως τα φράγματα Κρεμαστών, Καστρακίου και Στράτου στον ίδιο ποταμό) και τα νερά του Αχελώου μετά από αυτό συνεχίζουν να κυλούν στην κοίτη του σε μήκος 30 χλμ. μέχρι το φράγμα Συκιάς. Μία ματιά στον χάρτη με τη διαδρομή του Αχελώου αποδεικνύει ότι η θέση του φράγματος της Μεσοχώρας βρίσκεται 30 χλμ. κατά μήκος της κοίτης στα ανάντη του φράγματος Συκιάς, το οποίο είναι το έργο με το οποίο αρχίζει η μερική εκτροπή του Αχελώο, το δε ακρότατο σημείο της λίμνης του φράγματος Συκιάς απέχει σε ευθεία γραμμή 10 χλμ. από τη Μεσοχώρα.
Οι αντιτιθέμενοι στη μερική εκτροπή του Αχελώου εναντιώνονται από σύγχυση στη δημιουργία της τεχνητής λίμνης στο φράγμα Μεσοχώρας, η οποία είναι παρόμοια με εκείνες στα φράγματα Κρεμαστών και Καστρακίου, παρασυρόμενοι ίσως από κατοίκους της Μεσοχώρας που αντιτίθενται σ’ αυτήν για λόγους άσχετους με την εκτροπή, η οποία γίνεται μακριά από το χωριό τους (30 χλμ. κοίτης στα κατάντη) και δεν το επηρεάζει.
Με διάφορες προφάσεις οι διάφοροι «αντιτιθέμενοι» στην «εκτροπή» του Αχελώου εμπόδισαν επί δεκαετίες την λειτουργία του Υδροηλεκτρικού έργου (ΥΗΕ) Μεσοχώρας, στηριζόμενοι στην αβελτηρία της δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας, στερώντας τη χώρα από μία σημαντική πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και επιφέροντας σημαντική ζημιά στα οικονομικά της. Παρά το ότι η ανεξαρτησία του έργου της Μεσοχώρας από το έργο Συκιάς , όπως είχε επισημανθεί στο παραπάνω απόσπασμα, αφού ήταν γνωστή σε μένα εννοείται ότι ήταν γνωστή και σε όσους έπαιρναν διοικητικές ή δικαστικές αποφάσεις.
Πρόσφατα δημοσιεύτηκε «Περίληψη» της απόφασης 144/2024 του Ε’ τμήματος του Συμβουλίου της Επικράτειας (ΣτΕ) με τίτλο «Νόμιμοι οι περιβαλλοντικοί όροι του Υδροηλεκτρικού Σταθμού Μεσοχώρας Τρικάλων στον άνω ρου του Αχελώου». Η απόφαση αυτή εκδόθηκε μετά την εκδίκαση της προσφυγής των «αντιτιθέμενων» κατά της «Απόφασης έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) κατασκευής και λειτουργίας του ΥΗΕ Μεσοχώρας» που είχε εκδοθεί τον Δεκέμβριο 2021. Με την απόφαση 144/2024 απορρίπτεται η προσφυγή , ώστε να αρθεί αυτό το εμπόδιο στην συνέχιση του έργου με τελικό στόχο την πλήρωση του ταμιευτήρα και την λειτουργία του ΥΗΕ Μεσοχώρας. 
Σχετικό είναι και το ρεπορτάζ της «Ελευθερίας» (2-2-2024) με πρωτοσέλιδο κύριο θέμα «Πράσινο για Μεσοχώρα».
Η πλήρης απόφαση 144/2024 θα δημοσιευτεί αργότερα.
Στην «Περίληψη» αναγράφεται μεταξύ άλλων ότι «… το έργο έχει προ πολλού κατασκευαστεί, οι σχετικές πράξεις (λειτουργίας του), όμως, ακυρώνονταν από το ΣτΕ για διάφορους λόγους. Τελικά... το έργο αποσυνδέθηκε από το εγχείρημα της εκτροπής του Αχελώου και αδειοδοτήθηκε ως ΥΗΕ», επιβεβαιώνοντας τις προαναφερθείσες το 2009 θέσεις μου, που επαναλήφθηκαν σε μεταγενέστερα άρθρα.
