Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νερά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ετερόκλητες «συμμαχίες» ενάντια στο σχέδιο για τα νερά και την γεωργία στη Θεσσαλία - (Κώστας Γκούμας – Τάσος Μπαρμπούτης)*

 


Σε ένα μικρό χρονικό διάστημα από την επέλαση των ακραίων πλημμυρικών φαινομένων του περασμένου Σεπτεμβρίου συνέπεσε να ολοκληρωθεί και  η διαβούλευση επί της 2ης αναθεώρησης του Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΣΔΛΑΠ) Θεσσαλίας, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ τους επόμενους μήνες.

Όπως έχουμε επανειλημμένα εξηγήσει, το ΣΔΛΑΠ στηρίζεται σε τεκμηριωμένες επιστημονικές αναλύσεις και προτάσεις που διαμορφώνουν ένα ολοκληρωμένο και κοινά αποδεκτό ΠΛΑΙΣΙΟ στόχων, δράσεων και έργων.

Στο βαθμό που αυτά τεθούν σε εφαρμογή και δεν παραμείνουν «σχέδια επί χάρτου», θα δοθεί η δυνατότητα ώστε η   περιοχή μας, σε μεγάλο βαθμό, να  ανταποκριθεί στις απαιτήσεις  ασφαλείας από φαινόμενα που μας απειλούν (ξηρασία, πλημμύρες, οικολογική υποβάθμιση οικοσυστημάτων κλπ.).

Παράλληλα θα διαμορφωθούν  προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάπτυξη καθώς και συγκράτηση των ανθρώπων της υπαίθρου στον τόπο τους, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό σε περίοδο έντονης επισιτιστικής  κρίσης.

Φυσικά, το γεγονός πως επιμένουμε στην ύπαρξη ενός Σχεδίου δεν σημαίνει πως είμαστε τόσο αφελείς να πιστεύουμε πως όλα όσα προβλέπονται θα γίνουν πράξη από μόνα τους και πως οι κυβερνήσεις υπηρετούν πιστά όσα κάθε φορά διακηρύσσουν η εγκρίνουν.

Εκτός από την ανευθυνότητα των κυβερνήσεων, δυστυχώς καθόλου σπάνια, συνηθισμένο είναι το φαινόμενο να εκδηλώνονται από διάφορες πλευρές ισχυρές αντιδράσεις και να προτάσσονται σοβαρά εμπόδια στην υλοποίηση των ΣΔΛΑΠ.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει και αυτή την περίοδο με τις προτάσεις που οι μελετητές του ΣΔΛΑΠ κατέθεσαν προς έγκριση στην κυβέρνηση.

Ένα από τα θέματα που κυριάρχησε στην διαβούλευση είναι οι κατευθύνσεις στον αγροτοδιατροφικό τομέα που, αντικειμενικά, καθορίζουν και τις ανάγκες κατανάλωσης νερού στο Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας (ΥΔΘ).

Το ισχύον (από το 2017)  ΣΔΛΑΠ καθώς και αυτό που αναμένεται σύντομα να εγκριθεί θεωρούν επιβεβλημένο να διατηρηθούν οι αρδευόμενες εκτάσεις στα επίπεδα τουλάχιστον των 2,5 εκατ. στρεμμάτων, με ότι αυτό συνεπάγεται στο μείγμα των καλλιεργειών και στην αντίστοιχη κατανάλωση νερού.

Παρά το γεγονός ότι η επιλογή αυτή τυγχάνει έως σήμερα της στήριξης όλων των κομμάτων στη Βουλή, εκδηλωθήκαν αντιδράσεις από αρκετές πλευρές και από διάφορους …γεωγραφικούς χώρους !

Ενδεικτικά, σημαντικό μέρος της διαβούλευσης πριν δέκα ημέρες στο….Μεσολόγγι (ΥΔ Δυτικής Στερεάς Ελλάδος) αφιερώθηκε στις αρδεύσεις του θεσσαλικού κάμπου, όπου βρέθηκαν στο στόχαστρο οι «υδροβόρες» καλλιέργειες και βεβαίως ποιες πρέπει να είναι οι απαιτούμενες ποσότητες νερού προς άρδευση στη Θεσσαλία.

Αυτό ήταν ένα από τα επιχειρήματα τους ενάντια στην πρόταση του ΣΔΛΑΠ για μεταφορά μιας ποσότητας 250 εκατ. κ. μ. νερού ετησίως από τον Άνω Αχελώο στη Θεσσαλία.

