Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επικαιρότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επικαιρότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η Διαχείριση των Υδάτων της Θεσσαλίας από Ανώνυμη Εταιρία ; (Κώστας Γκούμας - Τάσος Μπαρμπούτης)*

 


Τους τελευταίους μήνες υπήρξαν επανειλημμένες ανακοινώσεις  και δημοσιεύματα πως  η  κυβέρνηση σχεδιάζει  την  δημιουργία  «Φορέα Διαχείρισης Υδάτων» (ΦΔΥ) Θεσσαλίας, χωρίς όμως να έχουν δοθεί επίσημα στοιχεία για τον χαρακτήρα και τους στόχους αυτού του Οργανισμού.

Με την ευκαιρία της πρόσφατης σύσκεψης κυβερνητικού κλιμακίου πριν δέκα ημέρες στην Καρδίτσα, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) κ. Θ. Σκυλακάκης ανακοίνωσε πως ο ΦΔΥ θα είναι Ανώνυμη Εταιρία με την επωνυμία Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας (Ο.Δ.Υ.Θ.), στον οποία θα υπαχθούν όλοι οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) της περιοχής.

Ο ΟΔΥΘ θα έχει έδρα τη Λάρισα και θα βρίσκεται υπό την εποπτεία των υπουργείων Περιβάλλοντος, Υποδομών και Αγροτικής Ανάπτυξης

Στην ιδιά σύσκεψη ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) κ. Λ. Αυγενάκης ανέφερε πως προχωρούν σε αυτή την πρωτοβουλία «γιατί η Θεσσαλία έχει βουλιάξει στις πλημμύρες, ενώ κατά την καλοκαιρινή περίοδο φαίνεται ότι θα έχουμε έντονα φαινόμενα ερημοποίησης» (ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, 13/1/2024).

Τέλος ο υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών κ. Ν. Ταχιάος δήλωσε πως «Ουσιαστικά η σημερινή συζήτηση αποτελεί μια διαβούλευση πριν από την επίσημη διαβούλευση του νομοσχεδίου που θα έρθει στη Βουλή για τη σύσταση του Ενιαίου Φορέα Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας».

Ενδιαφέρον θα είχαν μερικές παρατηρήσεις σχετικά με την χρονική στιγμή που επιλέχθηκε για την υλοποίηση αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας. 

Είναι γνωστό πως την περίοδο που διανύουμε, στην Θεσσαλία κυριαρχεί η αγωνία και η ανασφάλεια για το μέλλον των πληγέντων από τις πλημμύρες, για τους αγρότες - κτηνοτρόφους, αλλά και γενικότερα για την ζωή και την οικονομία στην περιοχή.

Επίσης, στην προσπάθεια αποκατάστασης και ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας, παρατηρείται σημαντική υστέρηση στην υλοποίηση υποσχέσεων για αποζημιώσεις, καταβολή βοηθημάτων, καταγραφή ζημιών και αλλά πολλά.

Ο Αντιπεριφερειάρχης  κ. Κ. Τέλιος επεσημανε πως «οι σοβαρές αρρυθμίες από τις θεομηνίες είναι δυστυχώς εμφανείς σε κάθε κλάδο της τοπικής οικονομίας αλλά και στην κοινωνία μας ! Χρειάζονται εδώ και τώρα ουσιαστικές λύσεις στα πάμπολλα προβλήματα προκειμένου να αναπτερωθούν οι ελπίδες των πληγέντων για το μέλλον» (ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, 15/1/2024).

Αλλά και ο ίδιος ο υπουργός ΑΑΤ δηλώνει  ότι «υπάρχει αγωνία σε όλους και πολλές απορίες για την επόμενη μέρα» (ο.π.).

Ας σημειωθεί ακόμη πως για την ώρα δεν έχει παραδοθεί στην κυβέρνηση το πόρισμα της Ολλανδικής εταιρίας HVA για αξιολόγηση όσων συνέβησαν με τους κυκλώνες Ντάνιελ και Ελίας, ούτε βεβαίως οι προτάσεις τους για τον υπό δημιουργία ΦΔΥ ή Ο.Δ.Υ.Θ.

Επιπλέον δεν έχει καν ολοκληρωθεί ο σχεδιασμός, ούτε υπήρξε ουσιαστική διαβούλευση για τα έργα που θα κατασκευασθούν με στόχο, όπως αναφέρει ο κ. Λ. Αυγενάκης «να οχυρώσουμε την περιοχή, ώστε να νιώσει ξανά ο κόσμος ασφαλής» (ο.π.).

Υπάρχει όμως και μια ακόμη παράμετρος που  καθιστά εντελώς άκαιρη την χρονική επιλογή μιας τέτοιας νομοθετικής πρωτοβουλίας.

Είναι γνωστό πως όλες οι Αυτοδιοικητικές αρχές στην Θεσσαλία (Περιφέρεια, Δήμοι) ανέλαβαν τα καθήκοντα τους για την επόμενη πενταετία μόλις πριν λίγες ημέρες.

Είναι προφανές πως υπάρχει σοβαρή δυσκολία σε τόσο σύντομο χρόνο να ενημερωθούν, να συζητήσουν και να παρουσιάσουν μια τεκμηριωμένη κοινή θέση για όλα τα νέα ζητήματα που αναμένεται να εισαχθούν με το νομοσχέδιο, χωρίς μάλιστα να έχει δοθεί επίσημα στους ενδιαφερόμενους ούτε καν ένα προσχέδιο του.

Το ίδιο ισχύει και για τους οργανισμούς και  φορείς που διαχειρίζονται το νερό στην περιοχή, αλλά και τα Επιμελητήρια και τις επιστημονικές οργανώσεις που αναμένεται να συμβάλλουν αποφασιστικά σε ένα τέτοιο διάλογο.

Υποτίθεται πως πριν δημιουργηθεί  η   «Ανώνυμη Εταιρία» που ανακοίνωσε ο κ. Σκυλακάκης, η κυβέρνηση θα ήθελε να διαβουλευτεί με τους φορείς που αναφέραμε και να γνωρίζει τις  θέσεις τους.

Και, όπως ορθά επισημαίνει και ο έμπειρος κυβερνητικός βουλευτής Λάρισας  κ. Μ. Χαρακόπουλος,  «η ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας …προϋποθέτει συνεννόηση και συνεργασία όλων για την υλοποίηση (της) » (ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ,16/1/2024).

Κατά την άποψη μας και μόνο οι λόγοι που προαναφέραμε αρκούν ώστε ΝΑ ΑΝΑΣΤΑΛΟΥΝ οι διαδικασίες που δρομολογεί το ΥΠΕΝ για τον ΟΔΥΘ ΑΕ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ η  κυβέρνηση να δώσει επαρκή χρόνο στους θεσσαλικούς φορείς και οργανώσεις ώστε να υποβάλλουν τις δικές τους προτάσεις, τις οποίες έχουν υποχρέωση να λάβουν υπόψη πριν την οριστική διαμόρφωση του νομοσχέδιου.