Στην περιγραφή των λόγων που επιβάλλουν την απόρριψη της προσφυγής και την ισχύ της Απόφασης έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων του 2021, στην «Περίληψη» της Απόφασης 144/2024 περιλαμβάνονται και τα ακόλουθα : «Οι δυσμενείς επιπτώσεις που ενδεχομένως επιφέρουν στο περιβάλλον οι μονάδες παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) πρέπει να σταθμίζονται προς τα περιβαλλοντικά τους οφέλη. Το γεγονός αυτό προβλέπεται ρητά σε πρόσφατο κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εκδόθηκε εν όψει και των κινδύνων στον ευρωπαϊκό ενεργειακό εφοδιασμό που προκαλεί ο ρωσο -ουκρανικός πόλεμος, ο οποίος (κανονισμός) δεν εφαρμόζεται μεν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η υποχρέωση της στάθμισης αυτής γίνεται, όμως, δεκτή από την νομολογία κατ’ εφαρμογή και των πάγιων κανόνων της εθνικής και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.»
Η αναφορά του ρωσο-ουκρανικού πολέμου ως αιτίου για την έκδοση κανονισμού, σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να σταθμίζονται (ζυγίζονται) οι δυσμενείς επιπτώσεις ενός ενεργειακού έργου με τα οφέλη στο περιβάλλον τους, είναι το στοιχείο που συνδέει το ΥΗΕ Μεσοχώρας με την Ουκρανία. Εάν δεν εισέβαλε η Ρωσία στην Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα επέβαλε κυρώσεις στη Ρωσία, μεταξύ των οποίων και τη διακοπή της τροφοδοσίας της με ρωσικά καύσιμα (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), που είχε σαν συνέπεια την ενεργειακή ένδεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ανάγκασε την ίδια να είναι περισσότερο ανεκτική στις απαιτήσεις της και φειδωλή στις περιβαλλοντικές ευαισθησίες της και να επιβάλει την σύγκριση των δυσμενών επιπτώσεων με τα οφέλη από τη λειτουργία ενός ενεργειακού έργου από ΑΠΕ. 
Και προφανώς τα οφέλη που συντελούν στην ενεργειακή αυτοδυναμία της Ε.Ε. επιτρέπουν την κατασκευή και λειτουργία ενεργειακών έργων ΑΠΕ χωρίς τις στρεβλώσεις της δήθεν περιβαλλοντικής ευαισθησίας, στην οποία στηρίχθηκε μέχρι τώρα η υπονόμευση της λειτουργίας του ΥΗΕ Μεσοχώρας.
Συμπερασματικά, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, με τις συνέπειές της στον ενεργειακό τομέα, συνέβαλε στη θετική για τη λειτουργία του ΥΗΕ Μεσοχώρας απόφαση 144/2024 του ΣτΕ, με την υπερίσχυση του ενεργειακού οφέλους έναντι των ενδεχόμενων περιβαλλοντικών συνεπειών. Για τις οποίες αναφέρεται στο τέλος της «Περίληψης» : «Κρίθηκε ότι το έργο, που θα μετατρέψει το ποτάμιο οικοσύστημα της περιοχής Μεσοχώρας σε λιμναίο δεν παρουσιάζει, όπως έχει μελετηθεί, σοβαρούς κινδύνους για την ορνιθοπανίδα (ιδίως το όρνιο), την ιχθυοπανίδα (ιδίως την άγρια πέστροφα) και την καφέ αρκούδα». Ενώ μέχρι την απόφαση 144/2024 κινδύνευαν τα όρνια, οι πέστροφες και οι αρκούδες από τη λειτουργία του έργου στη Μεσοχώρα!
Επιτέλους, κρίθηκε το αυτονόητο, έστω και με την έξωθεν πίεση, για την ενεργειακή επάρκεια της χώρας !