Το ίδιο «επιχείρημα» μας ήλθε και από την ορεινή Μεσοχώρα Τρικάλων (!!) και συγκεκριμένα από μια οργάνωση που σύμφωνα με το καταστατικό της έχει επίσημα ως «σκοπό» την κατεδάφιση του ομώνυμου υδροηλεκτρικού έργου, αξίας 600 εκατ. ευρώ, το οποίο ανήκει στην ΔΕΗ (εταιρία εισηγμένη στο χρηματιστήριο) και είναι σχεδόν έτοιμο να λειτουργήσει !

Και φυσικά δεν θα μπορούσαν να απουσιάζουν από αυτό οι «συνήθεις» οικολογικές οργανώσεις, που με αόριστες διατυπώσεις και συνεχή επίκληση της προστασίας του περιβάλλοντος τάσσονται κατά της «βιομηχανικής» γεωργίας και των αρδευόμενων καλλιεργειών, προετοιμάζοντας ουσιαστικά το έδαφος για εγκατάλειψη των χωραφιών της  Θεσσαλίας από τους μικρομεσαίους αγρότες.

Ας μην ξεχνάμε πως η μεγάλη πλειοψηφία των αγροτών, με τον μικρό κλήρο που διαθέτουν και χωρίς νερό για άρδευση των καλλιεργειών τους, είναι αδύνατο να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο ετήσιο εισόδημα ώστε να ζήσουν στο τόπο τους.

Και φυσικά μετά την εγκατάλειψη της γης αναμένεται η εμφάνιση ποικίλων επιχειρηματικών  συμφερόντων, τα οποία στις εγκαταλειμμένες εκτάσεις θα έχουν την ευκαιρία, με μικρό κόστος γης, να δημιουργήσουν προσοδοφόρες επενδύσεις, «πράσινες» (φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες κλπ.) και όχι μόνο.

Να λοιπόν που αποδεικνύεται πόσο υποκριτικό είναι το ενδιαφέρον ορισμένων για την αποκατάσταση των ανθρώπων που υπέστησαν τις συνέπειες των καταστροφικών πλημμυρών και για την «ανασυγκρότηση» της Θεσσαλίας.

Στην πράξη αρκετοί από αυτούς ελάχιστα ενδιαφέρονται για τους όρους που θα διαμορφωθούν στην περιοχή μας, στον πρωτογενή τομέα και στην οικονομία γενικότερα χωρίς αρδευόμενες καλλιέργειες.

Καμμιά προσπάθεια επίσης δεν καταβάλλουν ώστε να αντιληφθούν την τεράστια ανατροπή που συνεπάγονται οι εμμονές και οι προτάσεις τους, πχ. στον τομέα της μεταποίησης αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, στις αντίστοιχες μικρές ή μεγάλες επενδύσεις αγροτών και μεταποιητών που θα πρέπει να εγκαταλειφθούν, στους ανθρώπους που θα χάσουν τη δουλειά τους.

Γι’ αυτούς πρέπει πάσει θυσία να μειωθούν οι αρδεύσεις στη Θεσσαλία και με αυτό το στόχο συνεχίζουν απτόητοι τον «αγώνα» τους.

Φαίνεται πάντως πως ένα από τα θέματα που δεν απασχολούν τους, κατά τα λοιπά, «φίλους» της Θεσσαλίας είναι πως το σύνολο των προτάσεων, των μέτρων και των έργων που περιέχονται στο ΣΔΛΑΠ  τεκμηριώνονται περιβαλλοντικά με απόλυτη πληρότητα από τους μελετητές, με βάση τους κανόνες της οδηγίας για τα νερά αλλά και γενικότερα την αντίστοιχη περιβαλλοντική νομοθεσία.

Τους ενοχλεί επίσης πως το ολιστικό σχέδιο που προκύπτει για την αντιμετώπιση των  κρίσιμων ζητημάτων που αναφέραμε, θα αποτελεί ένα «θεσμοθετημένο» εργαλείο, καθώς τα ΣΔΛΑΠ εγκρίνονται στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής Οδηγίας 60/2000 για τα ύδατα, ενώ ταυτόχρονα αρκετές  από τις προτάσεις (μέτρα και έργα) τους έχουν διασφαλισμένη χρηματοδότηση.