Και ας μην ξεχνάμε πως το μοντέλο Διαχείρισης Υδάτων (ΔΥ) που θα επιλεγεί για τη Θεσσαλία θα επεκταθεί σύντομα σε όλα τα υδατικά διαμερίσματα της χώρας.

Είναι συνεπώς απορίας άξιο πως αυτή η κυβερνητική πρωτοβουλία δεν ανακοινώθηκε ευρύτερα, ώστε πανελλαδικά οι χρήστες νερού (αρδεύσεις, υδροηλεκτρική ενέργεια, πόσιμο νερό, βιομηχανία κλπ.), αλλά και ο κόσμος της επιστήμης και της οικολογίας (Πανεπιστήμια, Πολυτεχνεία, Επιμελητήρια, οργανώσεις  κα) να εκφέρουν γνώμη και να υποβάλλουν ιδέες και προτάσεις σε ένα τόσο σοβαρό και κορυφαίο για το περιβάλλον ζήτημα.

Και πολύ σωστά ο υπουργός ΑΑΤ επεσήμανε πως το νερό «αποτελεί ένα δημόσιο αγαθό» και η  διαχείριση του πρέπει να γίνεται «με απόλυτη προσοχή», καταλήγοντας πως «Πέφτει στις πλάτες όλων μας να υλοποιήσουμε σωστά τη μεγάλη και οραματική αυτή μεταρρύθμιση γιατί χωρίς νερό δεν υπάρχει ζωή».

Όμως, παρά τις ορθές αυτές επισημάνσεις του κ. υπουργού, η δήλωση του ότι «Με τον Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας - στον οποίο θα ενσωματωθούν οι 53 υπάρχοντες ΤΟΕΒ και ο ένας ΓΟΕΒ - θα μπει τάξη στο σημερινό χάος» (ΜΜΕ, 11/1/2024) περιόρισε ουσιαστικά την εμβέλεια της κυβερνητικής πρωτοβουλίας, από φορέα ΔΥ σε μια απλή συνένωση  η έστω εξυγίανση και λειτουργικό εκσυγχρονισμό των ΤΟΕΒ, που όπως φαίνεται είναι ο βασικός στόχος του νομοσχεδίου.

[Σημ. : η εξαγγελία «για συγκρότηση Επιτροπής από ΤΟΕΒ της Θεσσαλίας για ενεργό συμμετοχή στη διαμόρφωση του νέου λειτουργικού πλαισίου» (ο.π.), έχοντας αγνοήσει επιστημονικούς και άλλους φορείς, προφανώς δεν ισοδυναμεί με διάθεση καλοπροαίρετου διαλόγου].

Συμπερασματικά, η πρωτοβουλία της κυβέρνησης, ανεξάρτητα από τις προθέσεις της, αντικειμενικά αφορά σε μείζονα περιβαλλοντικά και αναπτυξιακά ζητήματα, τα οποία είναι πρακτικά  αδύνατο να συζητηθούν σε ….δεκαπέντε ημέρες, όπως ακούστηκε ότι θα είναι ο χρόνος της σχετικής διαβούλευσης από την κατάθεση του νομοσχεδίου.

Και στο σημείο αυτό σκόπιμο είναι να θυμίσουμε την σχετική τοποθέτηση του Πρωθυπουργού κ. Κ. Μητσοτάκη στην ΔΕΘ, αμέσως μετά τις πλημμύρες, όπου αναφερόμενος στο θέμα του ΟΔΥΘ δήλωσε πως αναμένει πρώτα την πρόταση της Ολλανδικής HVA για το θέμα (ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, 18/9/2023).

Δεσμεύτηκε επίσης τότε ο ΠΘ πως «Αυτήν τη συζήτηση θα την κάνουμε σε διαβούλευση με την τοπική κοινωνία της Θεσσαλίας» και πως «το ζήτημα αυτό…. είναι εθνικής σημασίας (και πρέπει) να αναδειχθεί σε εθνικό επίπεδο».

Πως λοιπόν μπορούν όλα αυτά να πραγματοποιηθούν στις τόσο δύσκολες και απρόσφορες συνθήκες που περιγράψαμε ;

Πως συμβιβάζονται οι πρωθυπουργικές δεσμεύσεις με την στάση του υπουργικού κλιμακίου και ιδιαίτερα την «βιασύνη» του YΠΕΝ να υλοποιήσει - σχεδόν χωρίς συζήτηση - την δημιουργία μιας Ανώνυμης Εταιρίας στη θέση ενός Οργανισμού ΔΥ ;  

Προφανείς εξηγήσεις  για εμάς δεν υπάρχουν. Εκτός πια εάν υπάρχουν σκοπιμότητες για «fast track» διαδικασίες, κάτι που εμείς αδυνατούμε να αντιληφθούμε και, κυρίως, να αποδεχθούμε.

Σχετικά με τον χαρακτήρα και τους στόχους  που, κατά την δική μας κρίση,  θα έπρεπε να έχει ο ΦΔΥ θα επανέλθουμε σε επόμενη παρέμβαση μας.

Τώρα προέχει οι φορείς της Θεσσαλίας, με επικεφαλής την Περιφέρεια, την ΠΕΔ, τα Επιμελητήρια, τους ΤΟΕΒ και τις αγροτικές οργανώσεις, να αποτρέψουν την δημιουργία τετελεσμένων, να διατυπώσουν τεκμηριωμένα την δική τους θέση για το μέλλον της διαχείρισης του νερού στη Θεσσαλία και να ενώσουν τις προσπάθειες τους, πανελλαδικά ει δυνατόν, στο μείζον αυτό πολιτικό θέμα.

*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,

*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ

 Eνημερωθείτε για τα νέα του blog


Δρόμος στρωμένος με αγκάθια και καθυστερήσεις η «ανασυγκρότηση» της Θεσσαλίας !! (Κώστας Γκούμας - Τάσος Μπαρμπούτης)*

 


Τον Δεκέμβριο του 2022, λίγες μέρες πριν τις γιορτές του νέου έτους, εκπρόσωποι φορέων της Θεσσαλίας με την συνδρομή επιστημόνων παρουσίαζαν στην Βουλή τις θέσεις τους για το υδατικό πρόβλημα της περιοχής μας, με χρονική απόσταση μόλις δυο ετών από τον καταστροφικό Ιανό.

Η ευκαιρία που μας δόθηκε μετά από πολλές προσπάθειες της Επιτροπής Διεκδίκησης για την επίλυση του Υδατικού Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ) αξιοποιήθηκε στο έπακρο, έτσι ώστε βουλευτές όλων των κομμάτων αλλά και κυβερνητικά στελέχη που έχουν την ευθύνη στην πολιτική υδάτων να αντιληφθούν τι συμβαίνει στη Θεσσαλία, μέσα από ένα λόγο αυθεντικό, ειλικρινή και χωρίς  στρογγυλοποίηση των οξυμένων προβλημάτων.

Ακολούθησε η «νέα» χρονιά, το 2023, που μπορεί να θεωρηθεί ως η χειρότερη για τη Θεσσαλία του 21ου αιώνα, με τους κυκλώνες Ντάνιελ και Ελίας να προκαλούν πολλές ανθρώπινες απώλειες και ανυπολόγιστες καταστροφές σε ιδιωτικές περιουσίες και δημόσιες υποδομές.