Κώστας Μεζάρης


ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Η διαχείριση των κατακλυσμένων εκτάσεων και η μελλοντική προστασία της υπολεκάνης Κάρλας - (Κώστας Γκούμας - Τάσος Μπαρμπούτης)*

 


1. Πολλά έχουν γραφεί για την δραματική κατάσταση που βιώνουν τα αγροτικά νοικοκυριά στις παρακάρλιες περιοχές, όπου με τις πλημμύρες του Σεπτέμβρη τα νερά του Πηνειού αρχικά κατέκλυσαν περίπου 180.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης και σήμερα παραμένουν σε περίπου 120.000 στρ. [Σημ. : σε αυτά δεν συμπεριλαμβάνεται η έκταση που καταλαμβάνει η τεχνητή λίμνη].

Ο χρόνος απομάκρυνσης των υδάτων μέσω της μόνης υφιστάμενης διεξόδου προς τον Παγασητικό κόλπο,  υπό φυσιολογικές συνθήκες [σημ. : ετησίως κατά μ. ο. 500 mm βροχής / 900 mm εξάτμισης ], και με δεδομένη την επιβεβαιωμένη συνεχιζόμενη παροχέτευση των 8,3 κ. μ. /δευτ. υπολογίζεται σε αρκετούς, ίσως και δεκαπέντε μήνες από σήμερα.

Σε ότι αφορά τις καταστροφές των δημόσιων αγροτικών κλπ. υποδομών (οδοποιία, γέφυρες, διώρυγες, αναχώματα προστασίας, αντλιοστάσια, δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας κλπ.) που βρίσκονται κάτω από το νερό, το μέγεθος τους είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αυτή τη στιγμή και βεβαίως είναι απροσδιόριστο το κόστος και ο χρόνος που απαιτείται για την αποκατάσταση τους, έτσι ώστε να μπορέσουν και πάλι εξυπηρετούν τους  αγρότες της περιοχής.

Εκτός αυτού υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και με τα κινητά περιουσιακά στοιχεία των καλλιεργητών (γεωργικά μηχανήματα, εξοπλισμός κλπ.) που κατακλύστηκαν ή/και βρίσκονται ακόμη κάτω από τα νερά.

Θα προσθέσουμε επίσης την ανησυχία για την κατάσταση των εδαφών και τις απαιτήσεις σε χρόνο και χρήμα για την επαναφορά τους σε κατάσταση ώστε να μπορούν να καλλιεργηθούν.

Με όλα αυτά είναι απόλυτα φυσιολογική η  αγωνία για το μέλλον αυτών των ανθρώπων, για την ζωή των ιδίων και των οικογενειών τους, για την επαγγελματική τους προοπτική, ακόμη και για την παραμονή τους στην περιοχή.

Μέγιστο θέμα στο εξής η ΑΣΦΑΛΕΙΑ και η προστασία τους απέναντι σε ανάλογα μελλοντικά φυσικά φαινόμενα.

Και εδώ αρχίζει ο έντονος προβληματισμός για τις επιλογές και τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν άμεσα αλλά και μεσο - μακροπρόθεσμα.

2. Πριν αναπτύξουμε τις δικές μας απόψεις για την διαχείριση της σύνθετης κατάστασης που έχει δημιουργηθεί, μια βασική διευκρίνιση είναι αναγκαία.

Επισκεφθήκαμε επανειλημμένα την περιοχή και έχουμε διαμορφώσει δική μας αντίληψη για το τι ακριβώς συνέβη στην Κάρλα.

Παρόλα αυτά ούτε ειδικοί είμαστε, ούτε έχουμε την πρόθεση να υποκαταστήσουμε εκείνους τους επιστήμονες και τους τεχνικούς που είναι εντεταλμένοι να μελετήσουν και να υποβάλουν στην κυβέρνηση τις προτάσεις τους για την μελλοντική αντιπλημμυρική προστασία της υπολέκανης της Κάρλας. [Σημ.: αναφερόμαστε στην αναθεώρηση του Σχεδίου Διαχείρισης Κίνδυνου Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) και στην οριστική έκθεση των εμπειρογνωμόνων της Ολλανδικής ΗVΑ].

Γι’ αυτό θα περιοριστούμε σε μια μεθοδολογική προσέγγιση  του ζητήματος  παραθέτοντας  απλώς σειρά λογικών σκέψεων, αποφεύγοντας παράλληλα (όσο γίνεται) την   συναισθηματική φόρτιση που προκαλεί η δραματική κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.

Καταρχήν θεωρούμε ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ πως σήμερα, σχεδόν πέντε μήνες μετά τις πλημμύρες, δεν έχει εκδοθεί το πόρισμα για το πως ακριβώς  κατέρρευσε η αντιπλημμυρική προστασία της λεκάνης του Πηνειού και ειδικότερα της υπολεκάνης της Κάρλας, ενώ έως αυτή τη στιγμή κανείς δεν  έχει αναλάβει τις πολιτικές  ευθύνες.