[Σημ. : φυσικά στην πράξη έχει αποδειχθεί πως όλα αυτά δεν είναι αποτελούν ικανή και αναγκαία συνθήκη για την «προστασία» και την εφαρμογή ενός Σχεδίου. Απόψεις εντελώς αντίθετες προς εκείνες που εγκρίνονται μέσω των ΣΔΛΑΠ καθώς και κάθε είδους ιδεολογήματα που αρχικά δεν γίνονται αποδεκτά δια της ευθείας οδού, όπως πχ. η δημόσια διαβούλευση, καταφέρνουν τελικά να επανέλθουν «από το παράθυρο» (πχ. μέσω προσφυγών στο ΣτΕ), με την «ευγενή» υποστήριξη επιλεγμένων ΜΜΕ, τραπεζικών φορέων, επιχειρηματικών  συμφερόντων κοκ. Όπως λέει και ο λαός, «το καλό το παλληκάρι ξέρει και άλλο μονοπάτι»…..].

Και εφόσον αναφερθήκαμε στα ΜΜΕ, ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο η εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (29/11/23) κάλυψε την πρόσφατη εκδήλωση στη Λάρισα για την διαβούλευση επί του ΣΔΛΑΠ του ΥΔΘ.

Στον τίτλο της κυριαρχούν και πάλι τα έργα Αχελώου, τα οποία σύμφωνα με την κοντόφθαλμη οπτική του συντάκτη της θα έπρεπε να βρίσκονται «στο συρτάρι» και κακώς το Υπουργείο Περιβάλλοντος «προχωρεί στην νεκρανάσταση» τους !

Δυστυχώς οι υπεύθυνοι της ιστορικής εφημερίδας  δεν αντιλαμβάνονται πως πρόκειται για εκτελεσμένα έργα αξίας άνω των 500 εκατ. ευρώ, ούτε πως η επί δώδεκα χρόνια εγκατάλειψη τους δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους σε περίπτωση ισχυρών πλημμυρικών φαινομένων, όπως επισημαίνουν τουλάχιστον δυο σχετικές πραγματογνωμοσύνες που εδώ και χρόνια έχουν υποβληθεί στο αρμόδιο Υπουργείο Υποδομών.

Το αντίθετο, με τα αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της η «Κ» επί της ουσίας πριμοδοτεί την συνέχιση αυτής της νοσηρής και επικίνδυνης στασιμότητας.

Επίσης κανένα ενδιαφέρον δεν επιδεικνύει η καλή εφημερίδα, ούτε καν το αναφέρει, σχετικά με το μείζον οικολογικό πρόβλημα που δημιουργείται στο «μπαζωμένο» ποτάμιο οικοσύστημα του Αχελώου στη θέση Συκιά, το οποίο είναι κυριολεκτικά κομμένο στα δυο και η ροή του εξυπηρετείται με «παρά φύσιν» προσωρινά τεχνικά έργα (bypass εκτροπής των υδάτων του ποταμού).

Και με την γνωστή επιτηδευμένη παραπληροφόρηση, αναφερόμενη στους «ούτως η άλλως περιορισμένους (οικονομικούς) πόρους», παραθέτει επιλεκτικά στοιχεία για την ολοκλήρωση των έργων (εκτίμηση της «Κ» τα 250 - 300 εκατ. ευρώ) ώστε να «τρομάξει» τους μη ενημερωμένους για την διάθεση πόρων σε ένα έργο με «μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα».

Παραλείπει όμως να πληροφορήσει, ως όφειλε, τους αναγνώστες της πως ένα πόσο αντίστοιχου ύψους απαιτείται ΚΑΙ για την κατεδάφιση του ημιτελούς φράγματος στη Συκιά, καθώς και για την απομάκρυνση μακριά από το οικοσύστημα του Αχελώου του τεράστιου όγκου των σκυροδεμάτων και χωματισμών που θα καθαιρεθούν.

Όσο για την πλήρως διανοιγμένη σήραγγα μεταφοράς των υδάτων Αχελώου προς Μουζάκι, και πάλι επιλεκτικά, παρέλειψε να αναφέρει πως αυτή δεν κατεδαφίζεται και απαιτείται άμεσα η ολοκλήρωση της υπολειπόμενης εσωτερικής της επένδυσης, όπως και η τοποθέτηση των προβλεπόμενων θυροφραγμάτων στην είσοδο και την έξοδο της σήραγγας, ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ εάν κάποια στιγμή θα τεθεί ή όχι σε λειτουργία.

