Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεωργία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεωργία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Καλύτερη οργάνωση του πρωτογενούς τομέα ως βάση για τη βελτίωση της γεωργίας - (Φάνης Γέμτος)*

 


Ένα σημαντικό τμήμα του Σχεδίου (κεφάλαιο 5) αναφέρεται στη σωστή κοινωνική οργάνωση του πρωτογενούς τομέα. 

Εδώ τίθενται μια σειρά από θέματα για την υπάρχουσα κατάσταση. Είναι μάλλον προφανές ότι κάθε προσπάθεια βελτίωσης των τεχνικών καλλιέργειας και εισαγωγής νέων συναντά δυσκολίες. 

Η λογική «θα συνεχίσουμε όπως τα βρήκαμε» και «κάνουμε ό,τι κάνει ο γείτονας» δεν μπορεί να συνεχιστεί, καθώς η μη προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες συνθήκες μας κάνει μη ανταγωνιστικούς.

Αποτέλεσμα η συνεχής μείωση των εισοδημάτων. Για αυτό, το Σχέδιο προτείνει να αναπτυχθούν μια σειρά από επεμβάσεις στην ψυχολογία και νοοτροπία των αγροτών και της εφοδιαστικής αλυσίδας, ώστε να αποκτήσουν ισχυρή άποψη στο «να ξανακτίσουμε τη Θεσσαλία καλύτερη». 
Το τελευταίο είναι το σύνθημα του Master Plan της HVA. Πρέπει να αποκτήσουν την πεποίθηση της συνοχής και τη συμμόρφωσης με τη λογική ότι το καλό για το σύνολο προηγείται και να δημιουργηθεί μία διάθεση συνεργασίας με στόχο την προσαρμογή και υιοθέτηση της καινοτομίας.
Πρώτη προσπάθεια είναι να πειστούν οι κοινωνικοί εταίροι να στοχεύουν στο γενικό καλό προωθώντας λύσεις μέσω συνεργασίας. 
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί : με εκπαίδευση, με υιοθέτηση κινήτρων για τη συνεργασία και συμμετοχή σε ομαδικά σχήματα, διαφάνεια και παρακολούθηση των οργανώσεων που θα δημιουργηθούν με συνεχή αξιολόγηση και προσαρμογή στα αποτελέσματα, δημιουργία κοινωνικής συμμετοχής και ανάπτυξη συζητήσεων μεταξύ των μερών, ξεκάθαροι κανόνες και επιβολή τους με συνεχή λογοδοσία, οικονομικές ενισχύσεις για τα αρχικά στάδια και την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, συμμετοχή και συμβολή των κοινωνικών εταίρων εκτός από τους αγρότες όπως στελέχη των γεωργικών εφαρμογών και άλλων οργανισμών για την προώθηση χρήσιμων πρακτικών. Προτείνεται οργάνωση εκστρατείας (καμπάνιας) ενημέρωσης των κοινωνικών εταίρων και των καταναλωτών με επικοινωνία των αποτελεσμάτων για να κάνουν δυνατές τις σωστές επιλογές.
Η δεύτερη προσπάθεια είναι η δημιουργία ισχυρού πνεύματος συνεργασίας μεταξύ των αγροτών. Πρέπει οι αγρότες να πειστούν να υιοθετήσουν καινοτόμες πρακτικές που θα τους οδηγήσουν σε καλύτερο μέλλον. Διαφορετικά δεν θα μπορέσουν να είναι ανταγωνιστικοί στις διεθνείς αγορές και θα μείνουν στο περιθώριο. Θα πρέπει οι αγρότες να ενημερώνονται για τις επιτυχείς εφαρμογές καινοτομιών από αγρότες της περιοχής ώστε να παρακινηθούν να προσπαθήσουν και αυτοί. Οργάνωση ομάδων συνεργασίας και συζητήσεων μπορεί να βοηθήσει προς αυτήν την κατεύθυνση. Ένα στοιχείο που θίγει το Σχέδιο είναι η δυνατότητα των αγροτών όταν συνεργάζονται να επιτύχουν οικονομίες κλίμακος για μείωση του κόστους των εισροών. 
Προτείνουν μια σειρά από συνθήματα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την προώθηση της συνεργασίας όπως: «Η ισχύς στη ενότητα», «μαζί στεκόμαστε όρθιοι χωριστά πέφτουμε» κ.λπ.
Ένα σημαντικό τμήμα του Σχεδίου είναι η βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων και δημιουργία σήματος ποιότητας προϊόντων και ονομασίας προελεύσεως όπως π.χ. «προϊόν Θεσσαλίας». Παράλληλα να μελετηθούν η ζήτηση από τις αγορές προϊόντων, των ποιοτικών χαρακτηριστικών και πρόσβαση σε αυτές. Στοιχεία όπως καλές γεωργικές πρακτικές, βιωσιμότητα των συστημάτων παραγωγής, προστασία του περιβάλλοντος κ.λπ. μπορούν να προβληθούν. 
Αυτό είναι μια σύνθετη εργασία και απαιτεί τη συνεργασία όλης της αλυσίδας παραγωγής και μεταποίησης των προϊόντων, των Ερευνητικών Ιδρυμάτων - Πανεπιστημίων, ειδικών του μάρκετινγκ, συσκευασίας κ.λπ. και της δημόσιας διοίκησης.
Ένα κρίσιμο στοιχείο για το μέλλον της Γεωργίας είναι η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών. Εκπαίδευση, κοινή χρήση εξοπλισμού, ενημέρωση και συμβουλές από σύστημα γεωργικών εφαρμογών είναι μέσα στο πρόγραμμα.
Ένα ενδιαφέρον μέρος του Σχεδίου είναι τα μέτρα προσέλκυσης νέων αγροτών και η προσπάθεια μείωσης του δημογραφικού προβλήματος. Είναι ένα από τα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας. 
Ο μ.ο. ηλικίας στη χώρα είναι 45 έτη και στους αγρότες τα 55. Επισημαίνεται ότι η ανεργία των νέων (15-29 ετών) στη Θεσσαλία είναι 39,8%. Μια δυνατή διέξοδος, η απασχόληση στη γεωργία. 
Μέσα για να το πετύχουμε : Εκπαίδευση και επιμόρφωση με δημιουργία σχετικών σχολείων, εκτέλεση σεμιναρίων για γεωργία και επιχειρηματικότητα (όχι επανάληψη των παλαιών «επιμορφωτικών» σεμιναρίων). Πρακτική τεχνική εκπαίδευση. Δημιουργία ομάδων νέων και εκπαίδευσή τους από παλαιότερους. Όλα αυτά σε συνδυασμό με οικονομικές ενισχύσεις. Η ενίσχυση της διαδοχής στις εκμεταλλεύσεις είναι ένας από τους προβληματισμούς.
Ένα επιπλέον ενδιαφέρον στοιχείο είναι οι προτάσεις για μείωση γραφειοκρατίας. Εδώ προτείνονται μια σειρά από μέτρα όπως : Ξεκάθαροι κανόνες και κανονισμοί λειτουργίας, ψηφιοποίηση διαδικασιών, αξιολόγηση των επιπτώσεων των κανονισμών, διαφάνεια στη λειτουργία και λογοδοσία. Μελέτη καλών πρακτικών από άλλες χώρες θα βοηθήσει στην υιοθέτηση των πιο πετυχημένο προτύπων.
Συμπερασματικά θα ήθελα να καταλήξω ότι το Σχέδιο μας δίνει ένα ισχυρό όπλο διεκδίκησης της επίλυσης του υδατικού προβλήματος της Θεσσαλίας. 
Προτείνει τη δημιουργία επιτροπής ειδικών που θα εξειδικεύσουν τις δράσεις προστασίας από πλημμύρες και τη διαχείριση των υδάτων. Μας δίνει επίσης ιδέες για τη δυνατότητα αύξησης του κύκλου εργασιών του πρωτογενούς τομέα και αύξηση των εισοδημάτων που θα κρατήσουν τους Θεσσαλούς στον τόπο τους. Προφανώς οι προτάσεις πρέπει να εξειδικευτούν για κάθε εδαφοκλιματική ενότητα της Θεσσαλίας, αλλά μας δίνει μια ευκαιρία να διεκδικήσουμε μια Εθνική Αγροτική Πολιτική με στόχους την υψηλή παραγωγικότητα και εισοδήματα. Δίνει μια σειρά από ιδέες οργάνωσης της παραγωγής, αλλά και της εφοδιαστικής αλυσίδας για βελτίωση της θέσης των αγροτών. Προφανώς όλα είναι ιδέες που πρέπει να αναλυθούν και εφαρμοστούν.
Στο κεφάλαιο 6 το Σχέδιο δίνει μια εικόνα του κόστους των προτεινόμενων δράσεων για τη Γεωργία όπως φαίνεται στον πίνακα που παραθέτω. 
Προβλέπει 400.000.000 € για την περάτωση του φράγματος Συκιάς και των συνοδών έργων, αλλά και το κόστος μιας σειράς δράσεων. 
Μια εικόνα του προβλεπόμενου κόστους με ωφέλεια την αύξηση του κύκλου εργασιών του πρωτογενούς τομέα από 1,5 σε 3 δις €/χρόνο.