[Κατά την γνώμη μας, οι πολιτικοί προϊστάμενοι του Υπουργείου Υποδομών και της Περιφέρειας Θεσσαλίας, όφειλαν να έχουν μεριμνήσει για την σύνταξη  του σχετικού πορίσματος και να το είχαν κάνει γνωστό στην κοινή γνώμη, κυρίως όμως στις δικαστικές αρχές, οι οποίες υποτίθεται πως θα ερευνήσουν τις αίτιες και τις ευθύνες για την απίστευτη αυτή αστοχία].

Σύμφωνα πάντως με τις δικές μας διαπιστώσεις, κατά την αιχμή της πλημύρας στο ύψος της περιοχής Κουλουρίου - Γυρτώνης, ο όγκος του νερού «πέρασε» μέσα από την ζώνη πλημμυρών χωρίς να υπερπηδηθεί το ανατολικό ανάχωμα που προστάτευε τις παρακάρλιες περιοχές.

Με άλλα λόγια η ζώνη πλημμυρών με τα συγκεκριμένα τεχνικά χαρακτηριστικά  (ύψος αναχωμάτων, πλάτος - απόσταση μεταξύ τους κλπ.) αποδείχθηκε επαρκής για να «υποδεχθεί» τους τεράστιους όγκους νερού του Ντάνιελ.

Κατά την άποψη μας η αστοχία συνίσταται στο γεγονός πως τα αναχώματα  δεν άντεξαν στις πιέσεις που δέχθηκαν και  κατέρρευσαν σε αρκετά σημεία γιατί ήταν προβληματικά (από πλευράς ύψους ή/και στεγανότητας).

Έτσι, μετά από αρκετές δεκαετίες ομαλής λειτουργίας του συστήματος ασφάλειας της υπολεκάνης Κάρλας, τα νερά κατέκλυσαν και πάλι την περιοχή αυτή προκαλώντας μια τεράστια καταστροφή.

Και τώρα, μέσα στην απογοήτευση και την σύγχυση που έχει δημιουργηθεί, δίνεται μεγάλη δημοσιότητα στην διατύπωση προτάσεων για την ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ προστασία της παρακάρλιας περιοχής με την διοχέτευση προς το Αιγαίο πέλαγος σημαντικού όγκου υδάτων μέσω νέας σήραγγας που θα κατασκευαστεί  στο Μαυροβούνι, θεωρώντας ως ΔΕΔΟΜΕΝΟ πως, σε περίπτωση επανάληψης παρόμοιων πλημμυρικών φαινομένων, το σύστημα προστασίας στο ύψος της Γυρτώνης (ευρεία ζώνη πλημμυρών και αναχώματα) θα αστοχήσει και πάλι !

Εκτιμούμε πως για την αποφυγή παρόμοιων καταστροφών στο μέλλον, εκτός από την κατασκευή κατάλληλων έργων συγκράτησης σημαντικού όγκου νερού στα ημιορεινά περιμετρικά του θεσσαλικού κάμπου, επιβάλλεται η  απομάκρυνση όλων των εμποδίων που καταγράφηκαν εντός της ζώνης πλημμυρών Πηνειού (μπαζώματα, κτίρια, υπερυψωμένοι δρόμοι και γέφυρες, μικρά πρόχειρα φράγματα κλπ.), η επαναφορά του προβλεπόμενου ύψους των αναχωμάτων προστασίας, η επέκταση του πλάτους των ζωνών πλημμύρας (εάν κριθεί αναγκαίο), καθώς και η ελεγχόμενη εκτόνωση των πλημμυρικών ροών σε προκαθορισμένες  ζώνες - καλλιεργούμενες εκτάσεις.

Στην περίπτωση της Κάρλας, το πρώτο βήμα είναι να εκτιμηθεί εάν η ζώνη πλημμυρών στο ύψος της Γυρτωνης είναι επαρκής (ή όχι) για διέλευση όγκου υδάτων παρόμοιου με αυτόν του Ντάνιελ.

Σε περίπτωση που οι ειδικοί εκτιμήσουν πως οι όγκοι νερού θα είναι στο μέλλον ακόμη μεγαλύτεροι, τότε το  δεύτερο βήμα είναι  να εξεταστεί εάν υπάρχουν περιθώρια αύξησης της διατομής στην ζώνη πλημμυρών, είτε με κάποια ανύψωση (και ενίσχυση) των αναχωμάτων, είτε με μετατόπιση του δυτικού αναχώματος για αύξηση του όγκου του νερού που θα διέρχεται  ανάμεσα στα αναχώματα, ή βεβαίως και τα δυο μαζί.