Και επειδή ο καλά ενημερωμένος συντάκτης του ρεπορτάζ αναφέρει πως το έργο «έχει ακυρωθεί πέντε φορές από το ΣτΕ», και πάλι επιλεκτικά ξεχνάει να αναφερθεί στην υπ. αριθμό 268/2011 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ, η οποία ρητά εντέλλεται «την αποτροπή της πλήρους απαξίωσης του τεχνικού έργου της σήραγγας….λόγω της (πιθανής) κατάρρευσης….», μια απόφαση που επιτρέπει, ουσιαστικά υποδεικνύει, την ολοκλήρωση των εργασιών της σήραγγας.

Έχει άραγε το κουράγιο η διεύθυνση της εφημερίδας (σημ. : από τον συγκεκριμένο συντάκτη δύσκολα θα προσδοκούσαμε κάτι τέτοιο….) να αποκαταστήσει την πραγματική εικόνα σχετικά με την εκκρεμότητα των έργων Αχελώου ;

Τέλος, σύμφωνα με τον συντάκτη, φαίνεται πως «βασικό ερώτημα» για την εφημερίδα είναι οι επιλογές της πολιτείας ως προς τους πόρους που θα διατεθούν για το έργο.

Προφανώς κάποιοι ανησυχούν για τους σκοπούς των πόρων που θα διατεθούν στη Θεσσαλία, ίσως μάλιστα θα είχαν λόγους να ασκήσουν πίεση για κάποιον αναπροσανατολισμό των πόρων αυτών προς άλλες κατευθύνσεις (;).

Όμως, όπως ήδη αποδείξαμε, τέτοιο δίλημμα πρακτικά δεν υφίσταται δεδομένου πως το έργο, είτε κατεδαφιστεί, είτε ολοκληρωθεί, θα κοστίσει περίπου τα ίδια χρήματα. Προς τι λοιπόν η αγωνία τους ;

Μετά από όλα αυτά ζητούμε δημόσια από τη «Κ» να εξηγήσει στο κοινό της την αναγκαιότητα λήψης μιας ΟΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ από την κυβέρνηση σχετικά με τα ημιτελή έργα Αχελώου.

Να προβάλλει το αίτημα των θεσσαλικών οργανώσεων για μια οργανωμένη συζήτηση και απόφαση στην Ελληνική Βουλή, η οποία θα δεσμεύει τους πάντες και θα εφαρμοστεί άμεσα, ώστε να τελειώνουν οι ταπεινωτικές  για τη χώρα μας πολιτικές πρακτικές των κυβερνήσεων, να έρχεται δηλαδή η μια και να αναιρεί κατά το δοκούν εκτελεστές αποφάσεις της προηγούμενης.

Και ας μας επιτρέψουν οι υπεύθυνοι της «Κ» να ισχυριστούμε πως κάτι τέτοιο θεωρείται εκσυγχρονισμός του πολιτικού συστήματος, το οποίο, υποτίθεται, πως ενστερνίζεται συνολικά και η εφημερίδα.

Να λοιπόν που παρότι θα περίμενε κανείς το υπό συζήτηση ΣΔΛΑΠ να τύχει  καθολικής υποστήριξης, ένας ολόκληρος «πόλεμος» άρχισε ενάντια σε βασικές επιλογές που προτείνονται και που κάποιοι  «ανησυχούν» μήπως αυτές εγκριθούν από την κυβέρνηση.

Καμμιά έκπληξη για εμάς. Άλλωστε δεν ξεχνάμε πως από την έγκριση ενός Σχεδίου έως την υλοποίηση του, ο δρόμος είναι μακρύς και συχνά δύσκολος, ενώ ο ρόλος των πολιτών και των φορέων της περιοχής είναι ΑΝΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΟΣ.

Κλείνοντας, θεωρούμε την έγκριση του ΣΔΛΑΠ ως ένα θετικό βήμα από την κυβέρνηση, με την προϋπόθεση να μην διολισθήσει και πάλι σε συμψηφισμούς πολιτικού κόστους – οφέλους (όπως έπραξε την περασμένη τετραετία), αλλά να προχωρήσει με σοβαρότητα και  τόλμη στην εφαρμογή όσων το ΣΔΛΑΠ υποδεικνύει.

Η δημοκρατική υποχρέωση εκπόνησης ενός εγκεκριμένου και κοινά αποδεκτού εφαρμοστικού πλάνου (masterplan) για την Θεσσαλία θα αποτελέσει βασικό κριτήριο για τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης όσον αφορά στην ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας.