Και τώρα, στις πρώτες ημέρες του 2024, μοιραία αναλογιζόμαστε τι βήματα έγιναν γενικά για την πολυσυζητημένη «ανασυγκρότηση» και ειδικότερα για την αποκατάσταση των πληγέντων κατοίκων της Θεσσαλίας.

Υποθέσαμε αρχικά πως από την επανεκλεγείσα κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη θα υπήρχε η επιβεβλημένη ταχεία ανταπόκριση της Πολιτείας για την αποκατάσταση των ζημιών σε εγκαταστάσεις - εξοπλισμό,  καλλιέργειες αλλά και του ζωικού ή/και φυτικού κεφαλαίου των πλημμυροπαθών αγροτών, των κτηνοτρόφων και άλλων πληγέντων επαγγελματιών.

Δυστυχώς, χωρίς καμμιά διάθεση μηδενισμού των όποιων προσπαθειών, παρατηρήθηκαν καθυστερήσεις στην καταγραφή των ζημιών και στην καταβολή αποζημιώσεων, ενισχύσεων και βοηθημάτων, και αρρυθμίες στην κάλυψη των κάθε είδους υποχρεώσεων (Εφορία, Τράπεζες, Ταμεία κα) όλων όσων βρέθηκαν από την μια μέρα στην άλλη χωρίς σπίτι, δουλειά, εισόδημα.

Αρκετοί αγρότες βιώνουν ακόμη τις δυσκολίες όχι μόνο στην προσωρινή τους στέγαση αλλά και στην τιτάνια προσπάθεια που καταβάλλουν να ξαναφέρουν τα χωράφια τους σε κατάσταση να καλλιεργηθούν τη νέα χρονιά (απομάκρυνση μπαζών κλπ.).

Όλα αυτά ανάγκασαν πολλούς αγρότες, από πολιτικές πεποιθήσεις, χριστουγεννιάτικα να βρεθούν σε κινητοποιήσεις.

Σε ότι αφορά στον σχεδιασμό της πολιτικής αποκατάστασης στις συνθήκες που πρόσφατα έχουν δημιουργηθεί, σε συνδυασμό με την εδώ και δεκαετίες δραματική κατάσταση των υδάτινων οικοσυστημάτων και την ανεπάρκεια υποδομών στήριξης των αρδεύσεων, ελπίζαμε πως με την συγκυρία της αναθεώρησης των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΣΔΛΑΠ) στο Υδατικό Διαμέρισμα (ΥΔ) Θεσσαλίας θα καταλήγαμε πολύ πιο σύντομα σε ένα τελικό σχεδιασμό, οπότε θα απέμενε μόνο η εκπόνηση ενός εφαρμοστικού πλάνου (masterplan), με παράλληλη εξασφάλιση χρηματοδότησης μέσω (κυρίως) της Ταμείου Ανάκαμψης.

Αντί αυτού όμως βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια πανσπερμία μη δεσμευτικών «προτάσεων», «ιδεών» και «σχεδίων» από διάφορα επίπεδα της διοίκησης ή/και φορέων, που για την ώρα δεν έχουν προσαρμοστεί στο θεσμοθετημένο ΣΔΛΑΠ, ούτε βεβαίως βρίσκονται σε διαδικασία υλοποίησης.

Εκείνο όμως που προκαλεί μεγάλη εντύπωση και προβληματισμό είναι ο «ασύμμετρος» εξωγενής πόλεμος που δέχεται η Θεσσαλία και το μοντέλο ανάπτυξης της που ακολουθείται σταθερά επί δεκαετίες στον πρωτογενή τομέα και στην μεταποίηση, μοντέλο που σε σημαντικό βαθμό «κατάφερε» να δώσει δουλειά σε πολλές  οικογενειακές αγροτοκτηνοτροφικές μικροεπιχειρήσεις, με ισχυρή συμμετοχή στο εθνικό ακαθάριστο προϊόν, και να συγκρατήσει ένα μεγάλο μέρος των νέων ανθρώπων στον τόπο τους.

Θα είμαστε οι τελευταίοι που θα αμφισβητήσουμε πως στη Θεσσαλία παρατηρούνται σοβαρές  παθογένειες από κακές γεωργικές (και όχι μόνο) πρακτικές, από την έλλειψη προστασίας των πολύτιμων φυσικών πόρων όπως το έδαφος και το νερό, από την απουσία ολοκληρωμένου σχεδίου αγροτικής πολιτικής, από την σχεδόν ανύπαρκτη επιστημονική και με περιβαλλοντικά κριτήρια διαχείριση των υδάτων αλλά και των υφιστάμενων υποδομών.

Οι στόχοι όμως εκείνων που χρησιμοποιούν όλα αυτά τα «επιχειρήματα» είναι εντελώς διαφορετικοί και δεν αποβλέπουν στην ομαλή βελτίωση της κατάστασης.

Το αντίθετο, επιδιώκουν κυρίως να αμφισβητήσουν και, ει δυνατόν, να ακυρώσουν την κατεύθυνση της αγροτικής ανάπτυξης της περιοχής.

Επικαλούνται επίσης την μείωση της βιοποικιλότητας, την κλιματική υπερθέρμανση και τις καταστροφικές επιπτώσεις των ισχυρών κλιματικών φαινομένων, και όλα αυτά τα  συνδέουν με τις παθογένειες που προαναφέραμε.

Κάνουν την παραδοχή πως η Θεσσαλία έχει επάρκεια νερού και υποδεικνύουν πως η μονή «βιώσιμη» λύση είναι ο περιορισμός των αρδευόμενων καλλιεργειών, η δραστική μείωση των αρδευόμενων εκτάσεων, η μη κατασκευή ταμιευτήρων νερού (φραγμάτων), η εγκατάλειψη της υδροηλεκτρικής ενέργειας και άλλα πολλά που τα παρουσιάζουν σαν «πράσινες» πολιτικές και μοναδική διέξοδο από την εντεινόμενη κλιματική κρίση.

Παραβλέπουν όμως πως οι καθημερινοί άνθρωποι, παρά την συστηματική προπαγάνδα που δέχονται γύρω από αυτές τις πολιτικές, όλο και περισσότερο συνειδητοποιούν πως ότι παρουσιάζεται σαν «πράσινο» δεν είναι κατ’ ανάγκη και «οικολογικό» και, το κυριότερο, δεν έχει πάντοτε θετικό κοινωνικό αποτύπωμα.

Το αντίθετο, πολύ συχνά παρατηρούμε πως τέτοιες πολιτικές, με το αναγκαίο οικολογικό περίβλημα, έχουν σαν βασικό τους στόχο την τεράστια προσέλκυση κεφαλαίων σε αμφιλεγόμενες επενδύσεις (ενδεικτικά : ανεμογεννήτριες σε ορεινές - προστατευόμενες υποτίθεται -περιοχές, φωτοβολταϊκά σε αγροτικές παραγωγικές εκτάσεις).