Αυτονόητο είναι πως σε κάθε περίπτωση τα αναχώματα πρέπει να συντηρηθούν, να συμπυκνωθούν στον μέγιστο βαθμό και ενδεχομένως να τοποθετηθεί (όπου απαιτείται) λιθορριπή στα πρανή ώστε να αποφευχθεί εκ νέου η θραύση τους, όπως συνέβη σε πολλά σημεία κατά την πρόσφατη πλημμύρα λόγω της κακής κατάστασης και της ελλιπούς συντήρησης τους.

Εάν παρόλα αυτά η αξιολόγηση της επάρκειας του υφιστάμενου σχεδιασμού αντιπλημμυρικής προστασίας οδηγήσει στο συμπέρασμα πως και πάλι η παρακάρλια περιοχή δεν είναι ασφαλής, ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟΤΕ πρέπει να αναζητηθούν λύσεις και τεχνικά έργα για την εκτόνωση ενός μέρους των πλημμυρικών υδάτων του Πηνειού προς άλλη κατεύθυνση.

Στο βαθμό που αυτή η αξιολόγηση δεν έχει οριστικοποιηθεί, τότε οι προτάσεις που ακούγονται καθημερινά είναι, κατά την δική μας κρίση, βιαστικές και άστοχες.

Εφόσον μάλιστα δεν έχουν καν προσδιοριστεί τα τεχνικά χαρακτηριστικά της διαδρομής του και ο όγκος νερού που (σύμφωνα με αυτές τις προτάσεις)  «πρέπει» να εκτονωθεί προς το Αιγαίο, και ενώ δεν υπάρχουν πλήρεις γεωλογικές κ.α μελέτες για το εγχείρημα, τότε με βάση την  επιστημονική και τεχνική μεθοδολογία είναι τουλάχιστον παράδοξο να  προτείνεται η ακριβής διάμετρος της σήραγγας, να διατυπώνονται εκτιμήσεις κόστους  κατασκευής του έργου κοκ.

Συνοπτικά εμείς εκτιμούμε πως το «κλειδί» για την μελλοντική αντιπλημμυρική προστασία της ευρύτερης παρακάρλιας περιοχής βρίσκεται κυρίως στα αναχώματα του Πηνειού (περιοχή Κουλουρίου – Γυρτώνης) και αντίστοιχων συλλεκτήρων νότια του ταμιευτήρα Κάρλας.

Εκεί θα πρέπει να αναζητηθούν οι ανάλογες ασφαλείς λύσεις, με την προϋπόθεση βεβαίως πως στο εξής οι  πολιτικοί και αυτοδιοικητικοί παράγοντες  θα  εγγυηθούν προς τους κατοίκους, τους αγρότες - κτηνοτρόφους, τις βιομηχανίες κοκ, πως στο μέλλον η παρακολούθηση και η συντήρηση των υποδομών προστασίας θα είναι συστηματική και σύμφωνη με τους κανονισμούς.

3. Σε ότι αφορά στις κατακλυσμένες εκτάσεις και υποδομές, η  μόνη υφιστάμενη λύση απομάκρυνσης των υδάτων είναι αυτή μέσω της σήραγγας προς τον Παγασητικό κόλπο.

Στις παρούσες συνθήκες, κάθε άλλη συζήτηση στερείται ρεαλισμού και λειτουργεί αποπροσανατολιστικά. 

Επιπλέον, σε περίπτωση επιλογής κατασκευής οποιουδήποτε τεχνικού έργου ή/και δημιουργίας εγκαταστάσεων απάντλησης των υδάτων με αντλητικά συγκροτήματα τεράστιας ισχύος και σύστημα αγωγών μεταφοράς μήκους αρκετών χλμ., ο χρόνος για την υλοποίηση τους δεν θα υπολείπεται κατά πολύ από την εκτίμηση των 12 - 15 μηνών που θα απαιτηθούν για την πλήρη αποστράγγιση προς Παγασητικό και του τελευταίου εκταρίου κατακλυσμένης γης.

Με βάση τα παραπάνω, προφανώς επιβάλλεται η εξασφάλιση πόρων και η άμεση καταβολή επαρκούς αποζημίωσης των καλλιεργητών που έχουν πληγεί, η κάλυψη του εισοδήματος που απώλεσαν και οποιαδήποτε αλλά δίκαια κίνητρα που θα στοχεύουν στην παραμονή των ανθρώπων στον τόπο τους, ώστε μετα την απομάκρυνση των υδάτων να μπορέσουν σταδιακά να επανέλθουν στις δραστηριότητες τους.