*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,

 

*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ


Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

- Από την σελίδα μας στο fb

- Από την ομάδα μας στο fb 


Όχι νέα στασιμότητα στο υδατικό. άμεσα αποφάσεις και υλοποίηση έργων στην Θεσσαλία - (Κώστας Γκούμας – Τάσος Μπαρμπούτης)*

 


1. Τις ημέρες αυτές έκλεισε προσωρινά μια πρώτη φάση έντονου προβληματισμού και διαβούλευσης, με γνώμονα  την πορεία που θα ακολουθήσει η Θεσσαλία στο μέλλον σχετικά με τα ύδατα, είτε πρόκειται για την ασφάλεια της από πλημμύρες και ξηρασία, είτε πρόκειται για τον τομέα της οικονομίας, της παραγωγής και της βιώσιμης ανάπτυξης στην περιοχή μας.

Την περασμένη Παρασκευή (24/11) έγινε στη Λάρισα από την μελετητική ομάδα η επίσημη παρουσίαση της προτεινόμενης 2ης αναθεώρησης  του Σχεδίου Διαχείρισης Υδάτων  (ΣΔΛΑΠ) και ακολούθησε  η διαβούλευση και σχετική συζήτηση  παρουσία  αυτοδιοικητικών παραγόντων, οργανώσεων και αρκετών συμπολιτών από διάφορες περιοχές της Θεσσαλίας.

Σύμφωνα με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή Oδηγία για τα ύδατα (2000/60), η διαδικασία αυτή οδηγεί στην οριστική έγκριση του ΣΔΛΑΠ από την κυβέρνηση.

Για την ενημέρωση των αναγνωστών μας θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως το νέο (αναθεωρημένο) ΣΔΛΑΠ αποτελεί ένα στρατηγικού χαρακτήρα εργαλείο στην διαχείριση υδάτων.

Συνεπώς οι αναμενόμενες  κυβερνητικές αποφάσεις θα καθορίσουν σε σημαντικό βαθμό τους στόχους, τις πολιτικές, τα μέτρα και τα έργα που απαιτούνται στο Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας (ΥΔΘ).

Ανάλογη ισχύ θα έχει και το Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ), στο πλαίσιο σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας (2007/60), που θα καθορίσει τα μέτρα και τις απαραίτητες αντιπλημμυρικές υποδομές, προσαρμοσμένες προφανώς στις νέες συνθήκες της κλιματικής κρίσης και την εμπειρία από τα φαινόμενα των τελευταίων ετών (Ιανός, Ντάνιελ, Ελίας).

Όμως, παρά την ύπαρξη των δυο θεσμοθετημένων Σχεδίων που σχετίζονται με τα νερά της Θεσσαλίας (ΣΔΛΑΠ και ΣΔΚΠ), οι  καταστροφικές  πλημμύρες  του περασμένου Σεπτέμβρη οδήγησαν την κυβέρνηση να αναθέσει την αποτίμηση της κατάστασης στην  Ολλανδική εταιρία HVA International.

Μάλιστα πριν λίγες ημέρες δόθηκε στη δημοσιότητα το αρχικό πόρισμα της ΗVA το οποίο,  παρουσία του ιδίου του πρωθυπουργού, παρουσιάστηκε επίσημα στη Βουλή (22/11) και ακολούθησε συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών.

Ανάλογη  δημόσια παρουσίαση του  πορίσματος πραγματοποιήθηκε  και στη Λάρισα (23/11), παρουσία υπουργών  και  άλλων κυβερνητικών στελεχών.

Ο διάλογος όμως που ακολούθησε δεν υπεισήλθε στις  κύριες επισημάνσεις των πραγματογνωμόνων και αυτό γιατί οι πολιτικοί διοργανωτές μάλλον είχαν σαν στόχο την πολιτική διαχείριση της εκδήλωσης και την απορρόφηση των κραδασμών που επισύρει η κατάσταση που διαμορφώθηκε και πολύ λιγότερο πώς στο μέλλον θα αποφύγουμε παρόμοιες καταστάσεις.

Σε κάθε περίπτωση, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, όσα θα προκύψουν από το τελικό πόρισμα της Ολλανδικής εταιρίας, δημιουργούν de facto νέα δεδομένα στην διαδικασία της λήψης αποφάσεων από την κυβέρνηση.