Να λοιπόν που η «φύση» δεν αποτελεί μόνο αντικείμενο προστασίας για τους πραγματικά ευαίσθητους ανθρώπους αλλά στο όνομα της «απανθρακοποίησης» και των «πράσινων» τεχνολογιών,  προσφέρεται και σαν ευκαιρία να παράγονται τεράστια κέρδη, συχνά πριμοδοτούμενα, σε ισχυρούς ολιγοπωλιακούς ομίλους, καθώς και ασφαλή εισοδήματα σε κάποιους επενδυτές.

Με όλα τα παραπάνω δεν είναι παράδοξο το γεγονός πως γνωστές οικολογικές οργανώσεις, με διεθνείς διασυνδέσεις και προνομιακές σχέσεις με το πολιτικό σύστημα (Προέδρος της Δημοκρατίας, Πρωθυπουργοί κλπ.), στηρίζουν τέτοιες πολιτικές ενώ παράλληλα αμφισβητούν σε σταθερή βάση τις τεκμηριωμένες προτάσεις των ΣΔΛΑΠ για δημιουργία ταμιευτήρων και αντίστοιχων αρδευτικών έργων στη Θεσσαλία, που διεκδικούν εδώ και χρόνια οι θεσσαλοί.

Επίσης, με σταθερή στήριξη και υποστηριζόμενη προβολή από μεγάλης κυκλοφορίας έντυπα και ΜΜΕ (πχ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, με μένος κατά των φραγμάτων !), πολεμάνε με πάθος και τα υδροηλεκτρικά έργα, θεωρώντας πως το νερό δεν αποτελεί ανανεώσιμη πηγή ενέργειας ! 

Κάποιες άλλες από αυτές τις οργανώσεις «ανησυχούν» μήπως στη Θεσσαλία…..βουλιάξουμε (!) και εκμεταλλευόμενοι την συγκυρία μας καλούν «μετά το θρήνο» των καταστροφικών πλημμυρών να «αλλάξουμε» και να τους ….βοηθήσουμε οικονομικά πηγαίνοντας «μαζί» τους. 

Μετά από αυτά δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από το στόχαστρο όλων αυτών των οργανώσεων και  των ΜΜΕ τα έργα Αχελώου, κατά μείζονα λόγο που τώρα προτείνεται από το προς έγκριση ΣΔΛΑΠ του ΥΔΘ η ολοκλήρωση και λειτουργία τους και μάλιστα με  επιστημονική πληρότητα και απόλυτη περιβαλλοντική τεκμηρίωση.

Αξιοποιώντας την σημερινή κακή διαχείριση των υδάτων για την οποία υπάρχουν συγκεκριμένες πολιτικές ευθύνες, διαστρεβλώνοντας έντεχνα την πραγματικότητα και με την συνήθη καταστροφολογία στην ρητορική τους, όλοι όσοι «επιτίθενται» στα έργα θεωρούν σαν δεδομένη την επιδείνωση της κατάστασης στον θεσσαλικό κάμπο !

Είναι τέτοιο το μένος τους κατά των εγκαταλειμμένων έργων Αχελώου, που ορισμένοι ανεύθυνοι δημοσιογράφοι και «επιστήμονες» έφθασαν στο σημείο να ισχυρίζονται (Εφ-Συν, Β. Γραμματικογιάννη, 16-17 Δεκ 2023) πως «εάν τα έργα της εκτροπής ήταν σε λειτουργία εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού θα οδηγούνταν από τα δυτικά στα ανατολικά στη Θεσσαλία» !

Και είναι βέβαιο πως τέτοιες ανακρίβειες και ψεύδη δεν διατυπώνονται από αγνοία αλλά από σκοπιμότητα.

Όλοι εξάλλου γνωρίζουν πως η λεκάνη απορροής (ΛΑΠ) Αχελώου ναι μεν «συνορεύει» με  την ΛΑΠ Πηνειού, ΔΕΝ επικοινωνεί όμως με αυτήν, ούτε η γεωμορφολογία «επιτρέπει» στα δικά της νερά να ξεφύγουν προς τον Πηνειό, και μάλιστα την κρίσιμη περίοδο των πλημμυρών.

Με απλά λόγια ο Αχελώος ΔΕΝ απειλεί να  πλημμυρίσει τον θεσσαλικό κάμπο, ενώ τα νερά του κατακλύζουν μόνο την «δική» του λεκάνη και οδηγούνται νότια στο Ιόνιο πέλαγος.

Και επειδή πολύς λόγος γίνεται για επάρκεια νερού στη Θεσσαλία, υποτίθεται λόγω  των τεράστιων   ποσοτήτων νερού που πριν λίγους μήνες την κατέκλυσαν, ας γίνει αντιληπτό πως  τα νερά της ΛΑΠ Πηνειού δεν είναι δυνατόν να συγκεντρωθούν στο σύνολο τους και να αξιοποιηθούν για τις διάφορες χρήσεις (υδρεύσεις, αρδεύσεις κλπ.), ούτε κατά την  λειτουργία του οικοσυστήματος σε μια φυσιολογική χρονιά, ούτε (κατά μείζονα λόγο) κατά την εξέλιξη ενός έντονου πλημμυρικού φαινομένου.

Σε κάθε περίπτωση, κάποια από αυτά τα νερά ταμιεύονται συντεταγμένα και με σχεδιασμό σε συγκεκριμένες περιοχές (πχ. Σμόκοβο, Κάρλα), κυρίως στα ημιορεινά πέριξ του θεσσαλικού κάμπου, ενώ ένα άλλο σημαντικό μέρος τους εμπλουτίζει τους υπόγειους υδροφορείς του κάμπου όπου και «αποθηκεύεται».

Τα υπόλοιπα (συνήθως τα περισσότερα) νερά οδηγούνται στην έξοδο προς την θάλασσα.

Συνεπώς παρά τις έντονες πλημμύρες και τις τεράστιες ποσότητες νερού που είδαμε να περνούν «δίπλα» μας, οι αξιοποιήσιμες ποσότητες είναι κατά πολύ μικρότερες.

Ειδικά στο ΥΔΘ, λόγω των αυξημένων και χωρίς περιορισμούς καταναλώσεων για αρδεύσεις, κάθε χρόνο δημιουργούνται ελλείμματα που προστίθενται στα ήδη πολύ υψηλά συσσωρευμένα εδώ και δεκαετίες.

Αυτό ακριβώς, δηλαδή  η σταδιακή κάλυψη των συσσωρευμένων ελλειμμάτων καθώς και η αποκατάσταση των επιφανειακών και (κυρίως) των πληγέντων υπόγειων υδάτινων οικοσυστημάτων είναι που  απαιτούν ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΝΕΡΟΥ.

Γι’ αυτό τα αναζητούμε από τον Αχελώο, διεκδικώντας την συγκέντρωση  υδάτων στον ταμιευτήρα Συκιάς, μέρος των οποίων - όταν ολοκληρωθούν τα έργα - θα μεταφερθούν προς το ΥΔΘ, συμβάλλοντας παράλληλα με αποφασιστικό τρόπο στην ΑΣΦΑΛΕΙΑ της Θεσσαλίας από φαινόμενα παρατεταμένης ξηρασίας και ερημοποίησης.