Υστερόγραφο : Μόλις χθες, στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της Κυριακής (4η Φεβρουαρίου) δημοσιεύτηκε ένα ολοσέλιδο άρθρο για την Κάρλα παρουσιάζοντας στην κοινή γνώμη μια εντελώς στρεβλή εικόνα για την ιστορία του θέματος αλλά και για την σημερινή κατάσταση.

Προφανώς δεν έχει νόημα να «αντικρούσουμε» τους  ανιστόρητους ισχυρισμούς της  συντάκτριας του άρθρου.

Θα την συμβουλεύαμε όμως  να ρίξει μια πιο προσεκτική ματιά στην ιστορική εξέλιξη του μετασχηματισμού της Κάρλας.

Εντελώς επιλεκτικά, της προτείνουμε την «κλασσική» και πρώτη ολοκληρωμένη επί του θέματος επιστημονική μελέτη του Ιταλού Nobile (1913!), έως την πιο πρόσφατη του Ιδρύματος ΓουλανδρήΑλλά και στο ypethe.gr θα βρει ένα πλήθος στοιχείων και δημοσιευμάτων [δες ενδεικτικά το σχετικό αφιέρωμα της Κάρλας] που «φωτίζουν» την ιστορία της Κάρλας και αναιρούν τις θεωρίες του συρμού περί «αποξήρανσης» της με σκοπό, υποτίθεται, όλη η έκταση της ομώνυμης υπολεκάνης να μετατραπεί σε «αποκλειστικά γεωργική γη»!!

Συνοπτικά, είναι γνωστό πως έως τα μέσα δεκαετίας 1950 οι πλημμύρες του Πηνειού στο ύψος της Γυρτώνης κατέκλυζαν  ανεξέλεγκτα την ευρύτερη περιοχή  της Κάρλας.

Στην πραγματικότητα όμως νερά σε σταθερή βάση υπήρχαν μόνο στο λιμναίο τμήμα του υδάτινου οικοσυστήματος (αυτό που ένα μέρος του καταλαμβάνει σήμερα ο νέος περιγεγραμμένος ταμιευτήρας), ενώ οι υπόλοιπες εκτάσεις κατακλύζονταν περιστασιακά, άλλοτε με περισσότερα και άλλοτε με λιγότερα νερά, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κάθε υδρολογικής χρονιάς.

Κατά ένα τρόπο η φύση, με τον δικό της άναρχο τρόπο, προσδιόριζε μια ασταθή και συνεχώς  μεταβαλλόμενη «σχέση» ανάμεσα στο υδάτινο στοιχείο, στα έλη και στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις (τις οποίες κάθε χρόνια αξιοποιούσαν οι γεωργοί και κτηνοτρόφοι της περιοχής, που επί αιώνες φρόντιζαν να προσαρμόζονται  στην ακαθόριστη αυτή ισορροπία).

Τελικά, μετά από πάρα πολλά χρόνια προβληματισμού, μελετών, διαβουλεύσεων και άπειρων εμποδίων (πόλεμοι, οικονομικά προβλήματα κλπ.), η πολιτεία πέτυχε να υπάρξει μια διευθέτηση στην «ανταγωνιστική» σχέση υδάτων και καλλιεργειών που περιγράψαμε.

Είχαν προηγηθεί την δεκαετία 1950 το έργο προστασίας της υπολεκάνης Κάρλας με την κατασκευή αναχωμάτων στον Πηνειό στο ύψος Κουλουρίου - Γυρτώνης, η εκκένωση των αλατούχων υδάτων έως το 1962 και στη συνέχεια, με 25 χρόνια καθυστέρηση, η  δρομολόγηση της νέας τεχνητή λίμνη Κάρλας των 38.000 στρεμμάτων, η οποία εγκαινιάστηκε και λειτουργεί από το 2018.

Με το έργο αυτό προσδιορίστηκε τελεσίδικα σε ποια έκταση θα λειτουργεί το νέο υδάτινο οικοσύστημα και αντίστοιχα ποιες εκτάσεις θα «ανήκουν» στην γεωργία - κτηνοτροφία για βιώσιμη αξιοποίηση, με πλήρη ασφάλεια και σε συνθήκες υγιεινής, δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από ότι συνέβαινε κατά το παρελθόν (πλημμύρες, ελονοσία κλπ.).


*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,

 

*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ


Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Δημοφιλέστερες Αναρτήσεις