Σύμφωνα με τις συμβατικές υποχρεώσεις της Ολλανδικής εταιρίας (δες σχετική  ανάρτηση  της κυβέρνησης, 19/11), το τελικό πόρισμα της HVA, καθόλα ευπρόσδεκτο, επί της ουσίας αναμένεται να καλύψει ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ  των θεμάτων που συνδέονται με τα νερά, όπως την ασφάλεια από τις πλημμύρες  και την ξηρασία, την αγροτική παραγωγή και την κτηνοτροφία, ενώ το «δικό» τους εφαρμοστικό πλάνο (master plan) θα περιέχει προτάσεις για «αρδευτικά και αντιπλημμυρικά έργα».

2. Εκτός όμως από τις προφανείς δυσκολίες που προκύπτουν από όσα περιγράψαμε, το τελευταίο διάστημα εξελίσσεται μια συστηματική προσπάθεια καλλιέργειας συγχύσεων και δυσπιστίας απέναντι σε συμβατικές τεχνικές λύσεις για την διαχείριση των υδάτων, τις οποίες η ανθρώπινη σκέψη διαμόρφωσε εδώ και πολλούς αιώνες και η τεχνική επιστήμη έχει εξελίξει σε υψηλό επίπεδο, ιδιαίτερα τα τελευταία 150 χρόνια.

Αναφερόμαστε στα γνωστά σε όλους έργα ταμίευσης νερού (τεχνητές «λίμνες») μέσω κατασκευής φραγμάτων, συνήθως κατά τον ρου ενός ποταμού προς εξυπηρέτηση πολλαπλών αναγκών (ύδρευση, άρδευση, βιομηχανία, οικολογικοί σκοποί κλπ.) και των αντίστοιχων δικτύων.

Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και οι ταμιευτήρες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας από τον ανανεώσιμο φυσικό πόρο (ΑΠΕ), το νερό.

Ο έντονος προβληματισμός γύρω από τις καταστροφικές επιπτώσεις των πλημμυρών του Σεπτεμβρίου, σε συνδυασμό με την  χαρακτηριστική απουσία αποφάσεων και κατευθύνσεων σχετικά με το είδος των  καλλιεργειών στον γεωργικό τομέα (πχ. το εύρος των υδροβόρων καλλιεργειών στον κάμπο), έδωσε μια ακόμη ευκαιρία σε κάποιους να «συνεισφέρουν», με τον γνωστό αρνητικό τους τρόπο, τις γνωστές ανερμάτιστες ιδεοληπτικές απόψεις τους για το τι ΔΕΝ πρέπει να γίνει στη Θεσσαλία !

Ως γνωστόν, η προσπάθεια αυτή εκπορεύεται από συγκεκριμένα κέντρα ενημέρωσης και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, με ισχυρή επιχειρηματική  και πολιτική επιρροή.

Δεν είναι τυχαίο πως τούτη τη φορά το «χτύπημα» ήρθε από τα αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (δες 12,14 και 15 Νοεμβρίου), η οποία για να στηρίξει τα συνήθη ιδεολογήματα κατά της αναγκαιότητας των φραγμάτων, χρησιμοποίησε έντεχνα ένα απόσπασμα από το αρχικό πόρισμα που των Ολλανδών εμπειρογνωμόνων της HVA International, με τον εντυπωσιακό τίτλο «ξεχάστε τα φράγματα» στη Θεσσαλία, έστω και εάν ο τίτλος αυτός  ήταν παραπλανητικός και  εντελώς ανακόλουθος με το περιεχόμενο του πορίσματος.

Όπως ήταν φυσικό, την λαθροχειρία που επιχείρησαν οι υπεύθυνοι της εφημερίδας δεν την άφησε αναπάντητη ο CEO της εταιρίας κ. Μ. Γκουζούρης (ενδεικτικά, στο τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων του STAR και στο ΤΗESSALIA TV).

Παρόλα αυτά, λόγω της μεγάλης κυκλοφορίας της «Κ», τα παραπλανητικά αυτά πρωτοσέλιδα αναπαράχθηκαν ευρύτατα και από άλλα ΜΜΕ, δημιουργώντας πολλές συγχύσεις και έντονο προβληματισμό στους θεσσαλούς.