Ελπίζουμε πως με την συσπείρωση των νέων αυτοδιοικητικών αρχών και όλων των οργανώσεων της Θεσσαλίας αυτή η μάχη απέναντι σε «πολέμους» αλλά και την διεκδίκηση όσων επιβάλλεται να γίνουν στην περιοχή μας θα στεφθεί από επιτυχία.

Καλή χρονιά σε όλους.

*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,

 

*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog


Οι ανακρίβειες για τα Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας και η στοχοποίηση των έργων Αχελώου - (Κώστας Γιαννακός)*

 


Είμαι επί αρκετά χρόνια πρόεδρος του Γεωπονικού Συλλόγου Λάρισας (του μεγαλύτερου στη χώρα μας) και έχω μάθει να σέβομαι τις διαφορετικές απόψεις, ακόμη και σε θέματα που γνωρίζω καλά, έστω και εάν οι αντίθετες θέσεις προέρχονται από άτομα με περιορισμένη σχέση στο αντικείμενο μου.

Όσα όμως διάβασα την φετινή Πρωτοχρονιά στις φιλόξενες στήλες της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Λάρισας με την υπογραφή του κ. Βασίλη Ζωγράφου σχετικά με το υπό αναθεώρηση Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΣΔΛΑΠ) του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας (ΥΔΘ) μου προκάλεσαν μεγάλη έκπληξη και πολλά ερωτηματικά.

Θα αρχίσω από μια σοβαρή ανακρίβεια που περιέχεται στην επιστολή του κ. Ζωγράφου και αφορά στην εντελώς ανυπόστατη πληροφορία πως «η κυβέρνηση έδωσε την εντύπωση πως δεν θα ασκούσε το δικαίωμα (της διαβούλευσης)»  στο υπό αναθεώρηση ΣΔΛΑΠ.

Να όμως που το ΣΔΛΑΠ αναρτήθηκε στον ιστότοπο του αρμόδιου Υπουργείου (ΥΠΕΝ) προς διαβούλευση στις 31 Μαρτίου του 2023.

Συνεπώς το σχόλιο πως η κυβέρνηση ενήργησε «τελευταία στιγμή» είναι εντελώς αβάσιμο, ίσως και υποβολιμαίο.

Άλλωστε, όσοι παρακολουθούμε από κοντά τις εξελίξεις αυτές και συμμετείχαμε στον δημόσιο διάλογο, γνωρίζουμε πως η διαβούλευση στη Θεσσαλία υπήρξε πολύ ουσιαστική και συνέβαλαν σε αυτήν δεκάδες φορείς επιστημόνων και αγροτών, επιμελητήρια, τοπικές οργανώσεις κομμάτων, αυτοδιοικητικές παρατάξεις κοκ.

Θυμίζω ακόμη πως στην Λάρισα στις 20 Μαρτίου 2023, με την ευκαιρία του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Νερού, διοργανώθηκε από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση, σε συνεργασία με την ΠΕΔ/Θεσσαλίας και το ΓΕΩΤΕΕ/Κ. Ελλάδος, ειδική εκδήλωση στην οποία κλήθηκαν οι μελετητές του ΣΔΛΑΠ να παρουσιάσουν τις προτάσεις τους και έγιναν ομιλίες και από άλλους αξιόλογους επιστήμονες.

Άλλη μια αντίστοιχη εκδήλωση, η «επίσημη» αυτή τη φορά, έλαβε χώρα στην Λάρισα στην αίθουσα της ΔΕΥΑΛ τον περασμένο μήνα, με προσκεκλημένο τον Γενικό Γραμματέα Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος κ. Βαρελίδη, παρουσία και πάλι των μελετητών του επικεφαλής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, του Περιφερειάρχη, της ΠΕΔ/Θ, των νεοεκλεγέντων Περιφερειάρχη και Δημάρχου Λαρισαίων και πολλών άλλων.

Μετά από όλα αυτά είναι απορίας άξιο που ο κ. ΒΖ  στηρίζει την εκτίμηση του ότι η διαβούλευση επί του ΣΔΛΑΠ ξεκίνησε στο «παραένα της λήξης της προθεσμίας» !

Ερωτήματα επίσης προκαλεί το γεγονός πως  ο ίδιος δεν συμμετείχε σε αυτές τις διαδικασίες, ούτε φυσικά στον δημόσιο διάλογο, αν και έως πριν λίγες εβδομάδες ήταν  επικεφαλής της τοπικής οργάνωσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά και υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος με την παράταξη του εκλεγέντος Περιφερειάρχη κ. Κουρέτα !

Άραγε περίμενε πρώτα να φθάσει ο χρόνος της διαβούλευσης «στο παραένα», να αποφασίσει την αποχώρηση του από τον Σ-ΠΣ και μετά να τοποθετηθεί δημόσια για το ΣΔΛΑΠ ;

Φαίνεται όμως πως η παρέμβαση του κ. ΒΖ σαν κύριο στόχο της είχε τα έργα μεταφοράς νερού από τον Αχελώο (έργα «εκτροπής» όπως είναι ο επίσημος τίτλος τους), θέμα με το οποίο ασχολήθηκε επανειλημμένα (με το ίδιο μένος κατά των έργων) και στο παρελθόν.

Σε αυτά αναφέρεται το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου του, ενώ το γεγονός πως προτάθηκαν εκ νέου στο υπό διαβούλευση ΣΔΛΑΠ είναι αυτό που προκάλεσε όχι μόνο την «έκπληξη» (όπως ο ίδιος δηλώνει) αλλά και μια ανομολόγητη και ακατανόητη σε εμάς, εχθρική στάση απέναντι σε αυτά.

Έστω και εάν διαφωνώ τελείως, σέβομαι την  τοποθέτηση του κ. ΒΖ που ανοικτά δηλώνει πως η μεταφορά νερού προς ενίσχυση του υδατικού δυναμικού του ΥΔ Θεσσαλίας δεν είναι χρήσιμη και αναγκαία.

Ας τον κρίνουν για την θέση του αυτή οι αγρότες, οι αυτοδιοικητικοί και οι φορείς της Θεσσαλίας που ΟΛΟΙ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ έχουν ταχθεί υπέρ της ολοκλήρωσης και λειτουργίας των έργων αυτών, είτε με στόχο την δημιουργία ισχυρών αποθεμάτων ασφάλειας απέναντι σε (πολύ πιθανή) παρατεταμένη λειψυδρία, είτε ως αποθέματα προς αποκατάσταση του συσσωρευμένων ελλειμμάτων ύψους 3 δις κ. μ. υπόγειου νερού (δες ΣΔΛΑΠ 2017 - υπουργού Σ. Φάμελλου), είτε για την ενίσχυση των διαθέσιμων ποσοτήτων προς άρδευση, τουλάχιστον έως ότου κατασκευασθούν οι ταμιευτήρες πέριξ του κάμπου και επιτύχουμε τους στόχους της εξοικονόμησης (185 εκατ. κ. μ. - ΣΔΛΑΠ 2017) με νέα σύγχρονα έργα μεταφοράς νερού και αρδευτικών δικτύων.

