Πόσο νερό λείπει από τη Θεσσαλία ; (Συνέντευξη του Κώστα Γκούμα* στον δημοσιογράφο Κυριάκο Μεσσήνη για το περιοδικό "Ξένιος ΘΕΣΣΑΛΟΣ")


 Κύριε Γκούμα ασχολείστε μια ζωή σχεδόν με την υπόθεση «νερό στην Θεσσαλία». Πως θα  περιγράφατε το καθοριστικό για την περιοχή σας  υδατικό πρόβλημα ;

 

ΑΠ : Πράγματι κ. Μεσσήνη, όσοι ζούμε στην Θεσσαλία, είτε πρόκειται για ευαίσθητους πολίτες, αγρότες η χρήστες νερού, είτε για ειδικούς επιστήμονες και για ανθρώπους της αυτοδιοίκησης, γνωρίζουμε ότι το μεγαλύτερο διαχρονικά  πρόβλημα μας είναι το υδατικό.

Έτσι και εγώ προσωπικά (όπως και πολλοί άλλοι), λόγω της υπηρεσιακής μου ενασχόλησης αλλά και της εμπλοκής μου στα κοινά, ασχολήθηκα με το θέμα αυτό από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 και έκτοτε παρακολουθώ συνεχώς σχεδόν όλες τις προσπάθειες που έγιναν για την επίλυση του.

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2010, παρότι γνωρίζαμε όλες σχεδόν τις παραμέτρους του υδατικού προβλήματος, το είχαμε τεκμηριώσει επιστημονικά και διαθέταμε διεκδικητικό πλαίσιο προτάσεων για την επίλυση του, δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί μια ολιστική  διάσταση του και δεν είχε προβληθεί καταλλήλως ο επείγων χαρακτήρας του, ιδιαίτερα στις νέες  συνθήκες της κλιματικής κρίσης.

Με την εφαρμογή  όμως της Οδηγίας 60/2000 της ΕΕ για τα ύδατα (που στη χώρα μας εφαρμόστηκε με καθυστέρησή μιας δεκαετίας) αυτό άλλαξε. Με  την έγκριση των πρώτων Σχεδίων Διαχείρισης Υδάτων (ΣΔΛΑΠ, 2014) Θεσσαλίας διαθέτουμε ένα σύγχρονο εργαλείο άσκησης πολιτικής διαχείρισης των υδάτων, το οποίο αναθεωρείται κάθε 6 χρόνια.

Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες η Θεσσαλία βιώνει τις επιπτώσεις ενός σύνθετου υδατικού προβλήματος, που ήδη εξελίσσεται σε περιβαλλοντικό – οικολογικό και θα επιδεινωθεί σε συνθήκες κλιματικής κρίσης.


Επιγραμματικά το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας είναι πρόβλημα υδατικής ασφάλειας των κατοίκων της από φαινόμενα ΛΕΙΨΥΔΡΙΑΣ – ΞΗΡΑΣΙΑΣ και ΠΛΗΜΜΥΡΩΝ, πρόβλημα ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ (μείζονος σημασίας) από συσσωρευμένο υδατικό έλλειμμα υπόγειων υδάτων (3.000 hm3 νερού) με κίνδυνο κατάρρευσης υπόγειων οικοσυστημάτων, πρόβλημα εφαρμογής αποτελεσματικής πολιτικής για μείωση καταναλώσεων νερού στη Γεωργία, για ταμίευση επιφανειακού νερού και περιορισμό χρήσης  υπόγειου νερού (γεωτρήσεις), για μείωση κόστους άρδευσης, πρόβλημα από αδυναμίες συντονισμού στην διαχείριση των υδάτων, έλλειψη ενιαίου φορέα διαχείρισης, απηρχαιωμένο θεσμικό πλαίσιο (ΤΟΕΒ) και εν δυνάμει οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα από φθίνουσα γεωργία (εγκατάλειψη εκμεταλλεύσεων λόγω έλλειψης νερού και κόστους).

 

- Οι πηγές νερού είναι τα επιφανειακά και τα υπόγεια νερά. Μπορείτε να μας τα ορίσετε για την Θεσσαλία ; Έχουμε μια εικόνα πόσο νερό χρειάζεται ο θεσσαλικός κάμπος  με τις υπάρχουσες καλλιέργειες,  πόσο νερό υπάρχει και πόσο λείπει  ;

 

ΑΠ : Στην κοινή γνώμη επικρατεί – εδώ και πολλά χρόνια – η εντύπωση ότι η Θεσσαλία δεν διαθέτει επάρκεια νερών. Αυτό δεν είναι ακριβές !

 

Η Θεσσαλία αποτελεί μία ενιαία γεωγραφική - διοικητική ενότητα της χώρας όπου, εκτός από την Κεντρική και Ανατολική, υπάγεται και η Δυτική Θεσσαλία, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η περιοχή του Άνω Αχελώου με τα νερά και τις πηγές του, συνεπώς η υδατική της επάρκεια είναι δεδομένη.