Στην γραμμή της «Κ» και άλλων μέσων συντάχθηκαν τα «συνήθη» πολιτικά κόμματα, οικολογικές οργανώσεις  και διάφορες ΜΚΟ (με προνομιακή συμμετοχή σε πλήθος ευρωπαϊκών προγραμμάτων) και με «υψηλή προστασία» από τον ΠΘ κ. Μητσοτάκη και την ΠτΔ κα Σακκελαροπούλου,

Στο στόχαστρο όλων αυτών βρέθηκαν πρώτα από όλα τα ημιτελή έργα Αχελώου, οι λεγόμενες υδροβόρες καλλιέργειες, καθώς και οι πολιτικές και τα έργα που έχει άμεση ανάγκη η Θεσσαλία και ειδικά οι ταμιευτήρες πολλαπλού σκοπού που  προαναφέραμε.

Και αυτά γίνονται την ίδια στιγμή που εμείς από την πλευρά μας προσδοκούμε από το υπό αναθεώρηση ΣΔΛΑΠ την «θεσμοθέτηση» και στη συνέχεια ωρίμανση και υλοποίηση πολύ περισσοτέρων τέτοιων έργων, όπως το ήδη εξαγγελθέν φράγμα Σκοπιάς Φαρσάλων, τα «υπεσχημένα» στο Μουζάκι, Πύλη κλπ.

Αντίθετα τα κέντρα αυτά, με την προνομιακή στήριξη και προβολή που διαθέτουν, διεκδικούν με επιμονή την ακύρωση των έργων, προσφέροντας προκαταβολικά άλλοθι στην κυβέρνηση για την περίπτωση που επιλέξει να μην προχωρήσει στην πραγματοποίηση τους.

Και ας μην ξεχνάμε πως όλα αυτά τα έργα ταμίευσης λειτουργούν ευεργετικά, εκτός των άλλων, ΚΑΙ  ως αντιπλημμυρικές υποδομές.

Και όπως ρητά αναφέρεται στο πόρισμα της HVA, «θα πρέπει να προσδιοριστεί το πώς τα φράγματα μπορούν να βοηθήσουν στην εξασθένιση πλημμυρών τέτοιου μεγέθους».

Συμπερασματικά, έχει δημιουργηθεί μια σύνθετη κατάσταση γύρω από το υδατικό πρόβλημα που η πορεία του είναι συνυφασμένη με την ανασυγκρότηση και γενικά ένα βιώσιμο μέλλον στη Θεσσαλία.

Η εξέλιξη  της εφαρμογής των αναγκαίων πολιτικών και των αντίστοιχων έργων φαίνεται πως θα είναι ένας δρόμος σπαρμένος με εμπόδια.

Αυτό πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη τους οι παλιοί και νέοι πολιτικοί και αυτοδιοικητικοί μας εκπρόσωποι, αρκετοί από τους οποίους δεν έχουν ακόμη ξεκαθαρίσει σε τι στοχεύουν και κατά πόσο έχουν διάθεση να «συγκρουστούν» με εκείνους που επιδιώκουν να συντηρήσουν την στασιμότητα στα μεγάλα προβλήματα της περιοχής μας, με όλες τις οικονομικές  και περιβαλλοντικές επιπτώσεις που αυτή έχει προκαλέσει..

Την Θεσσαλία πλέον απασχολούν έντονα δυο βασικά ερωτήματα :

Το πρώτο σχετίζεται με την επιβεβλημένη ενσωμάτωση όλων των προτάσεων που θα υποβληθούν από την Ολλανδική εταιρία στα δυο θεσμοθετημένα και αποδεκτά από την ΕΕ Σχέδια (ΣΔΚΠ και ΣΔΛΑΠ) με στόχο να αποκτήσουμε έναν στέρεο και τεκμηριωμένο σχεδιασμό.

Εάν αυτό αποτύχει, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος  να ξαναζήσουμε το συνηθισμένο αλαλούμ αντικρουόμενων προτάσεων για τις πολιτικές στα νερά και, καθώς και τις γνωστές πελατειακές επιλογές στα έργα.

Ας ελπίσουμε ότι οι αρμόδιοι πολιτικοί παράγοντες, Υπουργοί, Γραμματείς και Αυτοδιοικητικοί, έχουν εντοπίσει το πρόβλημα και θα πολιτευτούν αναλόγως.

Το δεύτερο ζήτημα σχετίζεται με τις επιφυλάξεις μας για την πραγματική πολιτική βούληση της σημερινής κυβέρνησης και ειδικά του ΠΘ κ. Κυρ. Μητσοτάκη σχετικά με την υλοποίηση των Σχέδιων και των εφαρμοστικών πλάνων (masteplan) που θα προκύψουν κατά τους επομένους μήνες από την σύνθεση των υπό διαβούλευση προτάσεων.