Επίσης, με αυτές τις απόψεις που παρουσιάζει, ας φροντίσει  ο ίδιος να διαφοροποιηθεί από την Περιφερειακή παράταξη με την οποία πολιτεύτηκε και να αποστασιοποιηθεί ξεκάθαρα από τον Περιφερειάρχη κ. Κουρέτα που με πρόσφατες δηλώσεις του τεκμηριώνει την αναγκαιότητα των έργων.

Προφανώς λοιπόν θα αποφύγω την παραπέρα παράθεση επιχειρημάτων «υπέρ» των έργων, μια ανούσια πλέον διαδικασία, η οποία αντικειμενικά «πριμοδοτεί» την στασιμότητα και απαλλάσσει μερικώς τις κυβερνήσεις από τις ευθύνες τους επί του πρακτέου.

Ούτε επίσης πρόκειται να συμβαδίσω με  την λογική του κ. ΒΖ που χωρίς να προσφέρει στους αναγνώστες συγκεκριμένα στοιχεία προβαίνει σε αστήρικτους ισχυρισμούς για «απόρριψη» των έργων από την ΕΕ, για «διαφωνία» της ΕΕ που «μπορεί να τινάξει στον αέρα (!!) το σύνολο των σχεδίων», για τα ΣΔΛΑΠ της κυβέρνησης Σαμαρά που δήθεν «απορρίφθηκαν από την ΕΕ» και άλλες παρόμοιες ανακρίβειες (επιεικώς ο χαρακτηρισμός αυτός….).

Θα σταθώ όμως σε πιο ουσιαστικά ζητήματα.

1. Απουσιάζει εντελώς από την τοποθέτηση του κ. ΒΖ το «δια ταύτα», δηλαδή τι προτείνει ο ίδιος για τα έργα αυτά.

Όπως είναι σαφές και ευκολονόητο, τα έργα Αχελώου είτε άμεσα θα ολοκληρωθούν και θα λειτουργήσουν, είτε θα «ακυρωθούν» όπως ανέκαθεν μας έλεγε ο Σ-ΠΣ.

Αυτό σημαίνει πως ΑΜΕΣΑ το ημιτελές φράγμα Συκιάς ΠΡΕΠΕΙ να κατεδαφιστεί και να αποκατασταθεί το κατεστραμμένο οικοσύστημα στον Αχελώο, ενώ η σήραγγα μεταφοράς (μήκους 17.400 μ.) ΠΡΕΠΕΙ να ολοκληρωθεί και να σφραγιστεί με τα προβλεπόμενα θυροφράγματα. 

Ποια από τις δυο αντίθετες και άκρως αποκλίνουσες αυτές επιλογές προκρίνει ο κ. ΒΖ ; Μήπως σαν δημόσιο πρόσωπο όφειλε όλα αυτά τα χρόνια να το έχει ξεκαθαρίσει ώστε ούτε αυτός ούτε οι βουλευτές και τα στελέχη του Σ-ΠΣ να μην «εξαπατούν τους αγρότες της Θεσσαλίας», όπως εκείνος κατηγορεί άλλα πολιτικά πρόσωπα ;

2. Ο κ. ΒΖ θεωρεί πως «τα προτεινόμενα έργα στα σχέδια διαχείρισης με τον νόμο Φάμελλου είναι υπεραρκετά» και πως «η κυβέρνηση Τσίπρα ήταν ειλικρινής με τους θεσσαλούς αγρότες».

Κρίνει επίσης πως η μεταφορά νερού από τον Αχελώο «φαντάζει απραγματοποίητο όνειρο», ενώ ταυτόχρονα «η απόφαση του ΣτΕ δεν κρίνει οικονομικά σκόπιμη την ολοκλήρωση των έργων».

Γιατί λοιπόν, μπροστά σε τόσα «ανυπέρβλητα» εμπόδια και εφόσον η «ειλικρινής» θέση τους ήταν η «ακύρωση» των έργων, οι αρμόδιοι υπουργοί δεν επέσπευσαν τις σχετικές τεχνικές μελέτες καθαίρεσης των εγκαταλειμμένων έργων, την έγκριση προϋπολογισμού εκτέλεσης τους και την παράλληλη εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων χρηματοδότησης αυτής της καθαίρεσης ;

Γιατί η τότε κυβέρνηση δεν προώθησε επειγόντως την απόλυτα συμβατή με τις θέσεις της και τόσο αναγκαία περιβαλλοντική μελέτη  αποκατάστασης του τοπίου στην περιοχή Αχελώου και την δρομολόγηση τη σχετικής διαβούλευσης σύμφωνα με τον νόμο ;

Που και γιατί «χάθηκε» η περιβόητη ευαισθησία τους για την προστασία του περιβάλλοντος στον ποταμό  Αχελώο ;

Και ακόμη γιατί ο κ. Β Ζ που εξέφραζε τους θεσσαλούς δεν πίεσε με παρρησία δημόσια τον Σ-ΠΣ και την τότε κυβέρνηση να κάνει κάτι για την προστασία του οικοσυστήματος στο μπαζωμένο ποτάμι ;

3.Ο κ. ΒΖ κρίνει επίσης πως το ΣΔΛΑΠ του 2017 περιλάμβανε «….μικρά κατά βάση έργα, που κάλυπταν πάνω κάτω τις ανάγκες ….» και «είχε ρεαλισμό στην επιλογή των αρδευτικών έργων».

Ας μας πει λοιπόν ποια και πόσα έργα προώθησε προς υλοποίηση η κυβέρνηση Τσίπρα.

Και για να προλάβω τυχόν κοινοτυπίες και δικαιολογίες για έλλειψη χρημάτων, διευκρινίζω πως «προώθηση» θεωρώ και την εκπόνηση τεχνικών και περιβαλλοντικών μελετών, την έναρξη διαβούλευσης για την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων, την έναρξη διαδικασίας δημοπράτησης κοκ.

Να του θυμίσω επίσης πως σε κάποια έργα πολλές από αυτές τις διαδικασίες ήταν ήδη σε εξέλιξη όταν ανέλαβε ο κ. Τσίπρας.

Για παράδειγμα το σημαντικό έργο του ταμιευτήρα Πύλης Τρικάλων διέθετε προ Τσίπρα οριστική τεχνική και περιβαλλοντική μελέτη καθώς και περιβαλλοντική αδειοδότηση.

Μήπως ο κ. ΒΖ είδε κάτι να κινείται στην Πύλη επί Σ-ΠΣ που εμείς οι άλλοι δεν είδαμε ;

Μήπως έστω κάποιο άλλο έργο παραδόθηκε στην επόμενη κυβέρνηση σε φάση δημοπράτησης ;  

Και εάν όχι, που βρίσκεται η «κριτική» του διάθεση με την οποία τότε ο ίδιος την είχε χάσει, ενώ τώρα καλεί τους «άλλους» να πορευτούν κρητικά απέναντι στην σημερινή κυβέρνησή ;

Πάντως όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι εμείς ως θεσσαλοί είμαστε ικανοποιημένοι από την σημερινή  κυβέρνηση σχετικά με τις εξελίξεις στα υδατικά έργα.