*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.


ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Τι προτείνει το Σχέδιο της HVA για την αναδιάρθρωση της γεωργίας μας ; (Φάνης Γέμτος)*

 


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παραμονή των Θεσσαλών και κυρίως των νέων στον τόπο τους προϋποθέτει την ασφάλεια από πλημμύρες και ξηρασία και την εξασφάλιση εισοδήματος που θα τους στηρίξει.

Σήμερα είμαστε σε μια κατάσταση που ο κίνδυνος πλημμυρών είναι άμεσος με την κλιματική αλλαγή να κάνει πιθανές θεομηνίες τύπου Ιανού ή Daniel, ενώ υπάρχει ανασφάλεια από το αρνητικό υδατικό ισοζύγιο που θέτει σε κίνδυνο τόσο τη δυνατότητα άρδευσης των καλλιεργειών όσο και τον κίνδυνο καταστροφής των υπόγειων υδροφορέων, όπως εξήγησα στο προηγούμενο σημείωμα.
Υπάρχει επομένως άμεση ανάγκη να προγραμματιστούν και να ξεκινήσουν να εκτελούνται σειρά έργων για να αντιστρέψουν την κατάσταση. 
Παράλληλα πρέπει να ωριμάσουν έργα που πρέπει να εκτελεστούν όσο συντομότερα γίνεται. 
Αυτά πρέπει να διεκδικήσουμε όλοι οι Θεσσαλοί για να πετύχουμε την αναστροφή της επερχόμενης καταστροφής.
Με δεδομένη την έλλειψη αρδευτικού νερού είναι προφανές ότι πρέπει να κάνουμε δύο δράσεις παράλληλα. Μια προς την αύξηση ταμιεύσεων νερού τον χειμώνα για να έχουμε το καλοκαίρι και μια προς την κατεύθυνση της μείωσης της κατανάλωσης νερού. 
Σημειώστε ότι το 25% των απωλειών εκτιμάται ότι προέρχεται από απώλειες κατά τη μεταφορά από ανοικτούς χωμάτινους αγωγούς και διώρυγες. Μια εύκολη λύση μείωσης της κατανάλωσης νερού είναι να μειώσουμε τις αρδευόμενες καλλιέργειες. Αυτό, όπως έχω γράψει πολλές φορές σημαίνει μείωση του εισοδήματος που θα οδηγήσει σε φυγή των Θεσσαλών. Γιατί οι ξηρικές καλλιέργειες έχουν κατά μέσο όρο κύκλο εργασιών κάτω από 100 €/στρ όταν οι αρδευόμενες έχουν κοντά στα 500 €/στρ. 
Ένα ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι αν μπορούμε να αυξήσουμε τον κύκλο εργασιών των καλλιεργειών μας χωρίς να αυξήσουμε ταυτόχρονα τη κατανάλωση νερού.
Στο Σχέδιο της HVA τίθεται το θέμα αυτό και προτείνονται λύσεις. Σε αυτό το πλαίσιο έβαλαν κυρίως το βαμβάκι στο στόχαστρο, αλλά παράλληλα και το καλαμπόκι και τη μηδική. 
Δηλαδή τις επικρατούσες εκτατικές καλλιέργειες της Θεσσαλίας με τις οποίες είναι συνδεδεμένοι οι παραγωγοί (και οι επιδοτήσεις), αλλά και κάποια μεταποίηση. Χρησιμοποίησαν ένα δείκτη που δίνει τον κύκλο εργασιών της κάθε καλλιέργειας ανά κ.μ. νερού που καταναλώνει. 
Οι εκτιμήσεις τους δίνουν 2,5 €/κμ για το καλαμπόκι, 3,4 για το βαμβάκι, 57,9 για τα λαχανικά και 31,3 για τα δένδρα. Κάτι πολύ μεγαλύτερο ισχύει για τις θερμοκηπιακές καλλιέργειες.
Με βάση αυτό το στοιχείο προτείνουν τη σταδιακή αντικατάσταση των σημερινών καλλιεργειών με καλλιέργειες με μικρότερη κατανάλωση νερού όπως πχ το σουσάμι και στροφή προς τα οπωροκηπευτικά. 
Η πρόταση αυτή ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από πολλές πλευρές. 
Όπως έχω αναλύσει σε δύο άρθρα μου πριν λίγες εβδομάδες (15/1 και 5/2 στην Ελευθερία) το βαμβάκι σαφώς δεν είναι η πιο υδροβόρα καλλιέργεια. Καταναλώνει πολύ λιγότερο νερό από το καλαμπόκι ή τη μηδική αλλά περισσότερο από το σουσάμι ή τον ηλίανθο. 
Το πρόβλημα με το βαμβάκι είναι ότι έχει πολύ μικρό κύκλο εργασιών (160-180 €/στρ με τιμές προ κρίσης) κάτι που οδήγησε στη μείωση της καλλιεργούμενης έκτασης της Θεσσαλίας στα 800.000 στρ (από κοντά 2.000.000 στρ τότε «με όλα τα κιλά όλα τα λεφτά»). Και αυτό παρά την πολύ μεγάλη συνδεδεμένη επιδότηση των 70 €/στρ που δεν έχει καμία άλλη καλλιέργεια. 
Η πρόταση του Σχεδίου είναι να μεταφέρουμε χωράφια σε καλλιέργειες οπωροκηπευτικών υπαίθρου ή και θερμοκηπιακές. 
Για αντικατάσταση των καλλιεργειών προτείνονται άλλες όπως σουσάμι, πατάτες, ζαχαροκάλαμο, switchgrass (μια καλλιέργεια που μελετούσαμε για παραγωγή βιομάζας) . 
Είναι προφανές ότι όλα αυτά θα πρέπει να μελετηθούν με επιτόπια πειράματα να δούμε αν πραγματικά μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτικές λύσεις. Για το σουσάμι μπορώ να πω ότι είναι μια καλλιέργεια για την οποία ενδιαφέρεται η βιομηχανία παραγωγής χαλβά κλπ που δεν μπορεί να βρει πρώτη ύλη καλής ποιότητας και είναι διατεθειμένη να την πληρώσει. Πριν 10 χρόνια πρότεινε τιμή 1,2 €/κιλό που με μια παραγωγή πάνω από 200 κιλά /στρ κάνει τη καλλιέργεια ενδιαφέρουσα.
Στο Σχέδιο προβάλλεται τόσο η μειωμένη κατανάλωση νερού όσο και κυρίως η αύξηση του εισοδήματος των αγροτών που θα τους κρατήσει στις εστίες τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλες αυτές οι μεταβολές χρειάζονται εξειδίκευση καθώς πρέπει να δούμε με λεπτομέρεια ποια είδη και ποικιλίες πρέπει να προκρίνουμε, πως προσαρμόζονται στις εδαφολογικές και μικροκλιματικές συνθήκες που επικρατούν και κυρίως πώς θα εξασφαλιστεί η διάθεση των προϊόντων στη αγορά. Θα αναφερθώ στις προτάσεις οργάνωσης της παραγωγής σε επόμενο σημείωμα.
Τα συστήματα εφαρμογής του αρδευτικού νερού στο χωράφι είναι κρίσιμα για την εξοικονόμηση νερού. 
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να προωθήσουμε συστήματα με μεγάλη απόδοση όπως η στάγδην άρδευση και ο περιορισμός της χρήσης συστημάτων επιφανειακής άρδευσης και τεχνητής βροχής. Αλλά και να βελτιώσουμε τα συστήματα μεταφοράς και διανομής του αρδευτικού νερού.
Ένα σημαντικό στοιχείο που αναδεικνύει το Σχέδιο είναι ο κίνδυνος μείωσης της γονιμότητας γενικότερα αλλά και καταστροφής των Θεσσαλικών εδαφών από τη διάβρωση των εδαφών/ μείωση οργανικής ουσίας. 
Ένα θέμα που ξεχνάμε συστηματικά είναι ότι το 30% των καλλιεργούμενων εκτάσεων της Θεσσαλίας είναι επικλινή και παρουσιάζουν έντονα φαινόμενα μείωσης του βάθους του εδάφους και της γονιμότητας του. 
Επισημαίνουν την αύξηση των κινδύνων από τις έντονες βροχοπτώσεις που αναμένονται με την κλιματική αλλαγή. 
Σε πολλά σημεία του σχεδίου επισημαίνουν την ανάγκη λήψης μέτρων όπως της συνεχούς κάλυψης του εδάφους με φυτικά υπολείμματα ή/και με καλλιέργειες φυτοκάλυψης, αλλά και τη δυνατότητα χρήσης επικλινών εδαφών για δενδρώδεις καλλιέργειες και αμπέλια με συνεχή φυτοκάλυψη των εδαφών ανάμεσα στις σειρές. Προτείνουν την προώθηση της Γεωργίας Συντηρήσεως για βελτίωση της υγείας του εδάφους και την προστασία από τη διάβρωση. Επίσης την προώθηση συστημάτων Γεωργίας Ακριβείας και ρομποτικών συστημάτων για καταπολέμηση των ζιζανίων για αποφυγή αύξησης της χρήσης ζιζανιοκτόνων. Τέλος τη δημιουργία ζωνών ανάσχεσης της ροής του νερού σε επικλινείς εκτάσεις μεγάλου μήκους.
Σημαντικό στοιχείο της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενούς τομέα είναι η εισαγωγή νέων τεχνολογιών στη διαχείριση των αγροκτημάτων. Η ανάγκη σωστής διαχείρισης των εισροών και της άρδευσης με χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών (ΤΠΕ), χρήση drones, χρήση νέων μηχανών συγκομιδής, καλύτερη διακίνηση και συσκευασία, βελτιωμένες ποικιλίες, βελτιωμένα συστήματα φυτοπροστασίας είναι συνεχής.
Είναι προφανές ότι όλα αυτά πρέπει να σχεδιαστούν και προωθηθούν στους αγρότες για υιοθέτηση και εφαρμογή. Σε αυτό το τομέα οι προτάσεις του Σχεδίου έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και θα τις συζητήσω σε επόμενο σημείωμα.