Όμως, με βάση την γεωμορφολογία και την «υδατική» διαίρεση των Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΛΑΠ), η Θεσσαλία υπάγεται σε δυο διακριτά Υδατικά Διαμερίσματα (ΥΔ) και συγκεκριμένα στο ΥΔ Θεσσαλίας με τις ΛΑΠ Πηνειού και Αλμυρού - Πηλίου και στο όμορο ΥΔ Δυτικής Στερεάς Ελλάδας με την ΛΑΠ Αχελώου. 

Ως θεσσαλικά νερά και θεσσαλικά έργα αξιοποίησης υδατικών πόρων συνεπώς, περιγράφονται όλα τα κατασκευασμένα και υπό κατασκευή έργα, που αξιοποιούν υδατικούς πόρους μέσα στα γεωγραφικά όρια της Θεσσαλίας, δηλαδή τόσο αυτά που βρίσκονται στο ΥΔ Θεσσαλίας, όσο και αυτά που βρίσκονται στην γειτονική ΛΑΠ Αχελώου.

Είναι προφανές λοιπόν ότι ένα μεγάλο μέρος των «θεσσαλικών» νερών οδηγείται νότια προς τις εκβολές του Αχελώου, δηλαδή την Αιτωλοακαρνανία που την καθιστά πλούσια σε νερά, με ετήσια επιφανειακή βροχόπτωση 1.370 mm (ενώ η αντίστοιχη στο ΥΔΘ είναι 678 mm) και γι’ αυτό επικρατεί η λανθασμένη εντύπωση (ή η μισή αλήθεια) ότι η Θεσσαλία δεν έχει νερά.

Στο θεσσαλικό κάμπο καλλιεργούνται  σχεδόν 5 εκατομμύρια στρέμματα γεωργικής έκτασης, από τα οποία αρδευόμενα είναι περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια, πολλά όμως από αυτά αρδεύονται  πλημμελώς και με πολύ υψηλό κόστος. 

Σύμφωνα λοιπόν με πρόσφατα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε ειδική ημερίδα στη Λάρισα (20 Μάρτιου), η ζήτηση νερού που καταγράφεται ετησίως στη Θεσσαλία ξεπερνά το 1,5 δισεκατομμύριο κυβικά μέτρα νερού, από τα οποία το 95% αφορά στη Γεωργία.

Από τις ποσότητες αυτές, συνήθως το 70% προέρχεται από υπόγεια ύδατα που αντλούνται μέσω 30 - 33.000 γεωτρήσεων, ενώ η κάλυψη της ζήτησης αρδευτικού νερού γίνεται με μη βιώσιμο τρόπο, αντίθετο με τις αρχές της σχετικής οδηγίας για τα νερά, τόσο όσον αφορά στα υπόγεια νερά  αλλά και στα επιφανειακά  οικοσυστήματα.

Εάν λάβουμε υπόψη πως η ασφαλής (περιβαλλοντικά) ποσότητα διαθέσιμων υδάτων από υφιστάμενους ταμιευτήρες ανέρχεται σε 220 εκατ. κ. μ. ετησίως, η ποσότητα βιώσιμης απόληψης υπογείων υδάτων σε 620 εκατ. κ. μ.  και η αντίστοιχη απόληψη από επιφανειακά νερά (ποταμών) σε 180 εκατ. κ. μ., τότε το ετήσιο έλλειμμα νερού ξεπερνά τα 500 εκατ. κ. μ.  νερού !!.

[Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του ελλείμματος, η ποσότητα αυτή ισοδυναμεί με σχεδόν μιάμιση φορά τον όγκο νερού που καταναλώνεται για τις ανάγκες του πολεοδομικού συγκροτήματος Αθήνας – Πειραιά !].

Άρα για να απαντήσω και στο ερώτημά σας, ΝΑΙ μας λείπει το νερό όταν το χρειαζόμαστε και θα συνεχίσει να μας λείπει, εάν δεν συμφωνήσουμε όλοι, δηλαδή χρήστες νερού, φορείς αγροτών – Αυτοδιοίκησης και Πολιτεία, προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να πορευτούμε τα επόμενα χρόνια, ποια όρια θα τεθούν στις αρδευόμενες εκτάσεις (καθαρά πολιτική απόφαση) και εάν θα συμφωνηθεί επιτέλους μια κοινής αποδοχής μεσο-μακροπρόθεσμη πολιτική στην διαχείριση του νερού στην Θεσσαλία.

- Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ, εκκωφαντικά παρούσα – Η Ξηρασία ακούγεται απειλητική. Πως θα την αντιμετωπίσουμε ;

ΑΠ : Για να προσεγγίσουμε, με σχετική ασφάλεια, την μελλοντική εξέλιξη και τις προοπτικές του υδατικού προβλήματος της Θεσσαλίας σε συνθήκες ξηρασίας και κλιματικής κρίσης, θα πρέπει να κάνουμε μια προβολή στο μέλλον, βασιζόμενοι στις εκτιμήσεις, προβλέψεις ή/και μελέτες έγκριτων επιστημόνων οι οποίοι ασχολήθηκαν με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στη Θεσσαλία.

Να διευκρινίσουμε ότι ξηρασία είναι η μεγάλη μείωση (συνήθως προσωρινή) των διαθέσιμων ποσοτήτων νερού, σε σύγκριση με τις μέσες διαθέσιμες ποσότητες διαχρονικά και δεν είναι συνέπεια της κλιματικής αλλαγής.

Η λειψυδρία είναι η έλλειψη νερού που υπάρχει σε συγκεκριμένη περιοχή την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, μπορεί να προκληθεί από την ανθρώπινη δραστηριότητα, γίνεται όμως και αυτή εντονότερη από έκτακτη ή τυχαία παρατεταμένη ανομβρία (ξηρασία).

    Πηνειός (περιοχή Τερψιθέας Λάρισας)

Στο παρελθόν είχαμε στη Θεσσαλία σημαντικά φαινόμενα μέτριας ξηρασίας (κάθε 3 – 5 χρόνια) και έντονης ξηρασίας (κάθε 7 χρόνια και με 2 συνεχόμενες χρονιές) που δύσκολα τις αντιμετωπίσαμε χωρίς σημαντικές κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Λίμνη Αργυροπουλίου - Πηγές Μάτι Τυρνάβου

Κρίσιμη παράμετρος αντιμετώπισης φαινομένων λειψυδρίας ή/και ξηρασίας είναι η ύπαρξη υδατικών ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ. Για παράδειγμα, εάν η τεχνητή λίμνη Ν. Πλαστήρα δεν συγκεντρώνει κάθε χρόνο τις υπερπολύτιμες ποσότητες νερού, η Θεσσαλία καθίσταται ιδιαίτερα ευάλωτη απέναντι στους κίνδυνους ΞΗΡΑΣΙΑΣ, δεδομένου πως ΔΕΝ προσφέρονται άλλα αξιόλογα συγκεντρωμένα αποθέματα ασφάλειας.

ΦΡΑΓΜΑ ΤΑΥΡΩΠΟΥ 

Τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα μας, στις αμέσως επόμενες δεκαετίες, μελέτησε πρόσφατα και η ερευνητική ομάδα υπό τον συντονισμό του καθηγητή του ΕΚΠΑ Κώστα Καρτάλη.

Στη μελέτη αυτή αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι : Οι περισσότερες καλλιέργειες και η κτηνοτροφία θα επηρεαστούν αρνητικά κυρίως στο Ηράκλειο της Κρήτης, την Ηλεία, την Κορινθία και τη Λάρισα.

Για να υπάρχει επιτυχές αποτέλεσμα και να υπάρχουν ευοίωνες προοπτικές – ιδιαίτερα σε συνθήκες κλιματικής κρίσης - σε προβλήματα όπως το υδατικό της Θεσσαλίας, είναι απαραίτητη αφενός η καλή γνώση της κατάστασης που ήδη βιώνουμε και η ανάλογη προετοιμασία με ρεαλιστικό σχέδιο, μέτρα και δράσεις και αφετέρου η επιστημονική προσέγγιση των προβλημάτων (που προβλέπουμε ότι ενδεχομένως θα εμφανιστούν στο μέλλον).

- Στη Θεσσαλία έχουμε αρκετά επιφανειακά νερά στον άνω Αχελώο και στον Πηνειό, που όμως σημαντικές ποσότητες που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν «χάνονται» στην θάλασσα.  

Ο ταμιευτήρας Κάρλας, δυο - τρία φράγματα που υπάρχουν περιμετρικά του κάμπου και  κάποια μικρότερα έργα, τι δυνατότητες μας προσφέρουν ; Που θα μπορούσαν να γίνουν άλλα φράγματα συγκράτησης νερών για να εκμεταλλευτούμε αυτόν τον πλούτο και με ποιο αποτέλεσμα ;

 

ΑΠ : Σύμφωνα με στοιχεία του ΣΔΛΑΠ (2014), ο μέσος ετήσιος όγκος των απορροών στις εκβολές του ποταμού Αχελώου είναι 4,150 δις κ. μ. νερού. Από αυτά ένα μέρος τροφοδοτεί 3 ΥΗΕ (φράγματα Κρεμαστών, Καστρακίου, Στράτου), ενώ τα υπόλοιπα (πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια χειμερινών απορροών) «χάνονται» και δεν αξιοποιούνται, παρά τις προφανείς επείγουσες ανάγκες.