Η αναποφασιστικότητα  και η παρελκυστική του τακτική κατά την περασμένη τετραετία, καθώς και η μη τήρηση υποσχέσεων που είχε δώσει (πχ. Αχελώος, Μουζάκι), δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας.

Ακόμη και η στάση του στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή απέναντι στα φληναφήματα του κ. Σωκράτη Φάμελλου «κατά» των έργων Αχελώου δεν ήταν κατά την άποψη μας όσο αποφασιστική θα έπρεπε, ούτε βεβαίως συμβατή με την τεράστια εμπειρία που διαθέτει.

Για παράδειγμα μας προκαλεί εντύπωση πως ο κ. ΠΘ απέφυγε να απαντήσει και να τοποθετηθεί ο ίδιος με ειλικρίνεια ως προς τις δικές του προθέσεις σχετικά με την ολοκλήρωση των εγκαταλειμμένων από το 2010 ημιτελών έργων.

«Παρέλειψε» επίσης να ζητήσει από τον κ. Φάμελλο (και από τους βουλευτές τους από την Θεσσαλία) σαφείς εξηγήσεις σχετικά με τις προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα, εφόσον  τάσσονται «κατά» των έργων, εάν προτείνουν πχ. την  κατεδάφιση του («περιττού» για εκείνους) φράγματος στη Συκιά (σημ. : η σήραγγα Πευκόφυτου μήκους σχεδόν 18 χλμ., πλήρως διανοιγμένη και εσωτερικά μισοεπενδεδυμένη, δυστυχώς για κάποιους, δεν…κατεδαφίζεται !).

Ανάλογη στάση στο ίδιο θέμα κράτησε κατά την διαβούλευση στη Λάρισα και ο Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και υδάτων του ΥΠΕΝ κ. Βαρελίδης.

Αποστασιοποιημένος πλήρως από την ουσία του θέματος, εναπόθεσε τις κρίσιμες αποφάσεις που θα ληφθούν «Στα χέρια της επιστήμης και του Συμβουλίου της Επικρατείας».

Βεβαίως, με βάση την τεράστια πείρα που αποκτήσαμε όλα αυτά τα χρόνια αποκωδικοποιώντας τις τοποθετήσεις των πολιτικών, η θέση αυτή εκλαμβάνεται σαν πρόσχημα για την διαιώνιση της γνωστής εκκρεμότητας, προς αποφυγή δύσκολων αποφάσεων που αναμένεται να έχουν για την κυβέρνηση πολιτικό κόστος σε κάποιες περιοχές (πχ. Αιτωλοακαρνανία) και σε όσους επηρεάζονται από κάποιες οικολογικές οργανώσεις.

Συνοπτικά, στη Βουλή και γενικότερα, η κυβέρνηση άφησε για μια ακόμη φορά ανοικτό το θέμα της ενίσχυσης του υδατικού δυναμικού του ΥΔΘ, παρότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα κρίσιμο στοιχείο στον στρατηγικό σχεδιασμό για τη Θεσσαλία.

Χωρίς απάντηση στο θέμα της ενίσχυσης οποιοσδήποτε σχεδιασμός στηρίζεται σε πήλινα πόδια και προφανώς δεν προσφέρει λύσεις.

Δυστυχώς η καταστροφική στασιμότητα και  το θέατρο παραλόγου που όλα αυτά τα χρόνια ζήσαμε με τις κυβερνήσεις Τσίπρα και Μητσοτάκη, συνεχίζει  να «παίζεται» ακόμη και σήμερα στις οθόνες μας….

Μακάρι οι ενδοιασμοί μας για όλα τα παραπάνω να είναι αβάσιμοι και η Θεσσαλία να καταφέρει να προχωρήσει άμεσα και συντεταγμένα στην πορεία που περιγράφουν τα υπό διαβούλευση Σχέδια.

Μακάρι από τις διαβουλεύσεις και τον συνεχιζόμενο έντονο προβληματισμό η περιοχή μας να βγει θωρακισμένη με ισχυρές και αδιαμφισβήτητες αποφάσεις σχετικά με τα νερά και την ανασυγκρότηση που τόσο έχει ανάγκη.

Έως τότε λοιπόν, επιμονή στις διεκδικήσεις μας για οριστικές αποφάσεις σε όλα τα θέματα των υδάτων, του περιβάλλοντος και της ανασυγκρότησης στη Θεσσαλία.

*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ,

*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ

Eνημερωθείτε για τα νέα του blog

Δημοφιλέστερες Αναρτήσεις