*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.


ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog


Χρήση νέων τεχνολογιών για μείωση του κόστους παραγωγής - (Φάνης Γέμτος)*

 




Πολλές νέες τεχνολογίες αναπτύσσονται και μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και στη μείωση του κόστους παραγωγής. 

Γενετική βελτίωση φυτών και ζώων, γεωργία συντηρήσεως, συστήματα μεταφοράς και διανομής αρδευτικού νερού είναι κάποιες από αυτές.

Εκεί, όμως, που γίνεται μια επανάσταση είναι στην εφαρμογή των τεχνολογιών πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών που μπορούν να δώσουν σημαντικά βελτιωμένα αποτελέσματα.

Θα μπορούσαμε να ομαδοποιήσουμε τις εφαρμογές σε τέσσερις τομείς :

1. Την κατεύθυνση των κινήσεων του μηχανικού εξοπλισμού στο χωράφι που βελτιώνει ουσιαστικά την ακρίβεια των εφαρμογών μέχρι την ανάπτυξη αυτόνομων συστημάτων που θα λειτουργούν χωρίς χειριστές. Η ακρίβεια στις κινήσεις των μηχανημάτων έχει σημαντικές δυνατότητες εξοικονόμησης εισροών. Ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται και με δυνατότητες διακοπής λειτουργίας μέρους των μηχανημάτων σε σημεία του χωραφιού που έχουν ήδη περάσει. Για παράδειγμα, δεν έχουμε διπλά περάσματα των σπαρτικών, λιπασματοδιανομέων, ψεκαστικών από σημεία του χωραφιού ή/και διακοπή ροής σπόρου, λιπασμάτων και ψεκαστικού υγρού σε σημεία που έχουν ήδη καλυφθεί με αντίστοιχη εξοικονόμηση πόρων. Η μείωση των επικαλύψεων εξοικονομεί και καύσιμα που είναι ιδιαίτερα σημαντικά στο κόστος παραγωγής και στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

Τα αυτόνομα συστήματα έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται και η χρήση τους επεκτείνεται. Η χρήση συστημάτων αυτόματης οδήγησης σε συνδυασμό με αυτόματη διακοπή λειτουργίας του μηχανήματος, όπου έχει ήδη γίνει εφαρμογή εξοικονομούν 4-7% του σπόρου κατά τη σπορά, 10-15% των φυτοφαρμάκων κατά τους ψεκασμούς, 5-10% κατά την εφαρμογή αζωτούχων και λοιπών λιπασμάτων.
2. Την ανάπτυξη αισθητήρων που να καταγράφουν την κατάσταση των χωραφιών και να κατευθύνουν τους αγρότες στη λήψη αποφάσεων για τις καλλιέργειές τους. Οι αισθητήρες υπόγειοι, επίγειοι, υπέργειοι και σε δορυφόρους μπορούν να δώσουν εικόνα του χωραφιού και σημεία που χρειάζονται επεμβάσεις. Μια από τις πρώτες εφαρμογές είναι η μέτρηση της ανάκλασης του ηλιακού φωτός από τα φυτά. Δημιουργούμε δείκτες βλάστησης που μας βοηθούν να καταλάβουμε διαφορές σε σημεία του χωραφιού. Ουσιαστικά εκτιμούμε το χρώμα των φυτών που σχετίζεται με την κατάσταση της φυτείας π.χ. της επάρκειας του αζώτου. Σε δενδρώδεις καλλιέργειες η μέτρηση της κόμης των δέντρων μπορεί να είναι η βάση διαφοροποίησης της εφαρμογής λιπασμάτων ή φυτοφαρμάκων. Νεότεροι αισθητήρες μπορούν να κάνουν έγκαιρη διάγνωση ασθενειών των φυτών ή προσβολών. Μπορούν να ξεχωρίζουν τα χρήσιμα φυτά από τα ζιζάνια και να μπορούν να τα καταπολεμούν. Οι εφαρμογές πληθαίνουν και αναπτύσσονται συνεχώς. Άλλοι αισθητήρες μετρούν την υγρασία του εδάφους και να μας καθοδηγούν να ποτίζουμε όταν και όσο πρέπει, επιτυγχάνοντας εξοικονόμηση νερού και ενέργειας. Αισθητήρες χαρτογράφησης της παραγωγής στις μηχανές συγκομιδής είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι, καθώς έχουμε εικόνα του χωραφιού μας με πραγματικά στοιχεία και μπορούμε να αξιολογούμε τις πρακτικές που εφαρμόσαμε την προηγούμενη χρονιά και να τις συνδέσουμε με τις καιρικές συνθήκες.
3. Την ανάπτυξη συστημάτων διαφοροποιημένων εφαρμογών των εισροών, στηριζόμενα στις μετρήσεις των αισθητήρων, που ταιριάζουν με τις ανάγκες των καλλιεργειών και από τη μια πλευρά να εξοικονομούν πόρους και εισροές και από την άλλη να μεγιστοποιούν τις αποδόσεις. Με βάση αισθητήρες μέτρησης του χρώματος των φυτών μπορούμε να κάνουμε διαφοροποιημένη λίπανση των φυτών μας. Κάποια συστήματα χρησιμοποιούν αισθητήρες σε εναέρια μέσα, δημιουργούν χάρτες εφαρμογής και εφαρμόζουν τις σωστές ποσότητες λιπάσματος ή φυτοφαρμάκων, όπως π.χ. ρυθμιστών ανάπτυξης σύμφωνα με την εικόνα των φυτών. Άλλα συστήματα έχουν τους αισθητήρες πάνω στα τρακτέρ ή στα μηχανήματα και αυτόματα αυξάνουν ή μειώνουν τη δόση του λιπάσματος ή του ψεκαστικού υγρού. Εφαρμογές εντοπίζουν τα ζιζάνια, τα ξεχωρίζουν από τα φυτά μας και μπορούν να τα καταστρέψουν είτε με εντοπισμένο ψεκασμό είτε με καταστροφή μηχανική είτε με laser. Οι διαφοροποιημένοι ψεκασμοί μπορούν να μειώσουν σημαντικά τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούμε μειώνοντας τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η εξοικονόμηση λιπασμάτων από διαφοροποιημένη εφαρμογή με βάση τους δείκτες βλάστησης φτάνει μέχρι το 25%. Η μείωση ζιζανιοκτόνων με εντοπισμό των ζιζανίων και ατομικό ψεκασμό τους εξοικονομεί μέχρι 90% του φαρμάκου. Η εφαρμογή αισθητήρων υγρασίας μειώνει ουσιαστικά τη χρήση νερού, έναν φυσικό πόρο που δεν υπάρχει σε αφθονία. Καθώς σήμερα η άρδευση είναι εμπειρική, εκτιμάται ότι μια μείωση νερού και ενέργειας του 15% και πάνω είναι δυνατή.