 


Μια αξιόλογη επίσης (αλλά σαφώς μικρότερη) ποσότητα νερού από τον Πηνειό χάνεται στη θάλασσα, δεδομένου ότι τροφοδοτεί τον Ταμιευτήρα Κάρλας (κατά 70%), το θυρόφραγμα Γυρτώνης, 20 πεδινές λιμνοδεξαμενές του ΤΟΕΒ Πηνειού, και άλλα μικρότερα έργα.

 

ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΡΛΑΣ

ΡΟΥΦΡΑΚΤΗΣ ΓΥΡΤΩΝΗΣ

Το βέβαιο όμως είναι ότι ο Πηνειός στο μέλλον, με δεδομένο ότι  δεν θα μπορεί να ενισχύεται από την λίμνη Πλαστήρα, καθώς επίσης   δεν προχωρά  η ολοκλήρωση του φράγματος Συκιάς και συνεπώς η μεταφορά νερού από τον Αχελώου, ΔΕΝ είναι δυνατόν επ’ άπειρον και χωρίς καταστροφικές συνέπειες να ανταποκρίνεται στις υπερβολικές αντλήσεις των παραπήνειων αρδευτών, να «δίνει ζωή» στην Κάρλα και να ενισχύει τα προβληματικά υπόγεια οικοσυστήματα.

 

Τα έργα ταμίευσης γύρω από τον θεσσαλικό κάμπο που αναφέρατε είναι καθοριστικά για την ΑΣΦΑΛΕΙΑ από ΠΛΗΜΜΥΡΕΣ, οι οποίες  αποτελούν συχνό φαινόμενο για τη Θεσσαλία που δυστυχώς θα εμφανίζεται με όλο μεγαλύτερη ένταση και συχνότητα λόγω της κλιματικής κρίσης.

Η λύση λοιπόν είναι, εκτός από τα επιμέρους αντιπλημμυρικά έργα κατά περιοχή (ανάλογα με την γεωμορφολογία), να δημιουργηθούν στα ημιορεινά και άλλοι ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ συγκέντρωσης των χειμερινών ροών, οι οποίοι κατά την κρίσιμη στιγμή αιχμής ενός πλημμυρικού φαινομένου θα μπορούσαν να συγκρατήσουν σημαντικές ποσότητες υδάτων και να περιορίσουν τις καταστροφές.

Τα χρήματα που δαπανώνται για αποκατάσταση ζημιών και αποζημιώσεις υπερβαίνουν κατά πολύ το κόστος αυτών των έργων, ενώ η απόσβεση του διευκολύνεται εάν σκεφθούμε πως οι ταμιευτήρες γύρω από τον θεσσαλικό κάμπο είναι έργα ΠΟΛΛΑΠΛΟΥ ΣΚΟΠΟΥ που θα καλύψουν ταυτόχρονα ανάγκες ύδρευσης (δες Σμόκοβο) και άρδευσης, θα προσφέρουν παραγωγή «πράσινης» υδροηλεκτρικής ενέργειας, ενώ θα δημιουργήσουν ένα αξιόλογο υδατικό απόθεμα ασφαλείας για φαινόμενα ξηρασίας και αποκατάσταση απειλούμενων με κατάρρευση υπογείων υδροφορέων, υποκαθιστώντας ένα μέρος των υπεραντλήσεων από ποτάμια και (κυρίως) υπόγεια  οικοσυστήματα.

 


Τα έργα αυτά που είναι σε όλους γνωστά [Πύλη, Μουζάκι, Νεοχώρι, Αλμυρός, Σκοπιά Φαρσάλων (σημ.: έχει ήδη δρομολογηθεί πριν λίγους μήνες), Ελασσόνα και άλλα μικρότερα], περιέχονται στις προτάσεις των Σχεδίων Διαχείρισης (ΣΔΛΑΠ), που εγκρίθηκαν από τις τρεις τελευταίες κυβερνήσεις.

[Σημείωση : Τα έργα αυτά έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τα καθιστούν ανεξάρτητα και ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ως προς τα έργα μεταφοράς νερού (εκτροπής) Αχελώου και συνεπώς ΔΕΝ πρέπει κανείς να τα αντιπαραβάλλει ως «επιχείρημα» απέναντι στις διεκδικήσεις μας για τα έργα Αχελώου ].

Στην ΛΑΠ Αχελώου έχουμε ολοκληρωμένα ή ημιτελή τα υδροηλεκτρικά έργα Μεσοχώρας, Συκιάς, και Ταυρωπού και την σήραγγα μεταφοράς Πευκόφυτου.

 

- Θυμάμαι τον Αχελώο να σέρνεται από την δεκαετία του '80, στα πρώτα χρόνια που δημοσιογραφούσα και ακόμα συζητάμε για την εκτροπή του. Ποιος είναι ο χαρακτήρας των τριών αυτών έργων και πως θα συμβάλλουν στην επίλυση του υδατικού Θεσσαλίας ;

 

ΑΠ : Ας ξεχωρίσουμε τα τρία έργα που προαναφέρατε. Η Μεσοχώρα είναι αμιγώς υδροηλεκτρικό και δεν συνδέεται με την μεταφορά νερού προς την θεσσαλική πεδιάδα. 