Όμως όλοι οι φορείς  και εγώ προσωπικά είχαμε το θάρρος, είτε μέσα από την συλλογική προσπάθεια της Επιτροπής Διεκδίκησης (Ε.Δ.Υ.ΘΕ), είτε κατά την διαβούλευση του ΣΔΛΑΠ (δες σχετικές τοποθετήσεις), είτε απευθείας μέσα στη Βουλή, να παρουσιάσουμε την πραγματική εικόνα της κατάστασης στη Θεσσαλία, χωρίς διάθεση να δικαιολογήσουμε όσους ευθύνονται για αυτήν.

Το να προσπαθούν όμως κάποιοι να παρουσιάζουν το άσπρο μαύρο και να αποφεύγουν να πούνε, έστω και τώρα,  με ειλικρίνεια τι ακριβώς προτείνουν για την τεράστια εκκρεμότητα των έργων Αχελώου, μάλλον δεν τους τιμά ιδιαίτερα.

*Κώστας Γιαννακός, Πρόεδρος Γεωπονικού Συλλόγου Λάρισας

Θα βαδίσουμε με σοβαρότητα και σχέδιο ή θα…….«πάμε σαν άλλοτε» ; (Κώστας Γκούμας - Τάσος Μπαρμπούτης)*

 


Σύγχυση και ανησυχία επικρατεί το τελευταίο διάστημα στους θεσσαλούς και ιδιαίτερα σε εκείνους που η ζωή τους είναι συνδεδεμένη με την ύπαιθρο και υφίστανται άμεσα τις καταστροφικές συνέπειες των πλημμυρών του Σεπτεμβρίου.

Οι αγρότες από κοινού με τους Δήμους της περιοχής τους κινητοποιούνται τις ημέρες αυτές διεκδικώντας αποζημιώσεις, αλλαγή κανονισμού ΕΛΓΑ, προστασία της παραγωγής τους, λογικές τιμές στην ενέργεια, καλύτερες τιμές στα προϊόντα τους και γενικά επίλυση γνωστών προβλημάτων που έρχονται από το παρελθόν και δεν σχετίζονται αποκλειστικά με τις πλημμύρες.

Ταυτόχρονα όμως όλοι αντιλαμβάνονται ότι εκτός από τα παραπάνω χρειάζεται και ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, αφενός για την ανασυγκρότηση της περιοχής, αφετέρου για την διαμόρφωση συνθηκών ασφάλειας και προστασίας σε περίπτωση επανεμφάνισης παρόμοιων φαινομένων.

Στον έντονο προβληματισμό για τα δυο αυτά ζητήματα εντελώς συγκυριακά συνέπεσαν και οι διαδικασίες της 2ης αναθεώρησης του Σχεδίου Διαχείρισης Υδάτων (ΣΔΛΑΠ) και του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμύρας (ΣΔΚΠ)(link is external), τα οποία «κλείνουν» μέχρι το τέλος του έτους.

Σύντομα αναμένεται η τελική έγκριση τους από την κυβέρνηση, η οποία αμέσως μετά τις πλημμύρες ανέθεσε στην Ολλανδική HVA την σύνταξη ενός πορίσματος για την αξιολόγηση της σημερινής κατάστασης στη Θεσσαλία και για τις προτάσεις αντιμετώπισης της σύνθετης κατάστασης που βιώνουμε, το οποίο αναμένεται να παραδοθεί στην κυβέρνηση μετά από δυο μήνες (τουλάχιστον).

Τέλος, προστέθηκαν και οι προτάσεις της Διεπιστημονικής Επιτροπής που συγκρότησε ο νεοεκλεγείς Περιφερειάρχης κ. Δ. Κουρέτας, ο οποίος πρόσφατα από τη Λάρισα παρουσίασε δημόσια τις δίκες τους θέσεις.

Προφανώς είναι ευπρόσδεκτες και χρήσιμες όλες οι προτάσεις επιστημόνων και αυτοδιοικητικών παραγόντων στην κρίσιμη αυτή περίοδο, δεδομένου ότι αφενός εμπλουτίζουν τον αναγκαίο διάλογο σε τόσο σοβαρά ζητήματα, αφετέρου οι όποιες αποφάσεις πρέπει να έχουν απόλυτη τεχνική, οικονομική και περιβαλλοντική τεκμηρίωση.

Από την άλλη όμως, αυτή η πανσπερμία απόψεων και προτάσεων που σταδιακά βλέπει το φως της δημοσιότητας, δεν έχει για την ώρα οδηγήσει σε ένα χειροπιαστό αποτέλεσμα.

Αυτή τη στιγμή απέχουμε αρκετά από την συγκρότηση ενός εφαρμοστικού Σχεδίου που θα συνδυάζει την έγκριση από την κυβέρνηση και ταυτόχρονα την αποδοχή από την τοπική κοινωνία και την Περιφέρεια Θεσσαλίας.

Με άλλα λόγια καταγράφεται μια αντίφαση, δηλαδή να υπάρχει ένα πλήθος σοβαρών ή/και τεκμηριωμένων προτάσεων και ταυτόχρονα να πλανάται η έντονη αμφιβολία εάν, πότε και με ποιον τρόπο όλες αυτές οι προτάσεις θα τύχουν εφαρμογής και υλοποίησης.

Στο μεταξύ καθημερινά ακούμε και βλέπουμε αλλεπάλληλες επισκέψεις κυβερνητικών στελεχών στην περιοχή, επαφές, δηλώσεις ή/και υποσχέσεις, στην πράξη όμως όλα αυτά δεν προσφέρουν βεβαιότητα πως βαδίζουμε σίγουρα και σωστά.

Άλλωστε και η εμπιστοσύνη των πολιτών έχει κλονιστεί με όσα συμβαίνουν, γιατί τα δραματικά γεγονότα των τελευταίων μηνών απέδειξαν πως η κλιματική κρίση αρκετές φορές χρησιμοποιείται σαν άλλοθι για την «απόκρουση» ευθυνών από τους αρμόδιους διαχειριστές είτε της κεντρικής είτε της τοπικής διοίκησης.

Αντίθετα, στα θέματα της ασφάλειας της περιοχής μας από έντονα φαινόμενα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, αποδείχθηκε ότι οι πολιτικοί και τοπικοί μας ηγέτες υπήρξαν κατώτεροι των περιστάσεων και επέδειξαν απαράδεκτη έλλειψη προνοητικότητας, κατά μείζονα λόγο που πριν τρία χρόνια ο Ιανός μας είχε στείλει ισχυρή προειδοποίηση για τους κινδύνους, «πιστοποιημένη» μάλιστα με τρεις θανάτους συμπολιτών μας και ζημίες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Όλα  δείχνουν πως δεν έχουμε στη διάθεση μας άφθονο χρόνο για συζητήσεις, ούτε για να χασομεράμε στην διαμόρφωση συγκεκριμένων δράσεων και έργων.

Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τις πλημμύρες άλλα και για την λειψυδρία και την ξηρασία.