4. Μια άλλη δυνατότητα δίνεται στους αγρότες από τα λογισμικά που τους βοηθούν στη λήψη αποφάσεων. Τα συστήματα αυτά είναι συνδεδεμένα με μετεωρολογικούς σταθμούς για να έχουν στοιχεία καιρού. Ο παραγωγός τροφοδοτεί το σύστημα με στοιχεία για το χωράφι του (τύπος εδάφους, ανάλυση εδάφους προηγούμενη καλλιέργεια), ποικιλία που σπέρνει, χρόνο σποράς. Το πρόγραμμα αναλύει την ανάπτυξη της φυτείας και συμβουλεύει τον αγρότη για την ποσότητα σπόρου για τη σπορά, χρόνο και ποσότητα λίπανσης, χρόνο άρδευσης, ψεκασμούς κ.λπ. Υπάρχουν πολλά πετυχημένα προγράμματα. Εμπειρία μου με το λογισμικό granoduro.net για το σκληρό σιτάρι μού έδειξε ότι οι συμβουλές που έδινε στους αγρότες ήταν πολύ σωστές. Στο τέλος υπολόγιζε και τις επιπτώσεις στο περιβάλλον με ανάλυση κύκλου ζωής, σημαντικό στοιχείο για τις εταιρείες παραγωγής ζυμαρικών.
Η ωφέλεια που έχουμε από τη χρήση των νέων τεχνολογιών είναι αναμφισβήτητή. Γι’ αυτό πολλές εφαρμογές έχουν επικρατήσει σε χώρες όπως οι ΗΠΑ. Έρευνα έδειξε ότι το 90% των αγροτών έχει υιοθετήσει συστήματα καθοδήγησης των μηχανημάτων και 50% συστήματα διαφοροποιημένης λίπανσης. Βεβαίως, κάθε νέο σύστημα έχει ένα κόστος αγοράς, αλλά και εκμάθησης της ορθής λειτουργίας του. Για παράδειγμα, ένας λιπασματοδιανομέας για διαφοροποιημένη λίπανση με αισθητήρα στο τρακτέρ της AUGMENTA που τοποθετείται πάνω σε υπάρχοντα λιπασματοδιανομέα ή ψεκαστικό κόστιζε 10.000 ευρώ, ενώ ο αντίστοιχος με χάρτες εφαρμογής από δορυφόρους 25.000 ευρώ. Αν το μηχάνημα πρέπει να αποσβεστεί σε 8 χρόνια και με επιτόκιο 5%, τότε το πρώτο μηχάνημα έχει ετήσια απόσβεση 1.500 ευρώ με επιπλέον το κόστος του λιπασματοδιανομέα και το δεύτερο 2.750 ευρώ. Κόστος που μπορεί να αποσβεστεί εύκολα από τη μείωση του λιπάσματος σε ένα αγρόκτημα 1.000 στρ., αλλά δύσκολα σε ένα 100 στρ. Για τα μικρά ελληνικά αγροκτήματα τίθεται θέμα ομαδικής χρήσης ή εφαρμογής από επαγγελματίες με μηχανήματα για να υπάρξει ουσιαστική ωφέλεια από τη χρήση αυτής της τεχνολογίας.
Για τους αισθητήρες υγρασίας και συστήματα καθορισμού του χρόνου έναρξης και διακοπής της άρδευσης το κόστος είναι σε ύψος 1.000 ευρώ. Για ένα αγροτεμάχιο 50 στρεμμάτων και απόσβεση σε 5 χρόνια το κόστος καλύπτεται εύκολα για περιοχές με άρδευση από γεωτρήσεις με κόστος 60-100 ευρώ/στρ. Ακόμη και με εξοικονόμηση 10% το κόστος υπερκαλύπτεται με σημαντική ωφέλεια για τον παραγωγό και το περιβάλλον. Τα λογισμικά για υποβοήθηση αποφάσεων διατίθενται με ένα κόστος της τάξεως το 0,5 -1 ευρώ/στρ., που επίσης εύκολα αποσβένεται από σημαντικές μειώσεις στις εισροές σπόρου, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων κ.λπ.

Οι νέες τεχνολογίες και ιδιαίτερα οι τεχνολογίες της Πληροφορικής και των Τηλεπικοινωνιών μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στη μείωση του κόστους παραγωγής της Ελληνικής Γεωργίας και στην αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της.

Προφανώς πρέπει να προωθήσουμε τη χρήση τους για να μη βρεθούμε στο περιθώριο. Πώς ; Το κρίσιμο ερώτημα.

*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.


ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Λίπανση, φυτοπροστασία, άρδευση και κόστος παραγωγής - (Φάνης Γέμτος)*

 


Η λίπανση είναι ένα άλλο στοιχείο του μεγάλου κόστους παραγωγής. Είναι του επιπέδου κατεργασίας του εδάφους.