ΦΡΑΓΜΑ ΜΕΣΟΧΩΡΑΣ

Αντίθετα το ΥΗΕ Ταυρωπού, που ήδη λειτουργεί από την δεκαετία του 1960, είναι έργο που εξυπηρετεί πολλαπλά την Θεσσαλία και κυρίως τις αρδεύσεις (περιοχή Καρδίτσας και ενίσχυση Πηνειού).

Όσον αφορά στο φράγμα Συκιάς επί του Άνω Αχελώου (σύνορα Καρδίτσας -Άρτας) και την συνδεμένη με αυτό σήραγγα μεταφοράς Πευκοφύτου (προς Μουζάκι), πρόκειται για έργα απόλυτα  αναγκαία για την Θεσσαλική πεδιάδα, που όμως παραμένουν  ημιτελή και εγκαταλειμμένα, παρότι σημαντικό μέρος του φυσικού αντικειμένου έχει εκτελεστεί κατά 65% και 85% αντίστοιχα και έχουν δαπανηθεί πάνω από 500 εκατ. ευρώ (σημερινές αξίες), αναξιοποίητα  και «εγκαταλειμμένα» και αυτά, μαζί με τα κουφάρια των έργων.

 

ΦΡΑΓΜΑ ΣΥΚΙΑΣ

ΕΞΟΔΟΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ ΕΚΤΡΟΠΗΣ ΑΧΕΛΩΟΥ

Όλα τα στοιχεία δείχνουν τάσεις αύξησης των υδατικών ελλειμμάτων, συνεπώς παραμένει κυρίαρχο και επείγον το ζήτημα της  ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ του υδατικού της δυναμικού με την μεταφορά 250 εκατ. κ. μ. νερού από τον π. Αχελώο [σημ. : επιλογή ΣΔΛΑΠ 2014/κυβέρνηση Σαμαρά], τα οποία  αποτελούν αποφασιστικής σημασίας εργαλεία για την βιώσιμη διαχείριση υδατικών πόρων και την δημιουργία επαρκών ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΡΟΥ ΓΙΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΑΡΑΤΕΤΑΜΕΝΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ, καθώς και για την ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ (ΠΟΤΑΜΙΑ,ΥΠΟΓΕΙΟΙ ΥΔΡΟΦΟΡΕΙΣ) που κινδυνεύουν με ολική καταστροφή.

Βεβαίως κάποιοι υποστηρίζουν  πως η  ενίσχυση αυτή είναι επιβλαβής και περιττή. Φρόντισαν άλλωστε να αναιρεθεί η σχετική απόφαση του 2014, επιλέγοντας την ακύρωση των ημιτελών έργων Αχελώου [σημ. : επιλογή του  αναθεωρημένου ΣΔΛΑΠ 2017/κυβέρνηση Τσίπρα].

Κάτι τέτοιο προφανώς θα οδηγήσει στην μείωση των αρδευόμενων εκτάσεων, που εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 400 χιλιάδες  έως ένα (1) εκατομμύριο στρέμματα (ανάλογα με το είδος καλλιεργειών, την υλοποίηση άλλων έργων ταμίευσης, την επιτυχία ενός προγράμματος εξοικονόμησης νερού, κλπ.).

Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως απειλή, με επείγοντα χαρακτήρα, θεωρείται και η πολύ πιθανή εμφάνιση έντονων πλημμυρικών φαινομένων στην περιοχή των εγκαταλειμμένων έργων Αχελώου.

Σε μια τέτοια περίπτωση απειλείται η ευστάθεια των υφιστάμενων κατασκευών, η υπερπήδηση των προ φραγμάτων, με κίνδυνο σοβαρών καταστροφών σε αυτά καθαυτά τα υφιστάμενα έργα φράγματος Συκιάς,  σε γέφυρες κατάντη (Αυλακίου,Τέμπλας κα), σε κτίσματα πλησίον της κοίτης Αχελώου, σε εν λειτουργία υδροηλεκτρικά έργα (Δαφνοζωνάρα) κλπ.

Θα θυμίσουμε ακόμη πως εδώ και πολλά χρόνια ο ποταμός Αχελώος παραμένει «μπαζωμένος», με ανυπολόγιστες οικολογικές επιπτώσεις που επιτέλους πρέπει να αντιμετωπισθούν.