Όπως μάλιστα γράφει ο φίλος περιβαλλοντολόγος και συγγραφέας Ζήσης Αργυρόπουλος, «Οι κλιματικές συνθήκες στο γεωγραφικό μας περίγυρο είναι τέτοιες που μπορούν να παραγάγουν ακραίες καταστάσεις, ασύμμετρες ως προς την ένταση αλλά συμμετρικές ως προς την έκφραση. Έτσι, όπως προκλήθηκε μέγα - πλημμύρα, μπορεί να επέλθει και μέγα – ξηρασία. Και τότε θα είναι αργά να αναζητήσουμε πηγές να καλύψουν τις υδατικές μας ανάγκες. Θα είναι αργά να προγραμματίσουμε έργα ταμίευσης και πολύ πιο αργά να μιλήσουμε για εξοικονόμηση, αφού δε θα υπάρχει απόθεμα». 

Για όλους αυτούς τους λόγους ανησυχούμε πολύ για το «δια ταύτα» των αποφάσεων που δεν βλέπουμε και του σχεδιασμού - προγραμματισμού που δεν υπάρχει.

Επιχειρώντας να σκιαγραφήσουμε μια κάποια διέξοδο σε όλα αυτά τα αντιφατικά και περίπλοκα θα προτείναμε σαν βάση για τον σχεδιασμό το ΣΔΛΑΠ που πρόσφατα παρουσιάστηκε και, όπως προαναφέραμε, σύντομα θα γίνει κυβερνητική απόφαση.

Σημειώνουμε πως το ΣΔΛΑΠ καθιερώθηκε στο πλαίσιο ευρωπαϊκής οδηγίας για τα ύδατα (2000/60), αποτελώντας ένα σημαντικό «θεσμοθετημένο» εργαλείο ώστε να βελτιωθεί ο τρόπος διαχείρισης των υδάτων, κάτι που για την Θεσσαλία αποτελεί θέμα μείζονος σημασίας.

Και ας μην ξεχνάμε πως παρεμβάσεις και έργα  που δεν περιλαμβάνονται στο ΣΔΛΑΠ δεν είναι επιλέξιμα προς υλοποίηση.

Επίσης, καλλιέργειες που αρδεύονται με νερά από υπόγειους υδροφορείς των οποίων η κατάσταση χαρακτηρίστηκε από το ΣΔΛΑΠ ως «κακή» κινδυνεύουν να αποκλειστούν από τις κοινοτικές επιδοτήσεις.

Παρόλα αυτά, δυστυχώς, ένα μικρό μόνο μέρος των πολιτών και των φορέων της Θεσσαλίας  έχει αντιληφθεί την σημασία του Σχεδίου αυτού. Εκείνο όμως που μας ανησυχεί περισσότερο είναι η  πρακτική που βιώσαμε από τις κυβερνήσεις με τα προηγούμενα ΣΔΛΑΠ, όπου συνήθως επέλεγαν ουσιαστικά ΝΑ ΜΗΝ ΤΑ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΝ, προτιμώντας να διαχειρίζονται το υδατικό ζήτημα με επικοινωνιακές τακτικές.

Με αυτή τη λογική  αδιαφόρησαν να συγκροτήσουν φορείς διαχείρισης των υδάτων στα Υδατικά Διαμερίσματα, να εκπονήσουν εφαρμοστικά πλάνα (masterplan)  και – κυρίως - να  διαθέσουν τους απαιτούμενους χρηματοδοτικούς πόρους για τις εγκεκριμένες (από τους ίδιους !) δράσεις και έργα.

Με απλά λόγια οι κυβερνήσεις μέσω του ΣΔΛΑΠ φρόντιζαν πρωτίστως να είναι τυπικά «εντάξει» ως προς τις υποχρεώσεις τους απέναντι στην ευρωπαϊκή Οδηγία.

Έτσι, στο βαθμό που η πίεση των πολιτών και των οργανώσεων ήταν περιορισμένη, τα Σχέδια παρέμεναν «σχέδια επί χάρτου», ενώ η Θεσσαλία συνέχιζε να είναι απροστάτευτη και να «βουλιάζει» σε μια καταστροφική για την γεωργία και το περιβάλλον διαχείριση των υδάτων.

Στις σημερινές συνθήκες (μετά μάλιστα και την πρόσφατη τραγωδία των πλημμυρών) παρόμοιες πρακτικές κρίνονται εντελώς ανεύθυνες και πρέπει να απορριφθούν ασυζητητί.

Το νέο ΣΔΛΑΠ ΠΡΕΠΕΙ να εφαρμοστεί όπως θα εγκριθεί. Στον ίδιο σχεδιασμό θα πρέπει να προσαρμοστούν και όσα προβλέπονται στο Σχέδιο Πλημμυρών (ΣΔΚΠ), όπως και οι προτάσεις της Περιφέρειας.

Επίσης με πολύ ενδιαφέρον περιμένουμε και τα πορίσματα από την Ολλανδική HVA, ώστε και αυτά να ενσωματωθούν στον εγκεκριμένο σχεδιασμό του αρμόδιου Υπουργείου (ΥΠΕΝ).

Εάν αυτό δεν συμβεί, τότε η χρησιμότητα των Σχεδίων θα μετριαστεί και, το κυριότερο, το αντίστοιχο masterplan που θα προταθεί θα συναντήσει σοβαρές δυσκολίες και εμπόδια στην εφαρμογή του.

Ας ελπίσουμε λοιπόν πως υπάρχει πραγματική πολιτική βούληση από την κυβέρνηση ώστε για πρώτη φορά  να κινηθούμε ορθολογικά στο μείζον θέμα των υδάτων, εφαρμόζοντας ένα ενιαίο εγκεκριμένο σχέδιο με χρονοδιάγραμμα υλοποίησης και εξασφαλισμένη χρηματοδότηση.

Ας ελπίσουμε πως οι κυβερνώντες θα θέσουν επιτέλους στο επίκεντρο της πολιτικής  τους το συμφέρον του λαού της περιοχής μας, την ασφάλεια του, την προστασία και αποκατάσταση των πληγωμένων οικοσυστημάτων μας, την στήριξη της αειφορικής και βιώσιμης γεωργίας, την συγκράτηση του αγροτικού (και όχι μόνο) πληθυσμού στον τόπο τους.

Ας ελπίσουμε ακόμη πως δεν θα ζήσουμε και πάλι την τακτική που ακολουθούσαν έως σήμερα οι περισσότεροι αυτοδιοικητικοί μας ηγέτες (Περιφέρεια, ΠΕΔ/Θ και Δήμαρχοι μεγάλων πόλεων), με κύριο χαρακτηριστικό τους την «χαλαρή πίεση» προς στις κυβερνήσεις (στα όρια της….. προστασίας), ενώ συνειδητά επέλεξαν να έχουν τον κόσμο της περιοχής μας αδρανοποιημένο και χωρίς ενημέρωση.

Στο χέρι μας είναι όλα αυτά να τα αλλάξουμε. Η δραματική κατάσταση και οι κάθε είδους κίνδυνοι που μας απειλούν επιβάλλουν και την δική μας οργανωμένη αντίδραση.

*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,

*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Δημοφιλέστερες Αναρτήσεις