Κανονικά θα έπρεπε η λίπανση φωσφόρου και καλίου να στηρίζεται σε αναλύσεις εδάφους, κάτι που κατά κανόνα δεν γίνεται. 
Όσες αναλύσεις κάναμε σε χωράφια αγροτών, συνήθως είχαμε περισσότερο φώσφορο από όσο χρειάζονταν οι καλλιέργειες, επομένως θα μπορούσαμε να αποφύγουμε την εφαρμογή για 1-2 χρονιές. 
Η άποψη ότι φώσφορος και κάλιο δεν χάνονται είναι σωστή μέχρι κάποιο σημείο. Αλλά κάθε απώλεια εδάφους, π.χ. από διάβρωση, παίρνει και στα στοιχεία αυτά μαζί του, αλλά και κάποιες ποσότητες αδρανοποιούνται. Το άζωτο είναι το μεγαλύτερο μέρος του κόστους λίπανσης, αλλά και η βάση των μεγάλων αποδόσεων της γεωργίας μας. 
Επομένως, ορθή εφαρμογή δίνει τα καλύτερα αποτελέσματα. Το άζωτο σε όποια μορφή κι αν το εφαρμόσουμε, τελικά μετατρέπεται σε νιτρικό, που είναι και πιο εύληπτο από τα φυτά. 
Τα νιτρικά είναι ευδιάλυτα στο νερό και εκπλύνονται με τη βαθιά διήθηση είτε από βροχή είτε από εφαρμογή μεγαλύτερης ποσότητας αρδευτικού νερού. Επομένως, ο κίνδυνος απώλειας είναι μεγάλος. 
Το αμμωνιακό άζωτο ως θετικά φορτισμένο συγκρατείται από το έδαφος που είναι αρνητικά φορτισμένο. Επομένως, όταν θέλουμε άμεση χρήση του αζώτου, προσθέτουμε νιτρική μορφή, όταν θέλουμε η απορρόφηση να γίνει σε μεγαλύτερο χρόνο, εφαρμόζουμε αμμωνιακή μορφή. Δεδομένου ότι και το αμμωνιακό άζωτο μετατρέπεται από τους μικροοργανισμούς του εδάφους σε νιτρικό, είναι προφανές ότι πρέπει να εφαρμόζουμε το άζωτο όταν τα φυτά το χρειάζονται, δηλαδή σε περισσότερες δόσεις, ώστε να έχουμε ελάχιστες απώλειες. 
Κάθε πέρασμα στο χωράφι έχει κόστος, επομένως πρέπει να γίνει ένας συγκερασμός των δόσεων με τις απώλειες. 
Γι’ αυτό στα σιτηρά προτείνουμε δύο και ακόμα τρεις δόσεις εφαρμογής (σε υγρές χρονιές και όταν πρόκειται να ποτίσουμε), αλλά και στις σκαλιστικές καλλιέργειες οι περισσότερες δόσεις δίνουν καλύτερη απόδοση του αζωτούχου λιμάσματος. Σε αντίθεση με τον φωσφόρο και το κάλιο που μπορούν να εφαρμοστούν κατά τη σπορά σε μία δόση. 
Η ποσότητα που θα εφαρμόσουμε σχετίζεται με πολλούς παράγοντες, όπως η προηγούμενη καλλιέργεια (π.χ. ένα ψυχανθές αφήνει άζωτο στο έδαφος), αλλά και τον στόχο της παραγωγής που έχουμε. Επομένως, δεν εφαρμόζουμε τις ίδιες ποσότητες κάθε χρόνο, αλλά κάνουμε τους λογαριασμούς μας και αποφασίζουμε.
Η φυτοπροστασία είναι ένα σημαντικό στοιχείο του κόστους παραγωγής, αλλά και επιπτώσεων στο περιβάλλον. 
Η πολιτική από το αγρόκτημα στο πιάτο του καταναλωτή και η νέα ΚΑΠ προβλέπουν μείωση των δραστικών ουσιών, αλλά και των εφαρμοζόμενων ποσοτήτων κατά 50%. 
Κάτι εξωπραγματικό, αλλά δεν είναι και το μόνο στη νέα ΚΑΠ, κάτι που φαίνεται να προκαλεί ισχυρές αντιδράσεις των αγροτών. Ανεξάρτητα από την ΚΑΠ, η ορθή εφαρμογή της φυτοπροστασίας είναι κρίσιμη τόσο για το κόστος παραγωγής όσο και για την υγεία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος. 
Γι’ αυτό οι ψεκασμοί πρέπει να γίνονται μόνο όταν χρειάζονται και με τους κανόνες που ορίζονται από τους κατασκευαστές και τις καλές γεωργικές πρακτικές. Αμειψισπορές και καλλιέργειες φυτοκάλυψης περιορίζουν τόσο τα ζιζάνια όσο και τα παράσιτα των φυτών μας. 
Η μονοκαλλιέργεια, μια πρακτική που ενισχύθηκε από τις επιλεκτικές επιδοτήσεις της ΚΑΠ (βαμβάκι, σκληρό σιτάρι) οδήγησε σε αύξηση των εχθρών. Οι συνεχείς ψεκασμοί με τα ίδια φυτοφάρμακα άρχισε να δημιουργεί ανθεκτικότητες των εχθρών των φυτών μας σε φυτοφάρμακα. Ιδιαίτερα πολλά ζιζάνια έχουν αποκτήσει ανθεκτικότητες σε ζιζανιοκτόνα. Επομένως, αμειψισπορές και χρήση διαφόρων δραστικών ουσιών για την καταπολέμηση των εχθρών συμβάλλουν στη μείωση των παρασίτων και του κόστους καταπολέμησης. Ψεκασμοί μόνο όταν είναι πραγματικά αναγκαίοι είναι το κρίσιμο στοιχείο. Ποτέ προληπτικοί ψεκασμοί και ποτέ ψεκασμοί ακολουθώντας τον γείτονα. Πάντα διαπιστώνουμε με επιτόπια εξέταση την προσβολή και μετά επεμβαίνουμε. 
Το ίδιο ισχύει για τα ζιζάνια που πρέπει να τα καταγράφουμε για να εφαρμόζουμε τα ζιζανιοκτόνα που ταιριάζουν. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την εφαρμογή των οδηγιών των παραγωγών των φυτοφαρμάκων και την καλή ποιότητα, συντήρηση και ρύθμιση των ψεκαστικών θα οδηγήσουν σε μειωμένο κόστος και μεγαλύτερες αποδόσεις υψηλής ποιότητας προϊόντων.
Το κόστος άρδευσης είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της Θεσσαλίας. Υπάρχουν δύο περιοχές. 
Εκεί που ποτίζουν με επιφανειακά νερά με κόστος 10-30 ευρώ/στρ. και εκεί που ποτίζουν με υπόγεια νερά που αντλούνται από βάθη 100 και πλέον μέτρων που το κόστος φτάνει τα 80-100 ευρώ/στρ. 
Και εδώ δεν είναι μόνο το κόστος της ενέργειας, αλλά και η απόσβεση της γεώτρησης που ανέρχεται σε δεκάδες χιλιάδες ευρώ και πρέπει να ανανεώνεται σε μικρά χρονικά διαστήματα, καθώς η στάθμη των υδάτων χαμηλώνει. Η εφαρμογή του νερού γίνεται εμπειρικά ως προς την ποσότητα και με μεθόδους που δεν έχουν υψηλό βαθμό απόδοσης (ποσότητα που καταλήγει στα φυτά προς το εφαρμοζόμενο νερό) του νερού. 
Πρώτο μέλημά μας πρέπει να είναι η επέκταση της χρήσης επιφανειακών νερών σε αντικατάσταση των γεωτρήσεων. 
Προφανώς χρειαζόμαστε να αποθηκεύουμε τα χειμερινά νερά των βροχοπτώσεων σε ταμιευτήρες νερού στα ορεινά για να έχουμε το καλοκαίρι να ποτίζουμε με καθαρό και φθηνό νερό. 
Αυτό θα αποκαταστήσει σταδιακά τους υπόγειους υδροφορείς και θα σταματήσει ή αναστρέψει τη διαρκή ταπείνωση της στάθμης. Δεύτερο μέσο μείωσης του κόστους η εφαρμογή συστημάτων στάγδην άρδευσης που έχουν τον μεγαλύτερο βαθμό απόδοσης και τη μικρότερη πίεση λειτουργίας, επομένως και κόστος ενέργειας. Υπάρχει το κόστος των σταλλακτηφόρων σωλήνων και εξαρτημάτων που πρέπει να αποσβεστούν, αλλά μειώνει σημαντικά και το κόστος εφαρμογής και παρακολούθησης. 
Πόση δόση νερού πρέπει να εφαρμόζουμε και σε ποια χρονικά διαστήματα είναι δύσκολα ερωτήματα. Ο χρόνος εφαρμογής μας δίνεται από την εικόνα των φυτών μας. Στο βαμβάκι ποτίζουμε όταν αλλάζουν χρώμα τα φύλλα το μεσημέρι, ενώ σε άλλες καλλιέργειες ποτίζουμε ανά τακτά διαστήματα. Το πόσο νερό εφαρμόζουμε και αυτό είναι εμπειρικό. Όταν εφαρμόζουμε περισσότερο νερό από όσο χρειάζεται, εκτός από τη σπατάλη νερού και ενέργειας προκαλούμε και έκπλυση των ευδιάλυτων στοιχείων, όπως το άζωτο, προσθέτοντας στο κόστος παραγωγής. Υπάρχει μεγάλος χώρος μείωσης του κόστους άρδευσης και η δυνατότητα χρήσης νέων τεχνολογιών θα αναλυθεί στο επόμενο σημείωμα.

*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Μήπως να ξαναδούν τα αιτήματά τους οι αγρότες ; (Γιώργος Νάνος)*

 



Να ξεκαθαρίσουμε ότι είμαι από αγροτική οικογένεια και θεωρώ ότι γνωρίζω αρκετά τι θα πει πρωτογενής φυτική παραγωγή. 

Κάθε χρόνο ακούμε τα ίδια σχετικά με το κόστος παραγωγής των αγροτικών προϊόντων, με τις χαμηλές τιμές αυτών στον παραγωγό και τις υψηλές τιμές αυτών στον καταναλωτή.