- Υπάρχει λοιπόν μια κατάσταση στασιμότητας στη Θεσσαλία  σύμφωνα με τα όσα αναφέρατε πιο πριν για τις προοπτικές ολοκλήρωσης των έργων μεταφοράς από τον Αχελώο. Πρέπει να αναζητηθούν και άλλες μέθοδοι αποθήκευσης νερού κυρίως κατά τη χειμερινή περίοδο που θα αποδίδουν τις απαιτούμενες ποσότητες την περίοδο που χρειάζονται ; Είναι π.χ. εφαρμόσιμος και αποδοτικός ο τεχνητός εμπλουτισμός των υπόγειων υδροφορέων με τα νερά που είτε πλημμυρίζουν τις πεδινές εκτάσεις, είτε διαφεύγουν γρήγορα προς τη θάλασσα κατά τη διάρκεια του χειμώνα ;

 

ΑΠ : Ήδη αναφερθήκαμε σε όλες τις δυνατές λύσεις αποθήκευσης νερού και δημιουργίας αποθεμάτων αξιοποιώντας την γεωμορφολογία της περιοχής μας και την επιστημονική γνώση.

Όλα τα υφιστάμενα φράγματα στην λεκάνη Πηνειού (που είναι έργα ταμίευσης επιφανειακών νερών) αποθηκεύουν συνολικά περισσότερα από 280 εκατ. κ. μ. χειμερινών απορροών κάθε χρόνο (δες σχετικό πίνακα) και συνήθως προσφέρουν ταυτόχρονα αντιπλημμυρική προστασία και κάλυψη αναγκών ΥΔΡΕΥΣΗΣ, ή/και παράγουν ενέργεια, εκτός φυσικά από την άρδευση γειτονικών εκτάσεων.

 

Τα έργα τεχνητού εμπλουτισμού είναι έργα ταμίευσης νερού στους υπόγειους υδροφορείς θα συμβάλλουν και αυτά κατά ένα μέρος στον συνολικό στόχο.

Ήδη στην Θεσσαλία και ειδικότερα στην περιοχή Φαρσάλων έχουν κατασκευαστεί ή βρίσκονται σε εξέλιξη έργα εμπλουτισμού (θυροφράγματα στον Ενιπέα, στην περιοχή Υπέρειας - Ορφανών Καρδίτσας και στα Βρυσιά Φαρσάλων), ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη μελέτη τεχνητού εμπλουτισμού των υπόγειων υδάτων της ευρύτερης περιοχής Χάλκης - Κιλελέρ.

Είναι σημαντικά έργα που θα συνεισφέρουν στην άμβλυνση του οικολογικού - περιβαλλοντικού προβλήματος κάποιων περιοχών, όμως δεν πρέπει να παραγνωρίσουμε ότι είναι έργα τοπικής σημασίας, περιορισμένης κλίμακας και δεν μπορούν να πετύχουν μείζονες ανατροπές στο εξόχως ελλειμματικό υδατικό ισοζύγιο της Θεσσαλίας, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι ο εμπλουτισμός αυτός γίνεται με επιφανειακά νερά του (ήδη προβληματικού σε απορροές και ποιότητα) Πηνειού ποταμού.

Σε όλα τα παραπάνω θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και να επιμείνουμε στην εφαρμογή ενός προγράμματος εξοικονόμησης νερού, όπως προβλέπεται στο ΣΔΛΑΠ.

Θα συμβάλλει επίσης μερικώς και η καθιέρωση σύγχρονων μεθόδων άρδευσης στο χωράφι καθώς και η καλλιέργεια σχετικής νοοτροπίας στους αγρότες, χωρίς όμως να υπερτιμάται ποσοτικά αυτή η παράμετρος (συχνά για λόγους εντυπώσεων) και να θεωρούν κάποιοι πως τα υδατικά ελλείμματα κυρίως οφείλονται στην …. «σπάταλη» των αγροτών !

- Στη Θεσσαλία υπάρχει το γνωστό θέμα της υπεράντλησης υπόγειων νερών για τις αρδεύσεις. Τι γίνεται με τα υπόγεια νερά ; Στερεύουν ; Πως διορθώνεται αυτό ;

ΑΠ : Στη Θεσσαλία το 70% των αρδευόμενων εκτάσεων εξυπηρετείται από υπόγεια νερά (περίπου 900 εκατ. κ. μ.) και μάλιστα από μόνιμα (μη ανανεούμενα) υδατικά αποθέματα, τα οποία εκ των πραγμάτων μειώνονται διαρκώς και μόλις το υπόλοιπο 30% από επιφανειακά νερά (ποταμοί, πηγές) και υφιστάμενα έργα ταμίευσης.

Η μελέτη του ΣΔΛΑΠ τεκμηριώνει επιστημονικά και αναμφισβήτητα ότι το συσσωρευμένο επί δεκαετίες υδατικό έλλειμμα υπόγειων υδάτων ανέρχεται στην εκπληκτική ποσότητα των 3.000 εκατ. κ.μ. νερού, κάτι που απειλεί – κυριολεκτικά - με κατάρρευση τα υπόγεια υδατικά οικοσυστήματα. Όσο όμως δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι του ΣΔΛΑΠ, δηλαδή  εξακολουθούν να λειτουργούν χιλιάδες γεωτρήσεις και δεν υλοποιούνται έργα ταμίευσης επιφανειακού νερού, το έλλειμμα των 3 δισεκατομμυρίων υπόγειου νερού θα διευρύνεται κάθε χρόνο κατά 200 εκατ. κ. μ.

Επισημαίνουμε επίσης τη σημαντική πτώση του υδροφόρου ορίζοντα που τα τελευταία χρόνια κυμαίνεται από 30 μ. έως 80 μ. (ενώ προσωρινά η πτώση έφθασε και τα 100 μ.) αναλόγως της περιοχής και αποτελεί την αιτία των σημαντικών καθιζήσεων που δημιουργούν τις ρηγματώσεις του εδάφους και των κατασκευών.

Τέλος δεν πρέπει να αγνοείται το γεγονός πως μόνο από την λειτουργία των περίπου 30 – 33.000 γεωτρήσεων στη Θεσσαλία καταναλώνεται ετησίως ηλεκτρική ενέργεια 700 GWh (όσο δύο ΥΗΕ σαν την Μεσοχώρα), και μάλιστα σε μια περίοδο υψηλών τιμών ενέργειας και αυξημένων εισαγωγών (αέριο κλπ.).

- Δεν θα έπρεπε να υπάρχει ένα θεσσαλικό στρατηγικό σχέδιο με κατεύθυνση από την κεντρική διοίκηση και την περιφερειακή ; Μια μακροπρόθεσμη στρατηγική διαχείρισης των υδατικών πόρων της Θεσσαλίας σε σχέση με τις αρδευτικές απαιτήσεις και την κατεύθυνση των καλλιεργειών ; Η στροφή σε λιγότερο απαιτητικές σε νερό καλλιέργειες είναι μια λύση ;

ΑΠ : Το υδατικό πρόβλημα της της Θεσσαλίας  μπορεί να αντιμετωπιστεί με ένα ισορροπημένο μίγμα πολιτικών από τους δύο «πυλώνες» της διαχείρισης νερού, δηλαδή την «διαχείριση της ζήτησης» και την «διαχείριση της προσφοράς».

Όσο επίμονα όμως να επικεντρώσουμε την προσπάθειά μας στον περιορισμό της ΖΗΤΗΣΗΣ, άλλο τόσο θα πρέπει να εξαντλήσουμε ΟΛΕΣ ΑΔΙΑΚΡΙΤΩΣ τις δυνατότητες που μας προσφέρονται στο σκέλος της ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ, δηλαδή στα απαιτούμενα νέα έργα ταμίευσης που θα καλύψουν τις ανάγκες της Θεσσαλίας και θα μηδενίσουν το υδατικό έλλειμμα.

Στον τομέα της Γεωργίας, παρότι πρόκειται για τον μεγαλύτερο καταναλωτή νερού (στη Θεσσαλία ξεπερνά το 90%), απουσιάζει ο μεσο-μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και συνεπώς και οι απαραίτητες αξιόπιστες προβλέψεις για τις απαιτούμενες ετήσιες ποσότητες νερού.

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε πως η Γεωργία, ως προς το υδατικό σκέλος της (αρδεύσεις), είναι καταρχήν διαχειρίσιμο ζήτημα. Εάν με κατάλληλες πολιτικές αποφάσεις, που σήμερα ουσιαστικά απουσιάζουν, καθοριστεί το όριο του ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΥ νερού για αρδεύσεις, τότε η Γεωργία θα προσαρμοστεί αναλόγως και το ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ της που προαναφέραμε θα είναι βιώσιμο και ρεαλιστικό, χωρίς κίνδυνο για «παράπλευρες» καταστροφικές συνέπειες, όπως πχ. συμβαίνει στα ποτάμια και στα υπόγεια οικοσυστήματα τα τελευταία 20-30 χρόνια.

Να γιατί επιμένουμε να λυθεί ΑΜΕΣΑ το θέμα της ενίσχυσης - μεταφοράς (εκτροπής) υδάτων από τον Αχελώο, με απόφαση στην ελληνική Βουλή, δεσμευτική για όλες τις κυβερνήσεις

Μόνο όταν υπάρξει επιτέλους μια ΟΡΙΣΤΙΚΗ απόφαση, τότε θα ήταν δυνατόν  να εκτιμηθούν οι πραγματικά αναγκαίες ποσότητες νερού για τον πρωτογενή τομέα, που θα επιτρέψουν έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της πολιτικής (και) στον υδατικό τομέα.