Αυτό μπορεί να αλλάξει μόνο με ισχυρές Ομάδες Παραγωγών και με τη διαφοροποίηση του προϊόντος και της αγοράς στόχου.
Δεν θα μείνω, όμως, εκεί. Η πραγματικότητα είναι ότι το κόστος καλλιέργειας των αγροτικών προϊόντων στην Ελλάδα είναι υψηλό. 
Αυτό μπορεί να μειωθεί ; Ναι, κατηγορηματικά ναι.
Είναι υψηλό το κόστος του ρεύματος. Μπορούμε να το μειώσουμε ; Φυσικά, αν ξέραμε πόσο νερό πρέπει να αρδεύσουμε σε κάθε καλλιέργεια κάθε εβδομάδα, θα μειώναμε σχεδόν πάντα το κόστος λειτουργίας της πομόνας, καθώς στη δενδροκομία που γνωρίζω η κατανάλωση αρδευτικού νερού (άρα και ρεύματος) είναι υπερβολική (και νερό δεν περισσεύει στη Θεσσαλία, και το υπερβολικό νερό καταλήγει σε πολλά αρνητικά για το έδαφος και την καλλιέργεια). 
Τι πιο λογικό θα ήταν ένα αίτημα να δημιουργηθεί ένα δίκτυο μετεωρολογικών σταθμών και με την κατάλληλη υποδομή και ελάχιστο προσωπικό να γνωρίζουν οι αγρότες κάθε εβδομάδα πόσο νερό πρέπει να εφαρμόσουν στην καλλιέργειά τους. Σίγουρα θα πλήρωναν λιγότερα χρήματα στο ηλεκτρικό ρεύμα. Η Καλιφόρνια το κάνει αυτό. Η Κρήτη το κάνει για ελιά, εσπεριδοειδή και αβοκάντο. Η Άρτα το κάνει για τα εσπεριδοειδή. 
Στην εποχή της τεχνολογίας αυτά είναι απλά πράγματα. Εμείς το κάναμε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις παραγωγών στον Τύρναβο και την Αγιά. Και εκεί σοκαρίστηκα με τη σπατάλη και τα αρνητικά επακόλουθα της υπερβολικής άρδευσης. Αλλά, κανένας δεν ήθελε να αλλάξει, να μειώσει το νερό και το κόστος ηλεκτρικού ρεύματος.
Είναι τεράστια η κατανάλωση καυσίμων από τους παραγωγούς και θέλουν να μειωθεί η τιμή του πετρελαίου. Λογικό είναι, στην τιμή του έχει ενσωματωθεί πολύς φόρος. Αλλά υπάρχει τρόπος να μειώσουμε τη χρήση πετρελαίου που θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της κατανάλωσής του και τη μείωση του κόστους καλλιέργειας ; 
Ένας μεγάλος παραγωγός μου είπε ότι ξοδεύει σε πετρέλαιο πάνω από 50.000 ευρώ το έτος. Φυσικά, μπορεί να μειωθεί αυτή η κατανάλωση. 
Πόσες φορές πηγαίνει το όχημα στο χωράφι για να ποτίσουμε το καλοκαίρι ; Μήπως θα μπορούσαμε να κάνουμε το άνοιγμα και κλείσιμο της πομόνας σε πολλές περιπτώσεις αυτόματα, με το κινητό μας ; 
Φυσικά, μπορούμε. Μήπως μπορούσαμε να παρατηρούμε την καλλιέργεια από το σπίτι μας με το κινητό ; Φυσικά, μπορούμε με την τεχνολογία. 
Μήπως έπρεπε να αναμοχλεύουμε το έδαφος λιγότερο (ή και καθόλου) για να σπείρουμε ; 
Φυσικά, το γνωρίζουμε, απαιτεί άλλο εξοπλισμό, αλλά είναι αποδεδειγμένο στη Θεσσαλία και σε όλον τον κόσμο : Μειώνει πάρα πολύ την κατανάλωση καυσίμων, χωρίς να επηρεάζει τη συγκομιζόμενη παραγωγή, αλλά, ως θαύμα (δεν είναι θαύμα, είναι φυσιολογικό και λογικό), βελτιώνει τη γονιμότητα των εδαφών ! 
Και κάνει μερικά ακόμα καλά, που θα τα βρούμε μπροστά μας τα επόμενα χρόνια.
Μήπως είναι υπερβολικές οι εισροές λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών ; Ναι, σίγουρα είναι. Σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και γεωπόνοι δεν είναι ολοκληρωμένα καταρτισμένοι για κάθε καλλιέργεια που υπάρχει σε μια περιοχή. Δεν έχουν και την κατάλληλη υποστήριξη είναι η αλήθεια. Οι εταιρείες διάθεσης των λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών δίνουν οδηγίες που πρώτα από όλα συμφέρουν τις εταιρείες. Οι γεωπόνοι δίνουν πολλές φορές τα πάντα για να είναι ευχαριστημένος/-η ο/η παραγωγός και να μην πάθει κάποια απώλεια παραγωγής και δυσφημίσει τον/τη γεωπόνο. 
Γεωπόνοι-σύμβουλοι γίνονται με ελάχιστη εμπειρία και επιπλέον κατάρτιση. Όλα κινούνται γύρω από τη γνώση : Ποιος πραγματικά γνωρίζει τι και πώς με μια καλλιέργεια ; Όχι τι έμαθε εμπειρικά από εδώ και από εκεί. 
Πραγματικά τι γνωρίζει από όλο το φάσμα των δημιουργών γνώσης. Φανταστείτε να μειώναμε τη χρήση λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών με 30% λιγότερο λίπασμα (είναι και στόχος της Πράσινης Συμφωνίας) και με λιγότερους ψεκασμούς. Πόσα θα είχαμε εξοικονομήσει. Λυπάμαι, αλλά πολλά πράγματα τα ξέρουμε και δεν μπορούμε να τα φτάσουμε σε εσάς, ή, δυστυχώς, δεν θέλετε να τα μάθετε ή να αλλάξετε την πεπατημένη που δεν σας βγάζει πουθενά: Το κόστος καλλιέργεια είναι πολύ υψηλό.
Ανέφερα μερικούς στόχους που έπρεπε να έχει ο/η παραγωγός για να μειώσει το κόστος της καλλιέργειας και να απαιτήσει από τους κυβερνώντες να του/της εκχωρήσουν αυτές τις δυνατότητες. 
Να του/της δώσει εξοπλισμό και γνώσεις για να κάνει καλύτερα τη δουλειά του/της. Δεν είναι η μόνη λύση (εγώ σκεπτόμενος α-κομματικά) να απειλεί ότι θα κλείσει τους δρόμους ή, ακόμα χειρότερα, να παρακαλάει για κάποιες παροχές την Κυβέρνηση. Αλλά ας αναλογιστούμε όλοι : Θέλουμε πραγματικά να κάνουμε κάτι διαφορετικό ;

*Γιώργος Νάνος, καθηγητής Δενδροκομίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Εισόδημα αγροτών : Από τι εξαρτάται και πως μπορεί να βελτιωθεί ; (Φάνης Γέμτος)*

 


Σε πολλές περιπτώσεις οι αγρότες διαμαρτύρονται τόσο για τις τιμές των προϊόντων τους όσο και για το κόστος παραγωγής, ζητώντας ουσιαστικά βελτίωση των εισοδημάτων τους. 

Αναμφίβολα προβάλλουν το πρόβλημα της επιβίωσής τους και της αποφυγής ερημοποίησης περιοχών της χώρας.