- κ. Γκούμα το νερό είναι «ζωή». Γιατί δεν μπορεί να βρεθεί ένας κοινός τόπος για την υδάτινη διαχείριση των αποθεμάτων νερού ; Δεν θα έπρεπε να υπάρχει ομοψυχία πολιτική στο θέμα αυτό ;

ΑΠ : Εάν δεν συμφωνήσουμε όλοι, τότε η κατάσταση των υδατικών οικοσυστημάτων της δεν θα βελτιωθεί (όπως προβλέπει το ΣΔΛΑΠΘ), το όραμα της Οδηγίας 2000/60 για το 2027 θα τεθεί υπό αμφισβήτηση εκ των πραγμάτων και το μέλλον της Θεσσαλίας θα είναι προβληματικό.

Τότε όμως θα είναι αργά και, δυστυχώς,  δεν θα μπορούμε να αποφύγουμε δύσκολες και επώδυνες λύσεις (όπως πχ. μείωση των αρδευομένων εκτάσεων με σοβαρό κοινωνικό αντίκτυπο), ούτε και τα σοβαρά περιβαλλοντικά, οικονομικά κλπ. προβλήματα, που θα επιδεινωθούν εν μέσω της επερχόμενης κλιματικής κρίσης στην Θεσσαλία.  

Να γιατί η Επιτροπή για την Διεκδίκηση επίλυσης  Υδατικού προβλήματος Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ) επιμένει ότι εφόσον ληφθούν άμεσα οι αποφάσεις για την ΕΝΙΣΧΥΣΗ από Αχελώο (δες προηγούμενα), στην συνέχεια να προχωρήσει η εκπόνηση ενός μεσο-μακροπρόθεσμου ολοκληρωμένου σχεδίου (masterplan) ΔΡΑΣΕΩΝ και των αναγκαίων ΕΡΓΩΝ της Θεσσαλίας, με χρονοδιάγραμμα, καθορισμό προτεραιοτήτων και διασφαλισμένη χρηματοδότηση.

- Θα ήθελα την δική σας επιγραμματική τοποθέτηση για την λύση ή τις λύσεις ; Και αν είστε αισιόδοξος ;

ΑΠ : Εκείνο που δυστυχώς απουσιάζει μέχρι σήμερα, είναι η σταθερή ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ και η τόλμη ώστε να δοθεί τέλος σε υποθέσεις που χρονίζουν (πχ. εγκαταλειμμένα έργα Αχελώου), να πραγματοποιηθεί μια θαρραλέα επιλογή μείωσης των αρδευομένων καλλιεργειών (εάν επιλεγεί η ακύρωση της «ενίσχυσης» με νερό από τον Αχελώο).

Κατά την άποψή μου επιβάλλεται επειγόντως να υπάρξει συνεννόηση για τις μελλοντικές επιλογές μας, σχέδιο, διοικητικός συντονισμός στην κατεύθυνση μιας υγιούς και ορθολογικής διαχείρισης των υδάτων, παράλληλα με τον αναγκαίο  θεσμικό εκσυγχρονισμό και βελτίωση της λειτουργίας του τομέα διαχείρισης υδάτων. Στην κατεύθυνση αυτή είναι αναγκαία και η δημιουργία σύγχρονου κρατικού φορέα διαχείρισης με συμμετοχή των χρηστών (ύδρευση, άρδευσή βιομηχανία κλπ.), ώστε η Ελλάδα, στον τομέα της διαχείρισης υδάτων να γίνει επιτέλους μία φυσιολογική χώρα.

Συμπερασματικά μπορώ να πω ότι είμαι αισιόδοξος, παρότι στο μείζον και διαχρονικό πρόβλημα των υδατικών πόρων στη Θεσσαλία, η Πολιτεία δεν έχει ακόμη αποκτήσει τον κατάλληλο βηματισμό, δρα και κινείται αποσπασματικά, ενώ πολλές φορές ενεργεί με σχεδιασμούς και στερεότυπα που ανάγονται σε διλήμματα παλαιοτέρων εποχών.

 

ΠΗΓΗ : Περιοδικό "Ξένιος ΘΕΣΣΑΛΟΣ" - Δημοσιογράφος κ. Κυριάκος Μεσσήνης 


 *Ο Κώστας Γκούμας είναι γεωπόνος, πρ. Δ/ντής της Δ/νσης Εγγείων Βελτιώσεων Λάρισας, πρ. γενικός  γραμματέας του  Γεωπονικού  Συλλόγου Λάρισας, πρ. πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ/ΚΕ, διετέλεσε γενικός γραμματέας της Πανθεσσαλικής Συντονιστικής Επιτροπής (ΠΑΣΕ) για την εκτροπή του άνω ρου του Αχελώου και είναι μέλος της Επιτροπής για την Διεκδίκηση επίλυσης  Υδατικού προβλήματος Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ).


Eνημερωθείτε για τα νέα του blog "Νερά - Γεωργία - Περιβάλλον" :

- Από την σελίδα μας στο fb

- Από την ομάδα μας στο fb  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας για το blog ή/ και τις αναρτήσεις εδώ :

Δημοφιλέστερες Αναρτήσεις