Η προβολή των αιτημάτων γίνεται με διάφορους τρόπους, με αποκορύφωμα τις διαδηλώσεις και τα μπλόκα στους δρόμους.
Ένα ακραίο μέτρο που προβάλλει σε όλη την κοινωνία τα προβλήματα, αλλά και τους φέρνει σε αντίθεση με το κοινωνικό σύνολο που υφίσταται τις επιπτώσεις της διακοπής της κυκλοφορίας δρόμων. 
Αυτό που δεν γίνεται, είναι μια σοβαρή συζήτηση για τα προβλήματα και τις δυνατές λύσεις. Μια συζήτηση που θα επεκταθεί τόσο στο πολιτικό σύστημα της χώρας για να αποφασίσει κοινούς στόχους εθνικής γεωργικής πολιτικής που θα ακολουθηθούν για πολλά χρόνια για να πετύχουν, αλλά και στους ίδιους τους αγρότες και τα μέτρα που πρέπει να λάβουν για να ξεπεράσουν τα προβλήματα.
Κατ’ αρχάς να ξεκαθαρίσουμε ότι το εισόδημα του παραγωγού είναι η διαφορά των εισπράξεων από την πώληση των προϊόντων μείον το κόστος παραγωγής. Οι εισπράξεις είναι η παραγόμενη ποσότητα επί την τιμή του προϊόντος. 
Σε μια ελεύθερη οικονομία σαν την ελληνική, η τιμή καθορίζεται από την παγκόσμια προσφορά και ζήτηση. Η λογική των εγγυημένων τιμών που ίσχυε πριν από 40 χρόνια δεν υπάρχει πια.
Τι μπορεί να επηρεάσει την τιμή εκτός από την προσφορά και τη ζήτηση ; 
Η ποιότητα του προϊόντος. Αν παράγουμε σκληρό σιτάρι με υψηλή πρωτεΐνη, καλό χρώμα και υψηλό ειδικό βάρος, τότε εμπορευόμαστε και εξάγουμε προϊόν υψηλής ποιότητας και αξίας. 
Έχουμε αυτήν την ποιότητα ; Όχι. Μπορούμε να την πετύχουμε ; Ναι, με κατάλληλες ποικιλίες και καλλιεργητικές πρακτικές. 
Κάτι ανάλογο ισχύει για το βαμβάκι όπου ανακατεύουμε ποικιλίες με διαφορετικά χαρακτηριστικά που δίνουν εκκοκκισμένο βαμβάκι χαμηλότερης ποιότητας. 
Ένα νέο στοιχείο που προκύπτει από την πολιτική της Ε.Ε. από το αγρόκτημα στο πιάτο του καταναλωτή είναι η χρήση μεθόδων βιώσιμης παραγωγής για την παραγωγή προϊόντων που θα επιτρέπει την πώλησή τους σε υψηλότερες τιμές. Ήδη συζητούνται συστήματα σήμανσης των προϊόντων και προώθηση των πωλήσεων μέσω ενημέρωσης των καταναλωτών. 
Μια συντονισμένη προσπάθεια παραγωγών και μεταποιητών θα μπορούσε να το επιτύχει αυξάνοντας τις τιμές πώλησης των προϊόντων. Δεύτερο στοιχείο είναι ποιο μέρος της τιμής λιανικής πώλησης καταλήγει στον παραγωγό και ποιο στους ενδιάμεσους. 
Εδώ υπάρχει ένας τεράστιος χώρος βελτίωσης εάν οι αγρότες οργανωθούν σε συνεταιρισμούς ή ομάδες παραγωγών, ώστε να αυξήσουν τη διαπραγματευτική τους δύναμη σχετικά με τους μεσάζοντες, επιτυγχάνοντας να καρπωθούν μεγαλύτερο μέρος της λιανικής τιμής. 
Όλα αυτά τα στοιχεία πρέπει να τα συζητήσουμε και να βρούμε λύσεις και πολιτικές για να τα προωθήσουμε για να αυξήσουμε τα εισοδήματα των αγροτών. 
Οι αγρότες έχουν κύριο ρόλο και πρέπει να συζητήσουν τι πρέπει να αλλάξει για να βελτιωθούν οι συνθήκες εμπορίας των προϊόντων τους και η Πολιτεία να βοηθήσει στην υλοποίηση των αλλαγών. 
Δυστυχώς, δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη λύση και η άρνηση των αγροτών να συνεργαστούν (ένα χαρακτηριστικό όλων μας) δεν βοηθά στη βελτίωση της κατάστασης.
Δεύτερη δυνατότητα είναι η αύξηση της παραγωγικότητας. Η γενετική βελτίωση των φυτών και των ζώων μας δίνει αυξημένες παραγωγές που αυξάνουν τις εισπράξεις των παραγωγών. Αλλά και κατάλληλες καλλιεργητικές πρακτικές μπορούν να αυξήσουν τις αποδόσεις και τα εισοδήματα. 
Η χώρα μας έχει μείνει πίσω στην αξιοποίηση αυτής της δυνατότητας. Σχεδόν όλες οι ποικιλίες που καλλιεργούμε είναι πλέον εισαγόμενες. Δεν έχουμε ούτε κάποιον οργανισμό ή ερευνητικό ίδρυμα να δοκιμάζει τις νέες ποικιλίες και να ενημερώνει για τις δυνατότητές τους τους αγρότες. 
Παλαιότερα είχαμε ερευνητικά ιδρύματα που δημιουργούσαν ποικιλίες προσαρμοσμένες στις συνθήκες μας. Πλέον έχουν μείνει ελάχιστα τέτοια, όπως το Ι.Κ.Φ. στην περιοχή μας. 
Δεν ξέρω τι ποσοστό των καλλιεργούμενων ποικιλιών καλύπτουν οι ελληνικές ποικιλίες, αλλά σίγουρα πολύ μικρό. 
Ιδιαίτερα στις δενδρώδεις καλλιέργειες που οι δοκιμές είναι μακροχρόνιες και κοστίζουν η έλλειψη στοιχειώδους βοήθειας στους αγρότες είναι τεράστια. 
Τώρα με τις ζημιές σε δέντρα από τις πλημμύρες οι αγρότες που θα εγκαταστήσουν νέες φυτείες, αλλά και όσοι αποφασίσουν να καλλιεργήσουν δέντρα δεν έχουν καμία βοήθεια για το τι είδη ή ποικιλίες θα πρέπει να προτιμήσουν, από πού θα προμηθευτούν τα δέντρα τους, πώς θα ελεγχθεί η ποιότητα των δενδρυλλίων κ.λπ. Πλήρης απουσία συμβουλευτικών υπηρεσιών από την πλευρά της Πολιτείας.
Το δεύτερο σκέλος της εξίσωσης είναι το κόστος παραγωγής. Εδώ έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα. 
Οι αγρότες μας κατά κανόνα διαχειρίζονται τα χωράφια τους εμπειρικά. Δηλαδή είτε με τη λογική έτσι τα κάναμε πάντα ή όπως τα βρήκαμε θα τα αφήσουμε, είτε όπως τα κάνει ο γείτονας. Οργώνουμε γιατί έτσι κάναμε για 3.000 χρόνια. Ρίχνουμε λιπάσματα γιατί έτσι συνηθίσαμε. 
Θα ήταν ενδιαφέρουσα μια έρευνα να βρούμε πόσοι αγρότες εφαρμόζουν φωσφορικά και καλιούχα λιπάσματα μετά από αναλύσεις εδάφους. 
Το ίδιο ισχύει για τα αζωτούχα λιπάσματα, αλλά και για πολλούς ψεκασμούς. Παρόμοιο πρόβλημα με την εφαρμογή του αρδευτικού νερού που κανείς δεν γνωρίζει αν εφαρμόζει περισσότερο από ό,τι χρειάζεται, αυξάνοντας το κόστος άρδευσης, αλλά και την έκπλυση ευδιάλυτων θρεπτικών στοιχείων. 
Και εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα αδυναμίας συνεργασίας. Τόσο από την πλευρά της προμήθειας των εισροών που θα μπορούσαν να είναι φθηνότερα από μαζικές αγορές, αλλά κυρίως τεράστιο πρόβλημα από το κόστος αποσβέσεων του εξοπλισμού που επιβαρύνει υπερβολικά το κόστος παραγωγής των μικρών αγροτικών εκμεταλλεύσεων. 
Στο σκέλος αυτό υπάρχει μια τεράστια δυνατότητα εξοικονόμησης πόρων με ορθές καλλιεργητικές πρακτικές και χρήση νέων τεχνολογικών που συνεχώς εμφανίζονται στην αγορά. 
Όλα αυτά πρέπει να τα προωθήσουμε για να επιτύχουμε μείωση του κόστους παραγωγής, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα τόσο μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον, αλλά και επιτυγχάνοντας τους στόχους βιώσιμης παραγωγής υγιεινών προϊόντων για τους καταναλωτές. 
Θα προσπαθήσω σε επόμενα σημειώματα να δώσω μια εικόνα των δυνατοτήτων που έχουμε, αλλά και το κενό που υπάρχει στην καθοδήγηση των αγροτών στην επιτυχία τους.


*Φάνης Γέμτος, γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μέλος της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Δημοπρατήρια Αγροτικών Προϊόντων και «Ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας» - (Αθανάσιος Κων. Λιακατάς)*

 


Σε εξέλιξη βρίσκεται ο δημόσιος διάλογος για τα μέτρα στήριξης των πληγέντων αγροτών από τη θεομηνία «Daniel», η οποία έφερε - για πολλοστή φορά - στην επιφάνεια τις χρόνιες παθογένειές του Πρωτογενή Τομέα της χώρας μας. Πολλοί έχουν εκλάβει την καταστροφή που επήλθε, ως ευκαιρία  «Ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας», και πιθανόν να είναι έτσι…

Με το παρόν άρθρο θα ήθελα να καταθέσω στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου μία εναλλακτική στρατηγική εμπορίας των αγροτικών προϊόντων που θα συμβάλλει στην επόμενη ημέρα της «Ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας», και στην οποία έχω αναφερθεί στο παρελθόν με σχετικό άρθρο μου (Ελευθερία, 14/7/2019, Αγροτοδιατροφικός τομέας : Η επόμενη μέρα). 

Αναφέρομαι στον θεσμό των Δημοπρατηρίων Αγροτικών Προϊόντων που σε χώρες όπως το Βέλγιο και η Ολλανδία, αποτελούν βασικό τρόπο εμπορίας των αγαθών τους εδώ και 70 χρόνια με μεγάλη επιτυχία. Τα Δημοπρατήρια είναι Συνεταιριστικές Αγροτικές Οργανώσεις που εφαρμόζουν σύγχρονες υπηρεσίες και πρακτικές, επιτρέποντας στους παραγωγούς να πουλούν τα προϊόντα τους απευθείας στους λιανέμπορους, χωρίς μεσάζοντες. Ένα Δημοπρατήριο είναι μία ηλεκτρονικά ή συμβατικά οργανωμένη αγορά, όπου οι τιμές διαμορφώνονται κατόπιν ελεύθερης και διαφανούς διαπραγμάτευσης μεταξύ παραγωγών-πωλητών και εμπόρων-αγοραστών, εξασφαλίζοντας ένα περιβάλλον υγιούς εμπορικού ανταγωνισμού, που στην Ελλάδα οι μικροί και κατακερματισμένοι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί και Ομάδες Παραγωγών δεν μπορούν να επιτύχουν.

Στα Δημοπρατήρια, η τιμή ανά ποιότητα προϊόντος καθορίζεται από ψηφιακά ρολόγια δημοπρασίας (βλ. φώτο) που περιστρέφονται συνήθως από την υψηλότερη τιμή στη χαμηλότερη, ενώ οι αγοραστές πατώντας ένα κουμπί στην ατομική ηλεκτρονική κονσόλα τους, δύνανται να σταματούν το ρολόι στην τιμή που είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα και την ποσότητα που θα ήθελαν να προμηθευτούν στη συγκεκριμένη τιμή. Μόλις επιβεβαιωθεί η παραγγελία, αποστέλλεται αυτόματο μήνυμα στην αποθήκη του Δημοπρατηρίου προκειμένου τα προϊόντα να μεταφερθούν από τους ψυκτικούς θαλάμους στις ράμπες φόρτωσης, όπου θα είναι έτοιμα για παραλαβή από τους αγοραστές, που συνήθως είναι μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, λιανέμποροι και εξαγωγείς. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας, οι περισσότερες πωλήσεις – πλέον - πραγματοποιούνται μέσω διαδικτύου και από οποιοδήποτε σημείο του κόσμου, με τους υποψήφιους αγοραστές να μπορούν να παρακολουθούν το ρολόι της δημοπρασίας από την οθόνη του υπολογιστή τους στο γραφείο, παραγγέλνοντας προϊόντα. Η δημοπράτηση, η αποστολή των αγορασθέντων και η παραλαβή νέων ποσοτήτων προϊόντων από τους παραγωγούς (για τη δημοπράτηση της επόμενης ημέρας) πραγματοποιούνται το πρωί, το μεσημέρι και το απόγευμα της ίδιας ημέρας αντίστοιχα. Η εκκαθάριση των εμπορικών πράξεων για τον παραγωγό πραγματοποιείται εντός δέκα (10) ημερών, εισπράττοντας τη μέση εβδομαδιαία τιμή των προϊόντων που παρέδωσαν.

Στο Βέλγιο και στην Ολλανδία, κάθε πρωί, στις αμφιθεατρικές αίθουσες ΟΛΩΝ των δημοπρατηρίων και σε προκαθορισμένη ώρα για κάθε είδος προϊόντος, γίνονται οι αγοραπωλησίες όλης της ημερήσιας παραγωγής των λαχανικών, εξαλείφοντας έτσι, κάθε προσπάθεια αθέμιτου ανταγωνισμού.

Η τάση που υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια στην Ευρώπη ήταν η συγχώνευση και η συγκέντρωση των Δημοπρατηρίων. Σήμερα, η επικρατούσα τάση είναι ο περιορισμός της δημοπράτησης και η απευθείας διάθεση της παραγωγής με εξασφαλισμένα συμβόλαια σε σταθερές τιμές στις αλυσίδες του λιανεμπορίου (70% με το «ρολόι δημοπράτησης» και το υπόλοιπο 30% με το συμβόλαιο).

Οι παραγωγοί-μέλη των Δημοπρατηρίων έχουν γνώση των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων τους, καλλιεργώντας σύμφωνα με τις οδηγίες των γεωπόνων των Δημοπρατηρίων και ελέγχονται τακτικά - τόσο στο χωράφι όσο και εντός των Δημοπρατηρίων - προκειμένου να διασφαλιστεί η υψηλή ποιότητα των προϊόντων. Οι παραγωγοί-μέλη είναι υποχρεωμένοι να διακινούν το σύνολο της παραγωγής τους μέσω του Δημοπρατηρίου, ενώ στο ξεκίνημα κάθε χρονιάς υποχρεούνται να δηλώνουν το είδος και την αναμενόμενη παραγωγή τους.

Στο Βέλγιο, ο κύκλος εργασιών των τριών (3) μεγαλύτερων Δημοπρατηρίων το 2022 ανήλθε στα 1,1 δις ευρώ! Η μερίδα του λέοντος ανήκε στην BELORTA με 492,3 εκ. ευρώ, που προήλθαν από τους 490.000 τόνους φρούτων και λαχανικών που διακίνησε, ενώ το 2023 ο κύκλος εργασιών της ανήλθε στα 626 εκ. ευρώ! Το ρολόι της BELORTA αναφέρεται μερικές φορές και ως το βαρόμετρο του διεθνούς εμπορίου φρέσκων φρούτων και λαχανικών.

Αναφέρονται ενδεικτικά, μερικά από τα πολλά οφέλη από την ίδρυση Δημοπρατηρίων :

1) αύξηση διαπραγματευτικής ισχύος των συνεταιρισμών και υψηλότερες τιμές πώλησης,

2)   αποφυγή μεσαζόντων,

3) περιορισμός του τεράστιου αριθμού χονδρεμπόρων που κερδοσκοπούν σε βάρος των παραγωγών και του καταναλωτή,

4)   μείωση της ψαλίδας μεταξύ των τιμών του παραγωγού και του καταναλωτή,

5) «Αγορά μιας στάσης» - “One-stop-shopping” για τους αγοραστές, με εξοικονόμηση χρημάτων και διευκόλυνση των συναλλασσόμενων μερών,

6) διαφάνεια στις πωλήσεις και εξάλειψη κάθε υπόνοιας μεροληψίας προς οποιοδήποτε μέλος-πωλητή του Δημοπρατηρίου,

7)  εξάλειψη της κομματικοποίησης και χειραγώγησης των μελών της Διοίκησης των Συνεταιρισμών όπως συμβαίνει στην Ελλάδα δυστυχώς μέχρι και σήμερα,

8)   εξάλειψη «μαύρης» διακίνησης προϊόντων (χωρίς τιμολόγια),

9)   καταπολέμηση της φοροδιαφυγής,

10)  εξάλειψη του φαινομένου των «εικονικών» τιμολογίων,

11)  μείωση των «ελληνοποιήσεων» και

12)  δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. 

Στην Ελλάδα, το νομοθετικό πλαίσιο για την ίδρυση Δημοπρατηρίων ρυθμίζεται με τον Ν. 4015/2011 (Α’ 210) ο οποίος παραμένει ουσιαστικά ανενεργός. Στο άρθρο 11, παρ. 1 του ανωτέρω Νόμου, αναφέρεται ότι τα Δημοπρατήρια οργανώνονται και διοικούνται ως ανώνυμες εταιρείες, στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχουν οι Συλλογικές Αγροτικές Οργανώσεις, οι κατά τόπον αρμόδιες Περιφερειακές Αυτοδιοικήσεις και ΟΤΑ, Επιμελητήρια, ιδιώτες, καθώς και το Δημόσιο εκπροσωπούμενο από το ΥπΑΑΤ, με τους φορείς της Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τις Συλλογικές Αγροτικές Οργανώσεις να πρέπει να ελέγχουν το 51% του μετοχικού τους κεφαλαίου. Σύμφωνα με την παρ. 3 του Ν. 4015/2011, δεν επιτρέπεται η ίδρυση περισσότερων από δύο (2) Δημοπρατήρια σε κάθε Περιφέρεια. 

Παρακάτω, αναφέρω ενδεικτικά τι πρέπει να πράξουμε ως χώρα :

1)   κατάργηση του περιορισμού για ίδρυση δύο μόνο δημοπρατηρίων ανά Περιφέρεια, ο οποίος δεν βρίσκει έρεισμα ούτε σε ενωσιακές διατάξεις,

2)      άμεση έκδοση εφαρμοστικών υπουργικών αποφάσεων με σαφήνεια ως προς τη σύσταση και λειτουργία των Δημοπρατηρίων για την ουσιαστική εφαρμογή του ανενεργού Ν. 4015/2011 (Α’ 210),

3)     το 51% του μετοχικού κεφαλαίου των Δημοπρατηρίων να ανήκει στους ΟΤΑ και στις συνεταιριστικές οργανώσεις, χωρίς καμία κρατική παρέμβαση,

4)      θέσπιση ενιαίας διαδικασίας και ενιαίων κανόνων δημοπράτησης για όλες τις Περιφέρειες, όπως π.χ. έναρξη της δημοπράτησης την ίδια ώρα και για το ίδιο είδος προϊόντος, όπως γίνεται στο Βέλγιο και στην Ολλανδία. 

Κλείνοντας, θεωρώ ότι ο Δήμος Λαρισαίων και ο Δ. Τεμπών τα διοικητικά όρια των οποίων βρίσκονται δίπλα από την Κεντρική Εθνική Οδό και με οργανωμένο σιδηροδρομικό δίκτυο, ενδείκνυνται για την ίδρυση του ενός από τα δύο Δημοπρατήρια που δικαιούται η Περιφέρεια Θεσσαλίας.

Τα Δημοπρατήρια δεν είναι πανάκεια για τα προβλήματα της σημερινής Αγροτικής Οικονομίας, ούτε θα λύσει αυτόματα τα χρόνια προβλήματα της εμπορίας των αγροτικών προϊόντων. Πρέπει προηγουμένως, να αντιμετωπιστούν βασικά διαρθρωτικά προβλήματα του Πρωτογενή Τομέα. Εάν δεν παταχθεί η διαφθορά και ο εναγκαλισμός με τα ιδιωτικά συμφέροντα που υπάρχουν στην αλυσίδα εμπορίας αγροτικών προϊόντων, ο κίνδυνος τα Δημοπρατήρια να μην λειτουργήσουν σωστά και να καταντήσουν ΑΠΟΘΗΚΕΣ ΦΡΟΥΤΩΝ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ, θα είναι μεγάλος.  

* Ο Αθανάσιος Κων. Λιακατάς είναι γεωπόνος

ΠΗΓΗ : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Λάρισας

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog


 

 

Δημοφιλέστερες Αναρτήσεις